Εμβόλιο μηνιγγίτιδας Β: Προληπτική ιατρική ή ελεύθερη αγορά;;

Του Παιδίατρου Στέλιου Παβέντση

Ή πως μια επιστημονική κατάκτηση στους εμβολιασμούς υποβιβάζεται σε σύνηθες ελληνικό μπάχαλο

Η μηνιγγίτιδα Β είναι ένα σχετικά σπάνιο, αλλά συχνά σοβαρό και θανατηφόρο νόσημα. Τα τελευταία δύο χρόνια έχει δοθεί άδεια κυκλοφορίας από τον ΕΟΦ για ένα εμβόλιο καινούργιας βιοτεχνολογίας ενάντια στη νόσο. Το εμβόλιο αυτό μέχρι και σήμερα δεν έχει μπει στο συνιστώμενο εθνικό πρόγραμμα εμβολιασμών. Ανάμεσα σε 31 ευρωπαικές χώρες, μόλις μία εφαρμόζει σήμερα γενική ανοσοποίηση στον παιδικό πληθυσμό ενάντια στην μηνιγγίτιδα Β.

Αυτό δεν εμποδίζει την εταιρία να έχει οργανώσει επιθετική άμεση επαφή με τις ελληνικές οικογένειες στα μέσα μαζικής ενημέρωσης με μηνύματα που καλούν σε εμβολιασμό των παιδιών. Δεν εμποδίζει επίσης την εταιρία να ενθαρρύνει ενεργά και πιεστικά τους παιδιάτρους της χώρας να εμβολιάσουν όλα τα παιδιά από την βρεφική ηλικία. Όσοι γονείς πείθονται, και είναι ήδη χιλιάδες, καταβάλλουν ολόκληρο το οικονομικό κόστος και το πληρώνουν 100% στα φαρμακεία – και είναι ένα πανάκριβο πατενταρισμένο σκεύασμα, σε καιρούς σχεδόν χρεοκοπίας για την ελληνική οικογένεια. Φήμες για τοπικές επιδημίες κυκλοφορούν, όταν στην πραγματικότητα δεν παρατηρείται κάτι παραπάνω από την συνήθη εποχιακή έξαρση της νόσου.

Συχνά τίθενται εκβιαστικά διλλήματα στον κάθε γονιό: «Θα αφήσεις το παιδί σου έκθετο απέναντι σε μια τόσο σοβαρή ασθένεια;» «Σπάνια νόσος μεν, αλλά μπορείς να εξαλείψεις για το παιδί σου την μικρή πιθανότητα να νοσήσει». Μόνο που αυτή η λογική του ατομικού σωσιβίου δεν έχει νόημα στην φιλοσοφία των εμβολιασμών, της δημόσιας υγείας και της προληπτικής ιατρικής.

