Γιατί βιαζόμαστε να μεγαλώσουν;
Την αποκαλούμε «σχολική ηλικία». Ξεκινά μαζί με το Δημοτικό… Από τα 6, 7 και μετά, από τα 9 έως τα 12, τα 14… Είναι τα χρόνια του σχολείου. Κάτι σημαντικό αλλάζει για τα παιδιά. Κάτι σημαντικό, κάτι πολύτιμο, συμβαίνει στη ζωή τους που ίσως να το προσπερνάμε. Με βιασύνη.
Της Λαμπρινής Σταμάτη
Τα χρόνια του σχολείου σαν κάτι να χάνουμε ως γονείς. Στην βρεφική ηλικία, στην προσχολική ηλικία, εστιάζουμε. Το ψάχνουμε. Περιμένουμε. Προσέχουμε, φροντίζουμε το περιβάλλον, τα ερεθίσματα, τη διατροφή… Όμως κάπου εκεί, μετά την πρώτη Δημοτικού, σαν να πατάμε γκάζι. Τρέχουμε πίσω από μαθήματα, βαθμούς, δραστηριότητες, πάρτυ, tablets, ηλεκτρονικά παιχνίδια, υποχρεώσεις… Σαν ένα βουνό από «πρέπει» να μας κυνηγάει.
Σαν να τα προσπερνάμε πολύ γρήγορα και βιαστικά αυτά τα χρόνια, από τα 6 έως τα 12, τα 13, τα 14. Ακόμα και τη λέξη «προ – εφηβεία» φαίνεται να την προσθέτουμε στο λεξιλόγιό μας από πολύ νωρίς. Παραζαλισμένοι από τις «τάσεις της εποχής», από το ρυθμό των περισσοτέρων γύρω μας, μοιάζει να αρχίζουμε από πολύ νωρίς να προπονούμε τα παιδιά για την ενήλικη ζωή, για τις σπουδές, για τα φλερτ, για τις κοινωνικές εντάσεις…
Αυτός ο ενδιάμεσος χρόνος που συμπιέζεται, όμως, από τα 6 έως τα 14, είναι η καρδιά της παιδικής ηλικίας. Είναι χρόνος πολύτιμος, μοναδικός, ανεπανάληπτος. Μερικές φορές αρκεί και μόνο πια παύση για να μπορέσουμε να τον εκτιμήσουμε. Και μια απόφαση: να τον χαρούμε, να τον τιμήσουμε όπως του αξίζει, να τον προστατεύσουμε.
Εστιάζοντας απλά την προσοχή μας…
Στο παιχνίδι!
“Μικρός ή μεγάλος…τι είμαι τελικά;”
Τα παιδιά σε αυτή την ηλικία έχουν απόλυτη ανάγκη το παιχνίδι. Παιχνίδι με τα όλα του. Στη φύση, σε ανοιχτό χώρο, σε μεγάλη ή σε μικρότερη κλίμακα, με παρέα ή χωρίς. Παιχνίδι αυτοσχεδιαστικό, παιχνίδι που γεννιέται από το τίποτα, παιχνίδι που αναπτύσσεται και εξελίσσεται δημιουργικά όταν το παιδί έχει ελεύθερο χρόνο, χρόνο να αφοσιωθεί σε αυτό, με το δικό του ρυθμό, χωρίς τη δομή, τις οδηγίες, την καθοδήγηση που υπάρχει στις οργανωμένες δραστηριότητες.
Στην απλοποίηση!
Αν αφήσουμε στα παιδιά ελεύθερο χρόνο, αν αφήσουμε ανάσες και διαλείμματα στο πρόγραμμά τους (αντί να το φορτώνουμε με όλο και περισσότερες δραστηριότητες και υποχρεώσεις), τότε θα βρουν αυτό που πραγματικά έχουν ανάγκη σε αυτή την ηλικία. Την ευκαιρία να ονειροπολήσουν, να παίξουν, να ξεκουράσουν το σώμα τους που αναπτύσσεται ή να πειραματιστούν και να δοκιμάσουν τα όριά του. Την ευκαιρία να εξερευνήσουν, να διαβάσουν, να σκεφτούν, να αναζητήσουν. Την ελευθερία να καλλιεργήσουν τις πρωτότυπες, υπέροχες και δημιουργικές ιδέες τους.
