Έκτακτη είδηση! Εξαφάνιση ελπίδας. Την ημέρα που εξαφανίστηκε φορούσε όλα τα χρώματα και ευωδίαζε όλα τα αρώματα. Η ζωή ΜΑΣ βρίσκεται σε κίνδυνο. Μπορείτε να βοηθήσετε;
Περπατώντας στους δρόμους της πόλης, χαζεύω πρόσωπα και καταστάσεις. Συνήθεια χρόνων …να προσπαθώ από βλέμματα και κινήσεις να διαβάσω τον άλλο. Τον άγνωστο …το γνωστό . Μέσα στο μυαλό μου γράφω με νοητά μελάνια τη ζωή τους.
Παππούλης, σκυθρωπός, με το μπαστουνάκι του στο χέρι. Προσπαθεί αγκομαχώντας να περάσει το δρόμο. Μόνος του. Στο αυλακωμένο του πρόσωπο διαγράφεται η αγωνία και ο φόβος. Είναι κουρασμένος …πονεμένος, φαίνεται. Τα μάτια του τρέχουν απογοήτευση και παραίτηση. Του κόψανε κι άλλο τη σύνταξη…δεν τα βγάζει πέρα. Παίρνει φάρμακα…έχει ενοίκιο, δε του φτάνουν. Στεναχωριέται που δεν μπορεί να προσφέρει ένα δώρο στο εγγόνι του.
Πιο κάτω στην πλατεία. Ένα ζευγάρι με το τετράχρονο αγοράκι τους. Κάθονται στο παγκάκι και συζητάνε. Απότομα ανεβαίνουν οι τόνοι …ο άντρας πιάνει το κεφάλι του με απόγνωση. Θα βρεθεί δουλειά γυναίκα…κάνε υπομονή. Ψάχνω …κάποια στιγμή. Και ως τότε ; τι ; Σφίγγει το παιδί στην αγκαλιά της. Όλη η αγωνία της είναι αυτό το παιδί…πως θα τα βγάλουν πέρα…δε νοιάζεται για την ίδια…το παιδί της,..να έχει τα βασικά.
Στο σούπερ μάρκετ συναντάω τον κ. Πέτρο. Πρόσφατα χήρεψε. Τα παιδιά του και τα δυο στην ξενιτιά για δουλειά. Τρία χρόνια πάλεψε η γυναίκα του με την άσχημη αρρώστια. Βράδια ολόκληρα ξαγρυπνούσε στο προσκεφάλι της στο νοσοκομείο. Τώρα…προσπαθούσε να αποφασίσει για το γεύμα της ημέρας. Τι θα μαγείρευε ; Όσπρια ή λαχανικά ; Η Αννούλα μου τρελαινόταν για αρακά με κρέας μου λέει. Βουρκώνει. Βάζει τη σακούλα με τον κατεψυγμένο αρακά αποφασιστικά στο καλάθι και φεύγει βιαστικά.
Συνεχίζω να περιπλανιέμαι στους διαδρόμους του μάρκετ. Έχω μπροστά μου τη λίστα με τα ψώνια αλλά δεν μπορώ να συγκεντρωθώ για να τη διαβάσω. Τα γράμματα χορεύουν σα μεθυσμένα στο χαρτί και έχω ζαλιστεί…δε μπορώ να τα ακολουθήσω. Νιώθω τα ράφια να ρχονται κατά πάνω μου. Μου λείπει αέρας…χρειάζομαι οξυγόνο. Βγαίνω έξω. Στραβοπατάω…Θέλω να ουρλιάξω. Τόσος πόνος …τόση δυστυχία…ΠΟΥ ΕΙΝΑΙ Η ΕΛΠΙΔΑ; ΦΕΡΤΕ ΠΙΣΩ ΤΗΝ ΕΛΠΙΔΑ.
Και τότε ξαφνικά τη βλέπω μπροστά μου. Την ήθελα πολύ και μου αποκαλύφθηκε. Βγήκε από την κρυψώνα της. Πήγε να καμουφλαριστεί για να μας πλανέψει…να μας ξεγελάσει. Κρύφτηκε κάτω από ανεργία και φτώχεια….κάτω από καυγάδες και αρρώστιες. ’Αλλά όχι. Τα πλούσια χρώματα της, ακτινοβολούν παντού και δε μπορούν να κρυφτούν. Όσο και να θαφτούν κάτω από τόνους χώματος, πάλι θα λάμψουν. Η ελπίδα θα είναι μέσα μας ..όσο υπάρχουμε και εμείς. Θα είναι στην σκέψη μας, στην καρδιά μας. Στο χαμόγελό μας. Στον τρόπο που θα κοιτάξουμε το παιδί μας …στον τρόπο που θα μιλήσουμε στον άνθρωπό μας. Στο χέρι βοήθειας που θα του δώσουμε στην ανάγκη. Ελπίδα στα εύκολα …ελπίδα στα δύσκολα.
ΕΛΠΙΔΑ !
ΕΛΠΙΔΑ !
ΕΛΠΙΔΑ !!!
Ευγενία Τσομπανοπούλου