Το ιδανικό του “κοιμάμαι σαν μωρό” δεν είναι παρά ευσεβής πόθος…
Ο καθηγητής ανθρωπολογίας James McKenna είναι εξειδικευμένος σε θέματα ασφαλών πρακτικών ύπνου σε βρέφη, ειδικότερα στις περιπτώσεις στις οποίες οι γονείς ενδιαφέρονται για ύπνο του βρέφους στο κρεβάτι των γονέων. Διευθύνει το εργαστήριο συμπεριφορικής μελέτης του ύπνου μητέρας -βρέφους στο τμήμα Kαλών Tεχνών και Γραμμάτων στο Πανεπιστήμιο Notre Dame της Indiana.
[babyPostAd]Ο Dr. MacKenna θα έρθει στην Ελλάδα στις 27 Μαΐου 2017 ως προσκεκλημένος ομιλητής στο 10ο Ετήσιο Σεμινάριο Πιστοποιημένων Συμβούλων Γαλουχίας και με αυτή την αφορμή έδωσε μια πολύ ενδιαφέρουσα συνέντευξη στα Ψυχο-γραφήματα.
Έχετε υποστηρίξει στις δημοσιεύσεις σας ότι οι αφυπνίσεις είναι ωφέλιμες για τα μωρά. Είναι πραγματικά επωφελής η βρεφική διέγερση κατά τη διάρκεια της νύχτας σε σχέση με τον απρόσκοπτο ύπνο;
Με λίγα λόγια, ναι. Με βάση την δική μου επιστημονική έρευνα αλλά και άλλων συναδέλφων, αντιτίθεμαι στις κυρίαρχες αντιλήψεις, ότι δηλαδή ο συνεχής, αδιάσπαστος ύπνος του βρέφους είναι φυσιολογικός. Απορρίπτω πλήρως αυτή την πρόταση.
Στην πραγματικότητα πιστεύω ότι η εμμονή μας με τα βρέφη «που κοιμούνται όλη νύχτα» από την αρχή της ζωής αλλά και γενικότερα η αντίληψη που συνδέεται με το ιδανικό του «κοιμάμαι σαν μωρό», δεν είναι παρά ευσεβής πόθος. Ακόμα πιο αντίθετο με βρίσκει, όμως, η επιβλαβής και αστήρικτη επιστημονικά αντίληψη που διαπνέει την κουλτούρα της χορήγησης αγελαδινού γάλακτος προκειμένου να «ωφεληθεί» το βρέφος από μη διακεκομμένο ύπνο.
Θεωρώ ότι αυτή η εντύπωση του τι σημαίνει «κοιμάμαι σαν μωρό» εξηγεί γιατί τόσα από τα βρέφη μας υποτίθεται ότι αντιμετωπίζουν διαταραχές ύπνου. Ο ισχυρισμός μου είναι ότι τα περισσότερα βρέφη δεν αντιμετωπίζουν κάποια διαταραχή, αλλά ότι οι γονείς υποστηρίζουν ένα επιβεβλημένο πολιτισμικό μοντέλο που επιτάσσει τον τρόπο με τον οποίο πρέπει να κοιμούνται τα βρέφη, που όμως δεν σχετίζεται καθόλου με τον τρόπο με τον οποίο πραγματικά κοιμούνται τα βρέφη.
Επιπλέον, πιστεύω ότι τα τρέχοντα μοντέλα που προωθούνται από παιδίατρους ερευνητές που μελετούν τον ύπνο, παραβλέπουν τις μεθόδους σίτισης και τη σημασία του θηλασμού και του μητρικού γάλακτος.
