Η κατάθλιψη δεν εμφανίζεται σε όλους τους ασθενείς με τα ίδια συμπτώματα. Άλλοι είναι θλιμμένοι, απελπισμένοι, απογοητευμένοι και κατακλύζονται από τύψεις και ενοχές, άλλοι παρουσιάζουν έντονη ανησυχία και άγχος, άλλοι παραπονιούνται για πλήθος σωματικών ενοχλημάτων. Σε κάθε περίπτωση πάντως το άτομο υποφέρει πολύ και αυτό περνά στην καθημερινότητά του. Συγκινείται εύκολα, ακόμα και με ασήμαντα ερεθίσματα (π.χ. μια εκπομπή στην τηλεόραση).
Άλλες φορές όμως η λύπη που τον καταπλακώνει δεν μπορεί να εκφραστεί. «Δεν μπορώ ούτε να κλάψω» αναφέρει. Δραστηριότητες, ασχολίες, ενδιαφέροντα με τα οποία χαιρόταν στο παρελθόν και τα απολάμβανε τον αφήνουν αδιάφορο, τον κουράζουν. Τα ευχάριστα γεγονότα τα παρακάμπτει, ενώ μεγεθύνει τα δυσάρεστα. Όλα φαντάζουν μάταια, παντού αναδύονται εμπόδια και δυσκολίες. Νοιώθει κουρασμένος, δυσκολεύεται να συγκεντρωθεί, να θυμηθεί, να σκεφτεί και να αποφασίσει. Διαρκώς αναβάλλει. Παραμελεί την εμφάνισή του, αδιαφορεί για τη δουλειά του, απομακρύνεται από γνωστούς και φίλους. Δυσκολεύεται να κοιμηθεί, άλλοτε ο ύπνος είναι διακεκομμένος και ταράζεται από εφιαλτικά όνειρα ή άλλες φορές ξυπνάει πολύ νωρίς το πρωί, νιώθοντας υπερβολικά κουρασμένος.
Η όρεξή του μειώνεται και χάνει βάρος. Κάποιες φορές όμως, ιδιαίτερα στις γυναίκες, η όρεξη αυξάνει. Η επιθυμία για σεξουαλική επαφή είναι μειωμένη ή ανύπαρκτη. Μια υπερβολική ανησυχία για επικείμενους κινδύνους δεν τον αφήνει να ησυχάσει, ενώ ταχυκαρδίες, πόνοι, εφιδρώσεις, κεφαλαλγίες επιτείνουν αυτή την ανησυχία. Στη σκέψη του λιμνάζουν διαρκώς οι ίδιες μελαγχολικές ιδέες. Ανακαλώντας ασήμαντα γεγονότα και σφάλματα του παρελθόντος νοιώθει ενοχές και διακατέχεται από τύψεις, αισθάνεται άχρηστος, ανίκανος κι αποτυχημένος. Υποτιμά τον εαυτό του, τον επικρίνει. Έτσι οδηγείται συχνά σε αυτοκαταστροφικές σκέψεις. Τα 2/3 των ασθενών καταλαμβάνονται από ιδέες αυτοκτονίας και το 10-15% προβαίνει σε κάποια απόπειρα.
Κάποιες φορές το σύμπτωμα «κατάθλιψη» απουσιάζει από την κλινική εικόνα και η καταθλιπτική διάθεση καλύπτεται από μια μάσκα ευφορίας. Άλλοτε η καταθλιπτική διάθεση δεν είναι προφανής, αλλά αποτυπώνεται στη συμπεριφορά του ατόμου (παρορμητικές ενέργειες, χρήση ουσιών).
