Ήταν η μέρα που δεν έσπευσα να την παρηγορήσω, να προτείνω λύσεις ή να την ηρεμήσω, διώχνοντας μακριά για εκείνη όσα την ταλαιπωρούσαν.
Ήταν η μέρα που ξεκίνησα να εφαρμόζω την ενεργητική ακρόαση.
Ήθελε να πάει στα γενέθλια της γιαγιάς με τα καινούργια της rollers. Της τα είχαν κάνει δώρο μόλις το προηγούμενο απόγευμα, καλά καλά δεν ισορροπούσε κι ήθελε μ’ αυτά να διασχίσει δυο τετράγωνα. Να την κρατήσω ήταν αδύνατο – είχα να κουβαλήσω το δώρο της γιαγιάς, λουλούδια και δυο τσάντες με τάπερ προς επιστροφή, χώρια που ο μικρός είχε ήδη δηλώσει ότι θα ερχόταν με το ποδήλατο. Χρειαζόταν όχι να έχω απλώς τα μάτια μου δεκατέσσερα, αλλά να χωριζόμουν σε δύο κομμάτια για να βεβαιωθώ ότι θα φτάναμε όλοι καλά.
Με είχε πιάσει απελπισία. Έκλαιγε και φώναζε, η ώρα είχε περάσει και το ευκολότερο ήταν να της σερβίρω έτοιμη τη λύση. Να κόψουμε λίγο δρόμο και να γλιτώσουμε άλλο τόσο δράμα.
Αλλά δεν το έκανα. Είχα μόλις τελειώσει το βιβλίο Τα Μυστικά του Αποτελεσματικού Γονέα (εκδ. Μάρτης), στο οποίο ο Thomas Gordon περιγράφει ανάμεσα σε άλλα και την τεχνική της ενεργητικής ακρόασης. Ήξερα ότι βρισκόμουν μπροστά σ’ ένα ανοιχτό παράθυρο: ήταν η ευκαιρία μου να τσεκάρω στην πράξη αν η προσέγγιση του πρωτοπόρου ψυχολόγου που είχε προταθεί τρεις φορές για Νόμπελ ήταν πράγματι αποτελεσματική.
Άφησα κάτω όλα όσα κρατούσα, κάθισα δίπλα της και ξεκίνησα την ενεργητική ακρόαση.
Από μέσα μου έτρεμα: Λέω άραγε τα σωστά πράγματα; Κι αν κάνω λάθος; Προφανώς το παιδί έχει ταραχτεί πολύ για να αντιδρά έτσι, μήπως να συνεχίσω να κάνω αυτό που κάνω πάντα και να αφήσω τα πειράματα;
Σε κάθε πρόταση που έβγαινε από το στόμα μου, πίστευα ότι η εξάχρονη τότε Δανάη θα σταματούσε ξαφνιασμένη για να ξεστομίσει κάτι του τύπου «Μαμά, τι έχεις πάθει; Γιατί μιλάς έτσι;».
Δεν το έκανε.
Αυτό που έκανε ήταν να βγάλει στη φόρα τα πάντα, όλα όσα την είχαν ταράξει. Φυσικά και δεν ήταν μόνο ότι ήθελε να ξανανέβει στα rollers και πρακτικά δεν γινόταν. Στα λίγα λεπτά που εφάρμοσα την ενεργητική ακρόαση βγήκαν στην επιφάνεια και άλλα θέματα, όπως η αδικία που ο αδερφός της μπορούσε να έρθει με το ποδήλατο, αλλά εκείνη όχι με τα rollers, η αδυναμία της να βρίσκει λύσεις και η απαίτηση να τις βρίσκω εγώ για εκείνη κι άλλα τόσα θέματα που ήξερα ότι είχε να δουλέψει τότε.
Η λύση ήταν ξεκάθαρη στο μυαλό μου από τα πρώτα λεπτά, αλλά αντιστάθηκα. Γιατί αν της την είχα δώσει, θα είχα κλείσει εκείνο το παράθυρο που θα της άφηνε την ελευθερία και το δικαίωμα να αναλαμβάνει η ίδια την ευθύνη του εαυτού της, να νιώθει δυνατή και ικανή να βρίσκει λύσεις, αλλά και που θα της έδινε τη σιγουριά ότι ήμουν εκεί για να την ακούσω.
Περίμενα με υπομονή να βγάλει από μέσα της όσα αισθανόταν και το έκανε.
Περίμενα με υπομονή να βρει μόνη της τη λύση και το έκανε.
Κι όταν αυτό συνέβη, ήμασταν κι οι τρεις έτοιμοι μέσα σε δευτερόλεπτα (με τα rollers μέσα στην τσάντα για να τα φορέσει αφού θα φτάναμε στη γιαγιά) και το σημαντικότερο, με μια σπίθα αυτοπεποίθησης που είχα καιρό να δω στα μάτια της Δανάης.