Έχω υποστηρίξει σε άρθρα τα οποία μπορείτε να βρείτε στο διαδίκτυο, ότι, όχι μόνο αυτοί οι πολιτισμικά επιβεβλημμένοι στόχοι ύπνου για τα βρέφη και οι ανάλογες πεποιθήσεις επηρέασαν τους γονείς επιβλαβώς, αλλά και οδήγησαν στην υιοθέτηση βιολογικά ανάρμοστων προτύπων και μη ρεαλιστικών προσδοκιών, ως προς το πώς υποτίθεται ότι κοιμούνται τα βρέφη. Υποστηρίζω ότι αυτά τα μοντέλα θέτουν άσκοπα ως προτεραιότητα την παγίωση των συνηθειών ύπνου των βρεφών και εκτοπίζουν αυτό που είναι πραγματικά σημαντικό για τα βρέφη κατά το πρώτο έτος της ζωής τους: τον θηλασμό, ο οποίος απαιτεί από τα μωρά να ξυπνούν συχνά. Ο συχνός θηλασμός και ο δεσμός με τη μητέρα που τον συνοδεύει είναι απαραίτητος για τη βέλτιστη ανάπτυξη του εγκεφάλου και του ανοσοποιητικού συστήματος των βρεφών. Υποστηρίζω ότι η εμμονή των επιστημόνων με το μοναχικό ύπνο ως φυσιολογική και βέλτιστη συνθήκη, που προτάσσεται ως ιδανική στις έρευνες σχετικά με τον ύπνο των νηπίων, είναι αβάσιμη και δεν προσθέτει γνώση πάνω στον τρόπο που κοιμάται το ανθρώπινο βρέφος.
Οι πρώτες μου μελέτες αποσκοπούσαν στο να καταδείξουμε ότι μόνο με την εξαγωγή μετρήσεων για τον ύπνο του βρέφους στο πλαίσιο που η μητέρα θηλάζει και κοιμάται μαζί του, θα μπορούσαμε ν’ αρχίσουμε να κατανοούμε με μεγαλύτερη ακρίβεια σε τι συνίσταται πράγματι ο υγιής βρεφικός ύπνος. Η κατάργηση των τριών βασικών χαρακτηριστικών του φυσιολογικού ύπνου, δηλαδή της στάσης του – που από ανάσκελα όπου διευκόλυνε το θηλασμό, μεταβλήθηκε σε ύπνο μπρούμυτα – της μεθόδου σίτισης (ο θηλασμός αντικαταστάθηκε από το μπιμπερό) και του χώρου του ύπνου – η τοποθέτηση της κούνιας των βρεφών από το πλάι της μητέρας μεταφέρθηκε σε ξεχωριστό απομονωμένο δωμάτιο, ενθάρρυνε και προήγαγε την επιδημία του αιφνίδιου βρεφικού θανάτου.
Αυτές οι πρακτικές που υποστηρίχθηκαν από το σύγχρονο πολιτισμό πιθανώς να οδήγησαν στο θάνατο περίπου 600.000 νηπίων από το σύνδρομο αιφνίδιου βρεφικού θανάτου (SIDS), εν μέρει επειδή η κοινωνία μας προήγαγε ένα είδος πρόωρου, βαθέος, απρόσκοπτου ύπνου, σε αποστερημένα αισθητηριακά περιβάλλοντα, για τα οποία το ευάλωτο και νευρολογικώς ανώριμο ανθρώπινο βρέφος δεν ήταν – και δεν είναι- έτοιμο από βιολογικής άποψης.
Ο ελαφρύτερος ύπνος που προκαλούν οι συνεχείς αφυπνίσεις αποτελεί στην πραγματικότητα ασφαλέστερο ύπνο για τα βρέφη, ειδικά για το επίπεδο νευρολογικής ωριμότητας στο οποίο βρίσκονται.
Αυτό που θα ήθελα να προτείνω είναι ότι η αγκαλιά, η επαφή, η ανταπόκριση και το περπάτημα μαζί με τα βρέφη, δεν τα βλάπτει ποτέ. Τα ανθρώπινα βρέφη είναι πρωτεύοντα θηλαστικά και ως είδος δεν χορταίνουν τις αγκαλιές και τα χάδια! Αν διεγείρουμε τα βρέφη περισσότερο κατά τη διάρκεια της ημέρας, παραμένουν περισσότερο διεγερμένα τη νύχτα, πράγμα που σημαίνει ότι δεν κοιμούνται τόσο βαθιά. Η έρευνά μας δείχνει ότι όσο πιο διεγερμένα είναι τα βρέφη τόσο λιγότερο χρόνο περνούν στο στάδιο 3-4 του βαθύτερου ύπνου. Αυτό θα μπορούσε ενδεχομένως να τα βοηθήσει να ξυπνήσουν τη νύχτα από ένα πολύ βαθύτερο στάδιο ύπνου, προκειμένου να σταματήσουν μια άπνοια ή μια παύση της αναπνοής. Τα παιδιά που δεν εκτίθενται σε αρκετά ερεθίσματα, δεν διεγείρονται αρκετά και δυσκολεύονται στην αφύπνιση.