Πόσα παιδιά άραγε σήμερα στην Ελλάδα πεθαίνουν κάθε χρόνο σε αυτοκινητιστικά ατυχήματα γιατί δεν υπήρχε για αυτά επαρκής και σωστή οδική προστασία; Πόσα παιδιά νοσούν από διάφορα οξέα και χρόνια νοσήματα ως συνέπεια μη θηλασμού και κακής συμπληρωματικής διατροφής; Πόσα παιδιά στις εντατικές δεν έχουν αποτελεσματικά αντιβιοτικά ενάντια σε ανθεκτικά μικρόβια γιατί γίνεται αλόγιστη χρήση αντιβιοτικών στην κοινότητα; Τα ζητήματα δημόσιας υγείας δεν λύνονται με τους κανόνες της «ελεύθερης αγοράς» και του κάνει ο καθένας ότι θέλει. Η πολιτεία έχει πολλούς κινδύνους υγείας να εξαλείψει για τα παιδιά, και είναι θέμα αξιολόγησης και ιεράρχησης προτεραιοτήτων το που και πως θα δώσει έμφαση. Αν πρέπει να εξαλείψουμε «κάθε δυνατό» κίνδυνο υγείας για τα παιδιά μας, ας κάνουμε πρώτα υποχρεωτικά όλα τα μαιευτήρια της χώρας φιλικά προς τα βρέφη, ας εκπαιδεύσουμε όλους τους παιδιάτρους υποχρεωτικά και πλήρως στον θηλασμό, ας μοιράσουμε σε όλους τους γονείς ως κράτος δωρεάν καρεκλάκια αυτοκινήτου, ας επανεκπαιδεύσουμε σοβαρά όλους τους επαγγελματίες υγείας για να μην κάνουν κατάχρηση αντιβιοτικών, ας σταματήσουμε κάθε ύποπτη συνδιαλλαγή και πίεση φαρμακευτικών εταιριών προς τον ιατρικό κόσμο που οδηγεί σε πολυφαρμακία και χειροτέρευση του επιπέδου υγείας των ασθενών, ας εφαρμόσουμε σύστημα δωρεάν προληπτικής παιδιατρικής στην κοινότητα για κάθε παιδί, ας ασφαλίσουμε με δημόσιους φορείς κάθε παιδί ενάντια στην παιδική κακοποίηση ή παρενόχληση. Αλλά δυστυχώς οι δυνατότητες και της πιο πλούσιας πολιτείας είναι πεπερασμένες, δεν μπορούν να προληφθούν 100% τα πάντα, η ιδέα να τα κάνουμε όλα διαθέτοντας συγκεκριμένα χρήματα είναι ανέφικτη, αφελής και υπεραπλουστευτική και αναγκαζόμαστε τελικά να θέτουμε ως κοινωνία και ως σύστημα υγείας εφικτούς στόχους και ρεαλιστικές προτεραιότητες.

Το τι εμβόλια θα γίνουν στον γενικό πληθυσμό παιδιών και εφήβων στην χώρα είναι βασικό μέτρο προληπτικής ιατρικής, σοβαρή σύσταση επιτροπής ειδικών μετά από ζύγισμα όλων των επιμέρους υπέρ και κατά, λαμβάνοντας υπόψη τα πάντα, από την συχνότητα του κάθε νοσήματος, τα χαρακτηριστικά μετάδοσής του, την θνητότητα και νοσηρότητα, τις ηλικίες αιχμής, τους παράγοντες κινδύνου, το οικονομικό και γενικότερο κόστος της καθολικής ανοσοποίησης, το οικονομικό και γενικότερο κόστος της μη ανοσοποίησης, το εφικτό ή όχι της καθολικής ανοσοποίησης μέσα στο υπάρχον σύστημα υγείας, το ασφαλές και το αποτελεσματικό του συγκεκριμένου εμβολίου και άλλα προληπτικά μέσα που μπορεί να συνδράμουν με καλή σχέση αποτελεσματικότητας – κόστους ενάντια στην συγκεκριμένη ασθένεια.

Το τι εμβόλια θα γίνονται στο γενικό πληθυσμό παιδιών δεν μπορεί να είναι αποκλειστικά μοναχική απόφαση του κάθε γονέα, να δίνεται μπαλάκι ως απόφαση στην κάθε οικογένεια. Αυτή η λογική – ο κάθε γονιός ας αποφασίσει αν θα το κάνει ή όχι – είναι μια εντελώς διαβρωτική λογική για την φιλοσοφία μαζικού εμβολιασμού και οδηγεί σε φαινόμενα απόλυτης σχετικότητας, ο καθένας, επαγγελματίας ή γονιός κάνει ότι νομίζει, σε έναν τομέα που κατεξοχήν για να λειτουργήσει στοιχειωδώς επιβάλλεται να γίνεται εφαρμογή πολιτικής γενικευμένου εμβολιασμού όταν χρειάζεται. Με απλά λόγια, από πλευράς δημόσιας υγείας και υγείας του πληθυσμού, δεν είναι απόφαση μεμονωμένων γονιών αν πρέπει να κάνουν ή όχι ένα εμβόλιο, όπως διαλέγουν το κόκκινο πουκάμισο από το μπλε, αλλά της πολιτείας κατά πόσο αποφασίζει ότι αξίζει να επιτύχει σημαντική εμβολιαστική κάλυψη (άνω του 80-90%) με ένα αποδεδειγμένα αποτελεσματικό και ασφαλές εμβόλιο, ώστε πραγματικά να μειωθεί η συχνότητα της νόσου.

