Εμμηνόπαυση από τα 40! Γιατί τόσο νωρίς;

Η εμμηνόπαυση μπορεί να συμβεί σε μία γυναίκα, όταν διανύει τη δεκαετία των 40 ή των 50 χρόνων, αν και στατιστικά ως μέσος όρος ηλικίας ορίζονται τα 51 χρόνια.Στην περίπτωση όμως που συμβαίνει πριν από την ηλικία των 45 χρόνων τότε χαρακτηρίζεται ως πρόωρη. Τι μπορεί όμως να φταίει;

«Δεν είναι απλά  εμμηνόπαυση που έρχεται νωρίτερα, αλλά πρόκειται για πάθηση, η οποία μάλιστα σχετίζεται με μεγάλη αύξηση της συχνότητας της οστεοπόρωσης και των καρδιαγγειακών νοσημάτων» αναφέρει ο Διδάκτορας του Πανεπιστημίου της Αθήνας, τ. Επιμελητής Μαιευτικής Γυναικολογίας του Princess Royal University Hospital London  κ. Στέφανος Χανδακάς και συμπληρώνει «Η γυναίκα που διαγιγνώσκεται με πρόωρη εμμηνόπαυση πρέπει άμεσα να λάβει θεραπεία ορμονικής υποκατάστασης μέχρι την ηλικία που θα ξεκινούσε φυσιολογικά η εμμηνόπαυση.

Όμως οι γυναίκες που μπαίνουν σε θεραπεία πρέπει να ελέγχονται τακτικά με υπέρηχο μαστών και μαστογραφία. Όσες δε έχουν οικογενειακό ιστορικό καρκίνου μαστού πρέπει να πάρουν εξειδικευμένες θεραπείες καθότι δεν επιτρέπεται η χορήγηση οιστρογόνων».

Ως πιθανές αιτίες της πρόωρης εμμηνόπαυσης, οι γυναικολόγοι θεωρούν:

Και η  πρόωρη εμμηνόπαυση έχει τα ίδια συμπτώματα με την φυσιολογική όπως:

Πότε ξεκινά η θεραπεία;

Άμεσα η γυναίκα, μετά την ιατρική επιβεβαίωση της πρόωρης εμμηνόπαυσης, θα πρέπει να αρχίσει ορμονική θεραπεία.

Στόχος της ορμονικής θεραπείας υποκατάστασης είναι αφενός η αντιμετώπιση των συμπτωμάτων της εμμηνόπαυσης, αφετέρου η πρόληψη των μακροχρόνιων – και σοβαρότερων – επιπτώσεών της.

Στην περίπτωση, της πρόωρης εμμηνόπαυσης, χορηγείται πολύ μεγαλύτερη ποσότητα ορμονών, ώστε να αποκατασταθεί στον οργανισμό το επίπεδο ορμονών (οιστρογόνων και προγεστερόνης) που θα υπήρχε φυσιολογικά στη συγκεκριμένη ηλικία, ανεξάρτητα από την ύπαρξη συμπτωματολογίας.

Ο Διδάκτορας του Πανεπιστημίου της Αθήνας, τ. Επιμελητής Μαιευτικής Γυναικολογίας του Princess Royal University Hospital London  κ. Στέφανος Χανδακάς

Όπως εξηγεί ο κ. Χανδακάς η ορμονική θεραπεία αναστέλλει την απώλεια οστικής μάζας, μειώνοντας έτσι τον κίνδυνο σπονδυλικού κατάγματος και κατάγματος ισχίου κατά 35%, μειώνει σε σημαντικό βαθμό τις εξάψεις, βελτιώνει τα ψυχολογικά και σεξουαλικά συμπτώματα της εμμηνόπαυσης και αναπτύσσει πολλαπλή καρδιοπροστατευτική δράση.