Και πάλι, κάποιοι μπορεί να το θεωρούν κακό, αλλά πιστεύω ότι είναι καλό, καθώς αποτελεί προστασία από το σύνδρομο αιφνίδιου βρεφικού θανάτου. Το πρόβλημα με τα μωρά που πεθαίνουν αιφνιδίως δεν είναι ότι ήταν πολύ διεγερμένα, αλλά αντίθετα πολύ λίγο. Πολλά βρέφη που πέθαναν ξαφνικά δυσκολεύονταν να ξυπνήσουν, συχνά έμοιαζαν να νυστάζουν και έδειχναν μάλλον αφηρημένα, όπως περιγράφουν οι γονείς τους (πριν τους θανάτους των παιδιών τους). Θα μπορούσε να ειπωθεί ότι δεν ήταν σε θέση να διεγερθούν αρκετά ή ότι είχαν πολύ λίγη εξάσκηση ώστε να βελτιωθούν σε αυτό.
Τι άλλο επιτυγχάνουν οι νυχτερινές αφυπνίσεις και ποια είναι η σχέση μεταξύ της αφυπνίσεως και ενός βρέφους που κοιμάται κατά τη διάρκεια όλης της νύχτας;
Όπως αναφέρθηκε παραπάνω, οι αφυπνίσεις βοηθούν το μωρό να αναπνέει πιο σταθερά με την πάροδο του χρόνου και με σταδιακά μεταβαλλόμενους καρδιακούς παλμούς και αναπνοή. Η μεταβλητότητα στα μοντέλα αναπνοής των βρεφών είναι συνήθως θετική, καθώς συχνά συνδέεται με σημαντικές εισπνοές οξυγόνου, οδηγώντας σε βραχύτερες άπνοιες σε βαθύ στάδιο ύπνου από το οποίες οι αφυπνίσεις μπορεί να είναι δύσκολες. Επιπλέον, εφόσον με την εξάσκηση επέρχεται βελτίωση, τότε όσες περισσότερες αφυπνίσεις προκαλούνται από διάφορες μορφές συν-κοίμισης, τόσο καλύτερα αναπτύσσονται οι δεξιότητες διέγερσης που ενδεχομένως μπορούν να δράσουν προστατευτικά.
Τα βρέφη δεν είναι προορισμένα να κοιμούνται καθ’ όλη τη διάρκεια της νύχτας τουλάχιστον για τους πρώτους έξι μήνες της ζωής τους. Η φύση τους είναι να ξυπνούν συχνά για να θηλάσουν. Το μητρικό γάλα δεν έχει τέτοια θερμιδική ισχύ ώστε να βοηθάει το μωρό να κοιμάται, ολόκληρη νύχτα, με τον τρόπο που κάνει το αγελαδινό γάλα, το οποίο όμως είναι προφανώς σχεδιασμένο για τη βέλτιστη ανάπτυξη του εγκεφάλου των αγελάδων.
Σε αντίθεση με όσα οι περισσότεροι ερευνητές ισχυρίζονται ή τουλάχιστον κάνουν τους γονείς να πιστεύουν, η σταθεροποίηση του βρεφικού ύπνου δεν είναι υψίστης σημασίας βιολογικά για ένα βρέφος, ειδικά κατά τους πρώτους έξι μήνες της ζωής. Η κατανάλωση του μητρικού γάλακτος και η ανάπτυξη του ψυχικού δεσμού με τη μητέρα είναι που έχει σημασία, κάτι που είναι άμεσα συνδεδεμένο με τον τύπο ύπνου που απολαμβάνουν τα βρέφη.