Με αυτήν την ιστορία δίνουμε ακόμα ένα πάτημα στο ρεύμα της εμβολιοφοβίας και των εμβολίων ως «παγκόσμια οικονομική συνομωσία», όταν εμείς οι ίδιοι, επαγγελματίες και πολιτεία, επιτείνουμε την σύγχυση και ρίχνουμε την δύσκολη απόφαση στους γονείς, σαν να είναι ζήτημα ελεύθερης αγοράς, ας το κάνει όποιος θέλει ή όποιος έχει λεφτά να το πληρώσει! Η λογική του όποιος θέλει ή όποιος φοβεριστεί περισσότερο ή όποιος έχει παιδίατρο πιο δεκτικό στις πιέσεις της εταιρίας ή όποιος διαθέτει τα λεφτά κάνει ένα εμβόλιο στο παιδί του δεν έχει καμία σχέση με την προληπτική φιλοσοφία των μαζικών εμβολιασμών, πόσο μάλλον όταν πρόκειται για μια νόσο όπως η μηνιγγίτιδα, νόσο που έχει παράγοντα κινδύνου τα χαμηλά κοινωνικο-οικονομικά στρώματα και τον συγχρωτισμό.. Λέμε λοιπόν σε μια οικογένεια με τρία παιδιά ότι αν θέλει κάνει το εμβόλιο – δηλαδή κάνει τρεις δόσεις επι τρία ίσον εννιά δόσεις, δηλαδή αν θέλει πληρώνει από την τσέπη της πάνω από 1000 ευρώ, λεφτά που μπορεί να είναι σήμερα το εισόδημα μιας οικογένειας για ένα ή δύο μήνες. Εκείνα τα παιδιά που πρέπει περισσότερο ίσως να εμβολιαστούν ενάντια στην μηνιγγίτιδα Β – τα φτωχά, σε μικρά σπίτια με μεγάλες οικογένειες ή με κακές συνθήκες υγιεινής – ας μην εμβολιαστούν γιατί δεν έχουν λεφτά, ενώ εκείνα που θεωρητικά έχουν μικρότερες πιθανότητες να νοσήσουν – τα υψηλού εισοδήματος μοναχοπαίδια ή σε μεγάλα σπίτια ή με καλές συνθήκες υγιεινής – ας το κάνουν γιατί έχουν να πληρώσουν. Τι πολιτική προληπτικής ιατρικής είναι αυτό άραγε; Η απάντηση είναι ότι είναι η ίδια όπως και σε άλλους τομείς υγείας του παιδιού, όπως η βρεφική διατροφή, ο μη θηλασμός και η κακή ή πρόχειρη συμπληρωματική διατροφή που, λόγω απουσίας πολιτικών ενίσχυσης του θηλασμού στα χαμηλά κοινωνικο-οικονομικά στρώματα και των καλών πρακτικών διατροφής, καταλήγει να είναι στην υπηρεσία ενίσχυσης των κοινωνικο-οικονομικών ανισοτήτων και ανισοτήτων υγείας. Γιατί σε μια κοινωνία όπου οι εμβολιασμοί και η διατροφή των παιδιών αντιμετωπίζονται με τους κανόνες της ελεύθερης αγοράς, όποιος «θέλει» και όποιος «μπορεί», το αποτέλεσμα είναι οι καλές πρακτικές να εφαρμόζονται από άτομα και οικογένειες υψηλού επιπέδου εκπαίδευσης ή κοινωνικο-οικονομικού, όταν η πολιτεία έχει χρέος πρώτιστα να προωθήσει τις καλές πρακτικές στα χαμηλού επιπέδου εκπαίδευσης στρώματα που πλήττονται περισσότερο από τις κακές πρακτικές. Με άλλα λόγια, οι φτωχές οικογένειες με μεγαλύτερους κινδύνους υγείας και χαμηλότερο δυναμικό υγείας ας «επιλέξουν» να μην  εμβολιάζονται, ας μην θηλάζουν, ας μην τρώνε σωστά, ενώ οι πλούσιες και εκπαιδευμένες οικογένειες ας επιλέξουν να ενισχύσουν και άλλο την υγεία των παιδιών τους και το δυναμικό της μέσω θηλασμού διατροφής και εμβολίων.

