Σε μια μελέτη που δημοσιεύτηκε στο «Journal of Experimental Child Psychology», η συνήθεια των παιδιών να μιλάνε με τους φανταστικούς τους φίλους μπορεί να ωθήσει στην ανάπτυξη ενός εσωτερικού διαλόγου με τους εαυτούς τους.
Την περίοδο που ξεκινάει η εσωτερίκευση των μουρμουρητών και τα ξεσπάσματά τους γίνονται πιο χαμηλόφωνα, τότε εμφανίζεται το φαινόμενο της δυνατής ομιλίας στο παιχνίδι, περίπου μέχρι την ηλικία των επτά ετών.
Αυτή η «προσωπική» ομιλία, έχει αποδεδειγμένα φανεί ότι βελτιώνει τις επιδόσεις των παιδιών σε εργασίες, όπως ο σχεδιασμός και η επίλυση παζλ.
Επιπρόσθετα, μια έρευνα παρουσίασε πως τα παιδιά που έχουν φανταστικούς φίλους χρησιμοποιούν περισσότερο την «προσωπική» ομιλία σε αντίθεση με εκείνα που δεν έχουν. Όσο σημαντική είναι η συναναστροφή των παιδιών με ενήλικες, τόσο είναι και η συνομιλία με τους «φανταστικούς φίλους» διότι βοηθάει στην ανάπτυξη της ομιλίας τους.
Για την πραγματοποίηση της μελέτης συμμετείχαν 148 παιδιά περίπου 5 ετών, καθώς και οι μητέρες τους, σε μια προσποιητή επίσκεψη σε ένα κατάστημα παγωτού σε ένα πανεπιστημιακό εργαστήριο του Ηνωμένου Βασιλείου με παιχνίδια.
Μετά την επίσκεψη, η μητέρα καθόταν σε μια γωνία ανάγνωσης, ενώ το παιδί έπαιζε στο πάτωμα με τα παιχνίδια και αυτό καταγράφονταν από δύο κάμερες. Τα μουρμουρητά και οι ψίθυροι χαρακτηρίστηκαν ως ιδιωτική ομιλία.
Σε ξεχωριστές συνεντεύξεις, τα παιδιά ερωτήθηκαν αν είχαν ένα φανταστικό σύντροφο, το όνομα του φίλου και το φύλο, καθώς και άλλες λεπτομέρειες.
Σχεδόν τα μισά από τα παιδιά, δήλωσαν ότι έχουν φανταστικούς συντρόφους στο παιχνίδι και μόλις πάνω από τα δύο τρίτα των φίλων ήταν αόρατοι.
Οι μισές από τις μητέρες γνώριζαν τους «φίλους». Τα παιδιά με φανταστικούς συντρόφους πραγματοποίησαν διπλάσιους «προσωπικούς διαλόγους»κατά τη διάρκεια του ελεύθερου παιχνιδιού από τα παιδιά χωρίς φανταστικούς φίλους.
Κλείνοντας, δε βρέθηκε κάποια σχέση μεταξύ των φανταστικών συντρόφων και το φύλο των παιδιών.
Πηγή: www.govastileto.gr