Η διαμάχη γύρω από το αν η μητέρα πρέπει να εργάζεται ή όχι είναι απλά αντιπερισπασμός

Η διαμάχη γύρω από το αν η μητέρα πρέπει να εργάζεται ή όχι είναι απλά αντιπερισπασμός

Η αντιπαράθεση σχετικά με το κατά πόσο η εργασιακή κατάσταση της μητέρας επηρεάζει τη συναισθηματική εξέλιξη του παιδιού της συνεχίζεται εδώ και δεκαετίες.

Τα μέσα μαζικής ενημέρωσης διαρκώς αναφέρουν τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματα τού να είσαι εργαζόμενη μητέρα, και πώς αυτό επιδρά στην ανάπτυξη των παιδιών. Είχε περάσει αρκετός καιρός από τότε που διάβασα κάποιες έρευνες σχετικά με την εργασία των μητέρων, τη βρεφονηπιακή φροντίδα και την ανάπτυξη των παιδιών.

Συμβουλές υγείας και φροντίδας για βρέφη και παιδιά

[babyPostAd]Δεν θυμόμουν πολύ καθαρά τα στοιχεία της έρευνας σχετικά με το πώς ακριβώς επιδρά στα παιδιά το να εργάζεται η μητέρα τους. Θυμόμουν, όμως, ξεκάθαρα το εύρημα πως τα παιδιά με εργαζόμενες μητέρες ήταν πιθανότερο να είναι αμφίχειρες!

Ανυπομονούσα λοιπόν για μια θεωρητικά ενδιαφέρουσα συζήτηση σχετικά με το πώς επηρεάζονται τα παιδιά από την επιλογή της μητέρας τους να δουλέψει εκτός σπιτιού. Ένιωσα έκπληξη (και, για να είμαι ειλικρινής, ως εργαζόμενη μητέρα, ανακούφιση) όταν ανακάλυψα πως το σταθερό εύρημα ήταν ότι η εργασιακή κατάσταση της μητέρας δεν επηρεάζει την προσαρμογή του παιδιού της. Αυτό φυσικά δεν ισχύει για κάθε μητέρα και οικογένεια. Ήταν όμως καθησυχαστικό το ότι οι κοινωνικές επιστήμες κατέρριπταν ομόφωνα τον μύθο πως η εργασιακή κατάσταση της μητέρας αποτελεί μεταβλητή η οποία επηρεάζει σημαντικά τη συναισθηματική ανάπτυξη του παιδιού της.

Υπάρχει κάτι το παράλογο σε αυτό το εύρημα. Εξάλλου, οι μητέρες που μένουν στο σπίτι δεν είναι και περισσότερο διαθέσιμες για τα παιδιά τους; Και δεν είναι η διαθεσιμότητα μια θετική πλευρά της σχέσης γονιού-παιδιού; Γιατί να μην υπάρχει διαφορά στην ανάπτυξη του παιδιού αν η μαμά βρίσκεται στο σπίτι το 100% του χρόνου της, έναντι του 50% ή του 25%;

Πιθανότατα θα υπήρχε διαφορά, αν ο χρόνος ήταν η μόνη μεταβλητή που επηρεάζει την υγιή ανάπτυξη των παιδιών. Αλλά τίποτα δεν υποδηλώνει ότι ο χρόνος είναι από μόνος του ευεργετικός για τα παιδιά. Αυτό που είναι ευεργετικό είναι ο χρόνος που περνάει με υγιή και ικανοποιητική επικοινωνία μεταξύ γονιού και παιδιού. Οι ανάγκες των παιδιών αλλάζουν, καθώς αυτά μεγαλώνουν, αλλά αυτό που παραμένει σταθερό είναι το πλεονέκτημα τού να έχουν μια μητέρα σε μεγάλο βαθμό απαλλαγμένη από στεναχώρια ώστε να μπορεί να εναρμονίζεται με τις ανάγκες του παιδιού της. Μια δυστυχισμένη μαμά που μένει στο σπίτι είναι πολύ πιο δύσκολο να συμβάλει στην υγιή ανάπτυξη του παιδιού της σε σχέση με μια ευτυχισμένη μαμά η οποία δουλεύει με πλήρες ωράριο.

Όταν συγκρίνουμε τις εργαζόμενες μητέρες με εκείνες που μένουν στο σπίτι, συνήθως το ζήτημα είναι πιο σύνθετο απ’ όσο φαίνεται. Είναι πολύ δύσκολο να ορίσουμε τόσο την «τυπική» μαμά στο σπίτι όσο και την «τυπική» εργαζόμενη μαμά. Οι εργαζόμενες μητέρες περιλαμβάνουν σχεδόν τα πάντα, από τη μητέρα που είναι βοηθός καθηγητή στο σχολείο για δύο ημέρες την εβδομάδα μέχρι τη μητέρα καριέρας η οποία δουλεύει εβδομήντα ώρες την εβδομάδα. Οι μητέρες που μένουν στο σπίτι μπορεί να οργανώνουν τον σύλλογο γονέων και κηδεμόνων ή να είναι εθελόντριες σε κάποια φιλανθρωπική οργάνωση.