Στην αυτονομία!
Φυσικά διαφορετικές δόσεις αυτονομίας έχει ανάγκη ένα παιδί των έξι ετών, των 10 ετών, των 13 ετών. Και φυσικά αυτονομία δεν σημαίνει έλλειψη ορίων και κανόνων. Δεν σημαίνει απόλυτη ελευθερία στη χρήση της τεχνολογίας, ούτε απόλυτη παράδοση στην πίεση από την παρέα των συνομηλίκων. Η αυτονομία σε αυτή την ηλικία δεν είναι η αυτονομία που ζητά ένα παιδί στα πρόθυρα της ενηλικίωσης. Έχει και όρια και κανόνες. Έχει και φροντίδα για την ασφάλεια, όπως και όσο κάθε φορά απαιτείται. Η κάθε οικογένεια θα το φροντίσει, όπως το νοιώθει, στο βαθμό που αισθάνεται άνετα, καλά.
Η αυτονομία έχει την απόφαση και την εσωτερική θέση των γονιών να σταθούν δυο βήματα πίσω, να πάρουν απόσταση από την τάση τους για έλεγχο και προστασία. Την απόφαση να επιτρέψουν να υπάρξει χώρος και χρόνος για αυτόνομη δράση. Κάπως έτσι δεν καλλιεργείται άλλωστε και η προσωπική ευθύνη; Μπορεί να είναι η ελευθερία που προσφέρεται σε ένα 9άχρονο να ψωνίσει μόνος του σε ένα κατάστημα, ενώ οι γονείς του είναι στον διπλανό διάδρομο. Μπορεί να είναι η ευκαιρία που δίνεται σε μια παρέα παιδιών να περπατήσουν μόνα τους ένα τετράγωνο ή να διανύσουν μια απόσταση με το ποδήλατο ή να βρεθούν σε μια μυστική κρυψώνα, λίγο πιο ‘κει, για να πουν τα δικά τους…
Στην παιδικότητα!
Είναι πολύτιμη η παιδικότητα των παιδιών σε αυτή την ηλικία, από τα 6 έως τα 14, (ακόμα και αργότερα). Πολύτιμη. Ευαίσθητη. Και εύθραυστη. Η τάση της εποχής, μας σπρώχνει να συμβιβαζόμαστε βιαστικά με διάφορα «μικρομέγαλα» σε συμπεριφορές και αντιδράσεις. Το αποδεχόμαστε (για να μην πω να το ενθαρρύνουμε…). Δεχόμαστε με ευκολία το «βαριέμαι» ή «είμαι cool» ή «μεγάλωσα για αυτά…». Δεχόμαστε μια σκληρότητα και μια απάθεια που έρχονται πολύ χωρίς (και βρίσκουν χώρο). Αντίδοτο δεν μπορεί παρά να είναι οι οικογενειακές δραστηριότητες. Το «μαζί» σε ότι τροφοδοτεί την αναζήτηση, τη χαρά, τη συντροφικότητα, τη δημιουργικότητα, την έκφραση, την τέχνη. Με αγάπη και διάθεση για σύνδεση. Οι γονείς χρειάζεται να μπουν στο παιχνίδι, με πρόταση και με ευγένεια. Να οδηγήσουν και να καθοδηγήσουν σε δραστηριότητες που θρέφουν την παιδικότητα των παιδιών, σε όλη τη διάρκεια της σχολικής ηλικίας. Να την ενθαρρύνουν, να της δώσουν αξία.
Έτσι, με αυτό τον βηματισμό, με παύσεις που τιμούν και δίνουν αξία στο πέρασμα από την ηλικία των έξι, των οκτώ, των εννιά, των 12, των 14…, δυναμώνουμε και τα θεμέλια στη σχέση μας με τα παιδιά. Θεμέλια πολύτιμα κι αυτά, για την εφηβεία που έρχεται.