Πριν από 17 χρόνια ταξίδεψα στην Μόσχα για να συναντήσω την 2 ετών κορούλα μου. Οι συνάδελφοι μου, μου είχαν πει, «Είναι πολύ ανιδιοτελές αυτό που κάνεις. Σώζεις μια ζωή!» και οι γείτονες μου είχαν θαυμάσει την γενναιοδωρία μου, «Θα μπορούσες με τα χρήματα αυτά να πας ένα ταξίδι στη Ρώμη!». Ήθελα να τους φωνάξω, «Όχι, δεν καταλάβατε! Την υιοθεσία δεν τη κάνω για το παιδί. Για μένα την κάνω!». Δεν σκεφτόμουν το μωράκι στο ορφανοτροφείο που αν δεν το υιοθετούσε κάποιος, όταν γινόταν 16 θα αναγκαζόταν να ζήσει στους δρόμους και μάλλον θα κατέληγε να γίνει εγκληματίας. Μετά από ένα διαζύγιο και αρκετές αποτυχημένες σχέσεις, είχα φτάσει πια στο σημείο που ήμουν αποφασισμένη να πάρω τη ζωή μου στα χέρια μου.
Ήθελα να γίνω μητέρα. Τόσο απλά.
Σκέφτηκα προσεκτικά όλες τις εναλλακτικές. Η εγκυμοσύνη είχε κινδύνους δεδομένης της ηλικίας και του ιατρικού ιστορικού μου (είχα καρκίνο του στήθους παλιότερα). Από την άλλη, η υιοθεσία εντός της χώρας θα έπαιρνε χρόνια. Καθώς η γιαγιά μου είχε έρθει από την Ρωσία όταν ήταν μικρή, ένιωθα ένα δεσμό με εκείνη τη χώρα.
Εξομολόγηση No. 1
Την τελευταία στιγμή παραλίγο να κάνω πίσω. Ήμουν μόνη σε ένα ξενοδοχείο στην Μόσχα όπου οι κατσαρίδες έκαναν πάρτι. Την επόμενη μέρα ήταν η ακρόαση σχετικά με την υιοθεσία. Η υπεύθυνη του πρακτορείου υιοθεσιών μου είχε πει, «Αν είναι να αλλάξεις γνώμη, καλύτερα να το κάνεις πριν την ακρόαση και όχι μετά».
Ήμουν πολύ νευρική.
Είχα επισκεφθεί το ορφανοτροφείο για να δω το παιδάκι που προοριζόταν για εμένα και δεν είχα αισθανθεί τίποτα. Αρχικά νόμιζα ότι ήταν το λάθος παιδί. «Δεν είναι το παιδάκι που είδα στο βίντεο,» είπα στην διερμηνέα. «Σε παρακαλώ μπορείς να το ελέγξεις;» Αλλά ήταν. Το κοριτσάκι αυτό έτρεξε μακριά μου αφού πέταξε στο πάτωμα την κουκλίτσα που της είχα φέρει.
«Μαμά, είμαι ερωτευμένη» – Πώς θα νιώσετε όταν η κορούλα σας πει για τον πρώτο της έρωτα;
Εξομολόγηση No. 2
Η ακρόαση για την υιοθεσία ήταν μια σουρεαλιστική εμπειρία. Ένιωθα ότι είχα χάσει την επαφή με το ίδιο μου το σώμα, ότι έβλεπα τον εαυτό μου από απόσταση. Όταν πήγα να πάρω την κόρη μου από το ορφανοτροφείο, έβαλε τα κλάματα όταν η Ρωσίδα νοσοκόμα που την φρόντιζε, την παρέδωσε σε εμένα. Της την έδωσα πίσω! Συνήθως, όταν διηγούμαι την ιστορία, λέω ότι την έδωσα πίσω ώστε η παχουλή, καλοσυνάτη γυναίκα να την παρηγορήσει λίγο αλλά η αλήθεια είναι ότι πιστεύω, εκείνη τη στιγμή, πραγματικά ήθελα να τη δώσω πίσω. Νομίζω ήταν μια ενστικτώδης αντίδραση. Ήμουν κατατρομαγμένη και αναρωτιόμουν τι είχα κάνει;
Εξομολόγηση No. 3
Τα πρώτα χρόνια ήταν δύσκολα. Η μικρή είχε πολλά ξεσπάσματα, ειδικά όταν έμπαινε στο αμάξι. Ήμουν πολύ τυχερή επειδή βρήκα ένα παιδικό σταθμό στο ίδιο κτίριο που ήταν η δουλειά μου γιατί μετά από τρεις μήνες που περνούσαμε όλες τις ώρες μαζί, έπρεπε να επιστρέψω στην δουλειά. Έβαζε τις φωνές κατά τη διάρκεια όλης της διαδρομής, από και προς εκεί. Αλλά υπήρχαν και στιγμές απόλυτης ευτυχίας. Η περιέργειά της δεν είχε όρια, «Κοίτα τα πουλάκια Μαμά», «Κοίτα τον ουρανό», «Κοίτα όλα αυτά τα χρώματα».
Όταν έφτασε στην εφηβεία, εμφανίστηκαν διάφορα θέματα. Εκδήλωσε κάποιες επικίνδυνες συμπεριφορές. Έφευγε από το σχολείο χωρίς άδεια, έβγαινε μέχρι αργά και δεν γυρνούσε μέχρι τα ξημερώματα και με έβριζε. Όλα αυτά με οδήγησαν στο να αναζητήσω την παρέμβαση ψυχολόγου. Οι φίλοι μου με ρώτησαν, «Δεν το έχεις μετανιώσει ε; Θα έκανες ξανά την ίδια επιλογή αν μπορούσες;» Η αλήθεια ήταν ότι είχαν υπάρξει στιγμές που είχα αναρωτηθεί, «Τι στο καλό έκανα;»
Παρά αυτές τις σκοτεινές σκέψεις, που ίσως όλοι οι γονείς τις έχουν περιστασιακά, είτε βιολογικά είτε μέσα από υιοθεσία, αυτό το παιδί είναι δικό μου. Την αγαπώ με τέτοιο τρόπο που δεν θα μπορούσα να είχα αγαπήσει κανέναν άλλον!
Πρόσφατα έκλεισε τα 19. Τα πράγματα έχουν ηρεμήσει πλέον. Εκείνη είναι πολύ πιο ήρεμη. Αλλά διαφέρουμε πολύ σαν άνθρωποι. Εμένα μου αρέσει να διαβάζω, εκείνη σχεδόν το απεχθάνεται. Απολαμβάνω την άσκηση, εκείνη παραπονιέται όταν πρέπει να βγάλει βόλτα τον σκύλο. Πιστεύω ότι όλοι οι γονείς έχουν προσδοκίες από τα παιδιά τους, γιατί μας αρέσει όταν βλέπουμε ένα στοιχείο του εαυτού μας, σε εκείνα.
Όμως, όταν τα παιδιά μας δεν ανταποκρίνονται στις προσδοκίες μας, όταν δεν μας μοιάζουν με τον τρόπο που ελπίζαμε, τι κάνουμε; Το σίγουρο είναι ότι δεν μπορούμε να τα δώσουμε πίσω. Οπότε απλά συνεχίζουμε να τα αγαπάμε. Τα αγαπάμε και τα αποδεχόμαστε όπως είναι. Ίσως αυτό να σημαίνει κιόλας, αγάπη άνευ όρων!