Πριν λίγες μόλις εβδομάδες η αρμόδια αρχή, το Υπουργείο Υγείας μέσα από την Εθνική Επιτροπή Εμβολιασμών, εξέδωσε το καινούργιο συνιστώμενο πρόγραμμα εμβολιασμών 2015 για παιδιά και εφήβους, όπου μέσα του δεν αναφέρεται το εμβόλιο της μηνιγγίτιδας Β ούτε σε μια λέξη. Αν αυτό είναι πραγματικά το συμπέρασμα, ότι δεν συνιστάται να γίνει μαζικός εμβολιασμός στην Ελλάδα ενάντια στην μηνιγγίτιδα Β – συμπέρασμα που επί του παρόντος ισχύει για τριάντα από τριάντα μία χώρες της Ευρώπης – , ας βγουν οι αρμόδιες αρχές σθεναρά να το δηλώσουν και να το επικοινωνήσουν σε όλους, σε κοινό και σε επαγγελματίες υγείας. Μια κυβέρνηση που θέλει να λέγεται αριστερή πρέπει επειγόντως να ασχοληθεί με το θέμα, να επαναπροσδιορίσει αν χρειάζεται κατά πόσο πρέπει να αλλάξει ή όχι η απόφαση – ίσως με εμβολιασμό στην προεφηβική ηλικία κατά τη γνώμη μου αλλά όχι επί του παρόντος από την βρεφική. Αν όμως δεν αλλάξει η σύσταση – συμπέρασμα των  εμπειρογνωμόνων της χώρας, τότε η ελληνική πολιτεία πρέπει να πάρει σθεναρά μέτρα για να σταματήσει μια ακόμα οικονομική αιμορραγία της ελληνικής οικογένειας. Να βγει άμεσα και να πει ότι ο εμβολιασμός αυτός δεν χρειάζεται να γίνει στον υγιή πληθυσμό παιδιών, να επιτύχει ενιαία στάση στο θέμα των επαγγελματιών υγείας και των συλλόγων τους, και κυρίως να μαζέψει την συχνά απροκάλυπτη άμεση προς το ευρύ κοινό και έμμεση μέσω επαγγελματιών πίεση της εταιρίας για να αγοράζουν οι γονείς ένα πανάκριβο εμβόλιο από την τσέπη τους.

Αριστερή είναι μια κυβέρνηση που πασχίζει να μειώσει τις ανισότητες υγείας, να αναστρέψει ενεργά τον «φυσικό ρου» επίτασης των ανισοτήτων υγείας, προάγοντας την υγεία στα ευαίσθητα κομμάτια του παιδικού πληθυσμού, μέσω ενεργής προαγωγής σε αυτά του μητρικού θηλασμού, της σωστής παιδικής διατροφής, της πρόληψης των παιδικών ατυχημάτων και των κατάλληλων εμβολιασμών. Περιμένουμε άμεσες ενέργειες και έργα σε όλους αυτούς τους τομείς.

Στέλιος Παπαβέντσης MBBS MRCPCH DCH IBCLC 2015 – pediatros-thes.gr

http://vaccine-schedule.ecdc.europa.eu/Pages/Scheduler.aspx

Το περιεχόμενο της ιστοθέσης είναι μόνο για ενημερωτικό σκοπό και δεν θα πρέπει να αντικαθιστά οποιαδήποτε ιατρική συμβουλή, διάγνωση ή και θεραπεία που χορηγείται από τον γιατρό σας ή από τον εξειδικευμένο επιστήμονα υγείας.