Στην πραγματικότητα, αυτό που αποτελεί φυσιολογικό και υγιή βρεφικό ύπνο δεν μπορεί να υπάρξει ανεξάρτητα από το νυχτερινό θηλασμό, καθώς οι δύο συν-εξελίχθηκαν και σχεδιάστηκαν από τη φυσική επιλογή για να μεγιστοποιήσουν την υγεία και την ευημερία των βρεφών. Δυστυχώς, όταν ξεκίνησε η έρευνα για τον ύπνο των νηπίων στις δυτικές χώρες, θεωρούνταν φυσιολογικές οι μετρήσεις που αφορούσαν σε μωρά που έτρωγαν με μπιμπερό και κοιμούνταν απομονωμένα από τους γονείς. Αυτά τα δεδομένα δεν θα έπρεπε να θεωρούνται άξια αναπαραγωγής και διαιώνισης.
Η πρώτη δουλειά που ανατίθεται σε ένα βρέφος είναι να θηλάζει συχνά για να τροφοδοτεί τον αναπτυσσόμενο εγκέφαλό του που θα διπλασιαστεί σε μέγεθος κατά το πρώτο έτος της ζωής. Το μητρικό γάλα όχι μόνο θα διεγείρει και θα παρέχει τη βάση για τη βέλτιστη γενική ανάπτυξη, αλλά το διαδραστικό σύστημα χορήγησης (η αλληλεπιδραστική σχέση με την τροφό) θα συμβάλει στην αύξηση των νευρωνικών διασυνδέσεων μεταξύ διαφορετικών περιοχών του εγκεφάλου, συμπεριλαμβανομένων των κινητικών, συναισθηματικών, γνωστικών και κοινωνικών περιοχών, που ελέγχουν τις αναδυόμενες δεξιότητες και τα αντίστοιχα χαρίσματα.
Πώς εντάσσεται ο «κοινός ύπνος» στο πλαίσιο των πρακτικών παιδικής φροντίδας;
Ο κοινός ύπνος αναφέρεται σε κάθε κατάσταση στην οποία το βρέφος κοιμάται εντός του αισθητηριακού εύρους ενός αφοσιωμένου φροντιστή, επιτρέποντας στον καθένα από τους δυο να ανιχνεύει και να ανταποκρίνεται στα αισθητηριακά σήματα και τις νύξεις του άλλου (μυρωδιές, ψίθυροι, κινήσεις, ήχοι, θερμότητα.
Ο κοινός ύπνος μητέρας και βρέφους με ενδιάμεσο θηλασμό είναι η παλαιότερη και πιο επιτυχημένη διάταξη ύπνου του ανθρώπου. Ο από κοινού ύπνος παραμένει μια καθολική, διαπολιτισμική συμπεριφορά του ανθρώπινου είδους, μια αναμενόμενη και φυσιολογική ρύθμιση ύπνου που σχεδιάστηκε για να μεγιστοποιήσει την επιβίωση και την ευημερία των βρεφών. Μόνο σε σχετικά λίγες επιλεγμένες κουλτούρες (δυτικές, βιομηχανοποιημένες κοινωνίες) τα βρέφη έχουν κοιμηθεί αποστερημένα την παρουσία των θηλαζουσών μητέρων τους.
Το να μοιράζεσαι το ίδιο δωμάτιο με το βρέφος σου είναι το ίδιο με τον από κοινού ύπνο;
Ναι. Το να μοιράζεσαι ένα δωμάτιο ή τολμώ να πω να μοιράζεσαι τη μητέρα, ενδεχομένως επίσης να πληροί τις προϋποθέσεις μια ασφαλούς, απλής, μορφής κοινού ύπνου. Αυτή η μορφή του ύπνου από κοινού είναι ασφαλής για όλες τις οικογένειες και θα είναι, κατά τη γνώμη μου, η προτιμώμενη και προεπιλεγμένη ρύθμιση ύπνου, ειδικά για τα μη αποκλειστικά θηλάζοντα βρέφη. Τα βρέφη δεν χρειάζεται να βρίσκονται στο ίδιο κρεβάτι για να επωφεληθούν από τον κοινό ύπνο. Μπορούν να βρίσκονται σε μια κούνια δίπλα στο κρεβάτι, αρκεί το μωρό και η μητέρα ή ο πατέρας να είναι μέσα στην περιοχή αισθητηριακής αντίληψης ο ένας του άλλου. Το μόνο που χρειάζεται είναι να μπορείτε να αντιλαμβάνεστε άμεσα τις χειρονομίες και τις ζωτικές ενδείξεις που σας επικοινωνεί το βρέφος
Εάν το μωρό μου κοιμάται στην κρεβατοκάμαρά μου, πώς θα μάθει να κοιμάται στο δωμάτιό του;
Δεν προκαλεί έκπληξη, το γεγονός ότι όταν οι εγγενείς ανάγκες των βρεφών για επαφή και εγγύτητα πληρούνται από τους γονείς στις αρχές της ζωής τους, τα παιδιά δε γίνονται δια βίου «εξαρτώμενα» όπως συχνά πιστεύεται, αλλά το αντίθετο: η πρώιμη ανταπόκριση στις ανάγκες τους, οδηγεί αργότερα σε ανεξαρτησία και ενισχυμένη αυτοπεποίθηση.