Τα παράπονα των παιδιών, πάντως, σπανίως σχετίζονται με το εργασιακό καθεστώς της μητέρας τους. Το σχόλιο «Εύχομαι η μαμά μου να έβρισκε κάποιο άλλο χόμπι εκτός από μένα» προήλθε από έναν έφηβο του οποίου η μητέρα εργαζόταν με πλήρες ωράριο και μερικές φορές και παραπάνω. Και το σχόλιο «Η μαμά μου πάντα σαν να εξαφανίζεται όταν τη χρειάζομαι» προήλθε από έναν προέφηβο, η μητέρα του οποίου περηφανεύεται πως κάθεται στο σπίτι.

Οι μητέρες έχουν αρκετά πράγματα για να ανησυχούν, αλλά το αν η εργασία τους είναι επιζήμια για τη συναισθηματική ανάπτυξη του παιδιού τους δεν είναι ένα από αυτά. Δεν είναι, εφόσον βέβαια καταφέρνουμε να διατηρούμε μια ικανοποιητική ισορροπία στη ζωή μας.

Ανεξαρτήτως του αν εργάζονται ή όχι, οι μαμάδες αγωνιούν περίπου για τα ίδια πράγματα. Επίσης, νιώθουν ενοχές σχεδόν για τα ίδια πράγματα. Ανησυχούν για την ασφάλεια των παιδιών τους. Ανησυχούν για την πρόσβασή τους σε πορνογραφικό υλικόστο διαδίκτυο, τα ναρκωτικά, το αλκοόλ και τις «κακές» παρέες. Νιώθουν ένοχες ότι δεν κάνουν αρκετά. Νιώθουν τύψεις όταν παθιάζονται με κάτι άλλο εκτός από τα παιδιά τους. Ανησυχούν και νιώθουν ενοχές για το κατά πόσο δίνουν στα παιδιά τους υπερβολική ελευθερία, χρήματα και υλικά αγαθά. Ή κατά πόσο δεν τους δίνουν αρκετά από τα παραπάνω. Είτε μια μητέρα εργάζεται είτε όχι, η ανησυχία και οι ενοχές φαίνεται πως είναι «εργοδότες ίσης ευκαιρίας».

Αν και υπάρχουν πολλές ομοιότητες στις ανησυχίες και τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν οι μητέρες, είτε εργάζονται εκτός σπιτιού είτε όχι, θα ήταν αφελές να μην αναγνωρίσουμε πως υπάρχουν και διαφορές. Οι μητέρες που επιθυμούν και επιλέγουν να εργαστούν εκτός σπιτιού, ειδικά οι μητέρες καριέρας, διαρκώς προσπαθούν να τα βγάλουν πέρα με τις αντικρουόμενες απαιτήσεις της οικογένειας και της εργασίας. Να αφήσω την έκθεση που έχω να παραδώσω αύριο για να πάω στον τελικό ποδοσφαίρου τον γιου μου ή να αφήσω το παιχνίδι; Όπως ξέρουν οι περισσότερες εργαζόμενες μητέρες, η λύση είναι συνήθως να πάνε στο παιχνίδι και μετά να μείνουν ξύπνιες σχεδόν τη μισή νύχτα γράφοντας και την έκθεση.

 

Η εξάντληση γίνεται ο μόνιμος σύντροφός μας. Αν και πολλές από εμάς αγαπάμε τη δουλειά μας, υπάρχει μια συνεχής αγωνία πως δεν τα καταφέρνουμε και τόσο καλά προσπαθώντας να συνδυάσουμε καριέρα, οικογένεια και προσωπικές ανάγκες. Όταν κάτι απ όλα αυτά θα πρέπει να μείνει πίσω, συνήθως είναι οι δικές μας ανάγκες, αυξάνοντας έτσι το αίσθημα απομόνωσης, πικρίας και ενοχής. Το αμερικανικό όνειρο τού «έχω τα πάντα», οικογένεια, καριέρα, χρήματα και ευκαιρίες, παίρνει δυσάρεστη μάλλον παρά ικανοποιητική μορφή, καθώς οι φιλόδοξες γυναίκες με υψηλές προσδοκίες, τόσο από τον εαυτό τους όσο και από τους άλλους, νιώθουν ότι πνίγονται. Καταφεύγοντας ακόμα περισσότερο στη δουλειά δημιουργούνται περισσότερα οικογενειακά προβλήματα, ενώ αφήνοντας τη δουλειά πίσω περιορίζονται οι ευκαιρίες για πρόοδο.

Οι περισσότερες γυναίκες, τόσο πελάτισσές μου όσο και φίλες ή συνάδελφοί μου, έχουν παντού ανοιχτά μέτωπα προκειμένου να κάνουν τα διαφορετικά κομμάτια της ζωής τους -από τα οποία το καθένα μόνο του προσφέρει ικανοποίηση – ένα ικανοποιητικό σύνολο.