Η αυτάρκεια και η αυτοπεποίθηση που αναπτύσσονται κατά τη διάρκεια της ζωής δεν έχουν καμία απολύτως σχέση με την ηλικία στην οποία το βρέφος βάζει τον εαυτό του για ύπνο χωρίς τον γονέα του ή τον αγαπημένο του. Όλα τα παιδιά μαθαίνουν τελικά να αποκοιμιούνται. Αυτό που πραγματικά επιβάλλεται στους γονείς είναι η αυθαίρετη κοινωνική ιδέα ότι όσο νωρίτερα το βρέφος δεν χρειάζεται παρέμβαση για τον ύπνο, τόσο το καλύτερο και για το ίδιο ως μελλοντικό νήπιο, παιδί και ενήλικα. Αυτή η ιδέα χρησιμοποιείται συχνά ως όπλο, στηριζόμενη όμως σε ψευδείς ισχυρισμούς: ότι αν ένα βρέφος ή ένα παιδί δεν μπορεί από κάποια προκαθορισμένη ηλικία να χαλαρώνει και να ηρεμεί μόνο του, δεν θα τα καταφέρει ποτέ, ή ότι κάτι δεν είναι φυσιολογικό σε αυτό το παιδί και πρέπει να διορθωθεί, ή ακόμα πως οι γονείς είναι ανεπαρκείς στο να θέτουν όρια. Αυτό όμως είναι αβάσιμο και προσβλητικό.
Πιο συγκεκριμένα, αυτές οι κρίσεις είναι κοινωνικής υφής και φύσης και δεν έχουν καμία επιστημονική αξία. Κανένας άλλος άνθρωπος στον πλανήτη εκτός από εμάς στις δυτικές βιομηχανοποιημένες κοινωνίες δεν προβληματίζεται για τέτοιες διαφορές μεταξύ των παιδιών. Ο πολιτισμός μας έχει κατασκευάσει προσεκτικά αυτές τις πηγές ανησυχίας. Η επιστημονική κοινότητα που διερευνά τον βρεφικό ύπνο, σε γενικές γραμμές, δέχεται χωρίς κριτική τη λανθασμένη υπόθεση ότι τα μοναχικά βρέφη που τρέφονται με μπιμπερό αντιπροσωπεύουν τη «φυσιολογική» και/ή «βέλτιστη» ανθρώπινη συνθήκη και χρησιμοποιούν αυτές τις πρακτικές ως το πλαίσιο από το οποίο προέρχονται οι μετρήσεις για τον «κανονικό ύπνο» βρεφών. Αυτό όμως δεν μπορεί να υποστηριχθεί επιστημονικά από τα παγκόσμια δεδομένα και βασίζεται σε ψευδείς επιστημονικές υποθέσεις.
Μετάφραση: Ελεάνα Πανδιά, Επικοινωνιολόγος, MA, υπ. διδάκτωρ Παντείου Πανεπιστημίου
Επιμέλεια κειμένου: Ξανθίππη Πασχαλίδου, Ιατρός, Ειδικός βελονισμού, Διεθνώς Πιστοποιημένη Σύμβουλος Γαλουχίας IBCLC
Πηγή: psychografimata.com
Το διαβάσαμε στο thilasmos.com