Οι μητέρες που επιλέγουν να μείνουν στο σπίτι και να μεγαλώσουν τα παιδιά τους αντιμετωπίζουν διαφορετικές προκλήσεις. Είναι οι μαμάδες στις οποίες απευθύνονται όλοι οι υπόλοιποι.

Θυμάμαι στην αρχή κάθε σχολικής χρονιάς, όταν βρισκόμουν αντιμέτωπη με ένα σωρό χαρτιά από το σχολείο, έπρεπε να αναφέρω ένα «πρόσωπο επικοινωνίας», για την περίπτωση που δεν μπορούσαν να με βρουν σε κάποια έκτακτη ανάγκη. Επέλεγα μία από τις μαμάδες της γειτονιάς που δεν δούλευαν. Το ίδιο έκαναν και όλες οι άλλες εργαζόμενες μητέρες.

Οι μαμάδες που δεν εργάζονταν κατέληγαν να παίρνουν τα άρρωστα παιδιά των εργαζόμενων μητέρων από το σχολείο. Να τα πηγαινοφέρνουν στις εξωσχολικές τους δραστηριότητες και να αντιμετωπίζουν ένα σωρό ερωτήσεις κάθε βδομάδα για το τι ώρα θα γίνει η τάδε εκδήλωση για τη νέα σχολική χρονιά από εμάς που δεν καταφέρναμε να συντονίσουμε με επιτυχία το σχολικό ημερολόγιο με την ηλεκτρονική μας ατζέντα. Υπάρχει υψηλή αίσθηση εθελοντισμού και πολλές από αυτές τις γυναίκες τελικά εργάζονται τόσες ώρες όσες και οι εργαζόμενες μητέρες προκειμένου να πηγαίνουν τα παιδιά στις δραστηριότητες, να οργανώνουν τις σχολικές επιτροπές ή να ασχολούνται με φιλανθρωπικές δράσεις.

Ορισμένες γυναίκες που άφησαν την καριέρα τους για να μεγαλώσουν τα παιδιά τους ανακαλύπτουν στην πορεία πως τους λείπει η παρέα, το ενδιαφέρον και η εκτίμηση που έπαιρναν από τη δουλειά τους. Πολλές σκοπεύουν να επιστρέψουν στη δουλειά τους όταν τα παιδιά τους μεγαλώσουν. Αλλά οι περισσότερες από τις γυναίκες με τις οποίες έχω μιλήσει και οι οποίες αποφάσισαν να μείνουν σπίτι και να είναι μαμάδες «πλήρους απασχόλησης» είναι ευχαριστημένες με την απόφασή τους. Ενίοτε νιώθουν πως οι εργαζόμενες μητέρες τις υποτιμούν ή πως τα μέσα ενημέρωσης τις αγνοούν, καθώς επικεντρώνονται κυρίως στα προβλήματα των εργαζόμενων μητέρων.

Μια γρήγορη έρευνα στο Amazon.com αποκαλύπτει πως υπάρχουν ακριβώς τα διπλάσια βιβλία σχετικά με «εργαζόμενες μητέρες» σε σχέση με τις «μητέρες στο σπίτι». Αυτό μπορεί να συμβαίνει επειδή οι εργαζόμενες μητέρες αντιμετωπίζουν περισσότερα διλήμματα και ενοχές για τον διττό τους ρόλο κι έτσι αγοράζουν περισσότερα βιβλία. Ή απλά μπορεί να αντανακλά το γεγονός πως ακόμα και στις οικονομικά ευκατάστατες οικογένειες, οι περισσότερες γυναίκες εργάζονται εκτός σπιτιού.

Επικεντρωνόμαστε στη λάθος ερώτηση όταν ρωτάμε «Θα έπρεπε οι μητέρες να εργάζονται εκτός σπιτιού;». Η σωστή ερώτηση είναι: «Πώς ισορροπούμε ανάμεσα στις ανάγκες των παιδιών μας και τις δικές μας ανάγκες, ώστε να είμαστε αποτελεσματικές μητέρες και γεμάτες, ευτυχισμένες γυναίκες;».

Προφανώς, αυτές οι δύο ανάγκες δεν αποκλείουν η μία την άλλη.

Η πρώτη ερώτηση μπορεί να απαντηθεί με ευκολία. Ναι, οι μητέρες θα πρέπει να εργάζονται εφόσον το επιθυμούν. Εάν η εργασία τους τις γεμίζει και τονώνει την αίσθηση που έχουν για τον εαυτό τους. Θα πρέπει να εργάζονται εάν το επιπλέον εισόδημα που προσφέρουν δίνει την ευκαιρία για πολύτιμες εκπαιδευτικές εμπειρίες και για εμπειρίες ζωής τις οποίες θεωρούν σημαντικές για τις ίδιες και για τα παιδιά τους.

Ωστόσο, η δεύτερη ερώτηση είναι πολύ πιο σύνθετη.

Απόσπασμα από το βιβλίο «Το τίμημα της αφθονίας», εκδόσεις Μάρτης

Πηγή: Themamagers.gr