Η κατάθλιψη δεν εμφανίζεται με τα (δια συμπτώματα σε όλες τις ηλικιακές ομάδες. Στα νήπια, ιδιαίτερα όταν έχει προηγηθεί αποχωρισμός από τη μητέρα, εκδηλώνεται με καθυστέρηση στη σωματική, τη νοητική και τη συναισθηματική ανάπτυξη. Στα μικρά παιδιά με διαταραχές του ύπνου, ενούρηση ή εγκόπριση και έντονο κλάμα. Στα παιδιά σχολικής ηλικίας με ενούρηση, ονυχοφαγία, ανυπακοή και σχολική φοβία. Στους εφήβους εμφανίζεται ευερεθιστότη-τα, κοινωνική απόσυρση, αντικοινωνική συμπεριφορά και χαμηλή επίδοση στο σχολείο. Στους ηλικιωμένους επικρατούν τα σωματικά ενοχλήματα όπως αϋπνία, κεφαλαλγία, ζάλη, ανορεξία και εύκολη κόπωση.
Eίναι η κατάθλιψη κληρονομική;
Όπως υπάρχει γενετική προδιάθεση στα καρδιακά νοσήματα, το ίδιο ισχύει και στην κατάθλιψη. Η ύπαρξη οικογενειακού ιστορικού αυξάνει τις πιθανότητες εμφάνισης της κατάθλιψης, αλλά δε συνεπάγεται ότι το άτομο οπωσδήποτε θα την εκδηλώσει. Καλό είναι σε περίπτωση που παρουσιαστούν κάποια συμπτώματα, το άτομο να απευθυνθεί αμέσως σε ένα γιατρό.
Ποια είναι τα αίτια της κατάθλιψης
Δεν υπάρχει ένα και μοναδικό αίτιο που να εξηγεί την εμφάνιση της κατάθλιψης. Φαίνεται ότι προκαλείται από ένα συνδυασμό παραγόντων, που συμβάλλουν σε διαφορετικό βαθμό κάθε φορά στην εμφάνισή της. Οι παράγοντες αυτοί είναι γενετικοί, βιολογικοί και ψυχοκοινωνικοί.
1. Γενετικοί παράγοντες
Μερικοί τύποι κατάθλιψης «μεταβιβάζονται» από γενιά σε γενιά υποδεικνύοντας ότι μια βιολογική ευαισθησία μπορεί να κληρονομηθεί. Έρευνες έδειξαν ότι για ένα άτομο που έχει ένα συγγενή πρώτου βαθμού που πάσχει από κατάθλιψη, η πιθανότητα εμφάνισης της νόσου είναι 1,5%-3% μεγαλύτερη από ό,τι για το γενικό πληθυσμό.
Η πιο γνωστή μορφή κατάθλιψης όπου υπάρχει γενετική σύνδεση είναι η διπολική διαταραχή.
Το πιο παραδεκτό μοντέλο σήμερα είναι ότι διάφορα γονίδια μεταβιβάζουν χαρακτηριστικά που αυξάνουν την ευαλωτότητα στη νόσο, η οποία θα εκδηλωθεί εάν επιδράσουν και άλλοι παράγοντες (βιολογικοί, ψυχολογικοί, κοινωνικοί).
Βιολογικοί παράγοντες
Συγκεκριμένες σωματικές ασθένειες (π.χ. νόσος Parkinson, ρευματοειδής αρθρίτιδα), φάρμακα (π.χ. κορτιζόνη, αντιυπερτα-σικά) ή ουσίες (αλκοόλ, ναρκωτικά) αποτελούν την αιτία για πάνω από το 10%-15% των καταθλίψεων. Το χαρακτηριστικό τους είναι ότι δρουν στο Κεντρικό Νευρικό Σύστημα και επηρεάζουν τη λειτουργία εκείνων των περιοχών του εγκεφάλου οι οποίες ρυθμίζουν το συναίσθημα. Τα τελευταία χρόνια η έρευνα έχει στραφεί στους νευροδιαβιβαστές, ουσίες με τις οποίες «επικοινωνούν» τα νευρικά κύτταρα μεταξύ τους. Δύο νευροδιαβιβαστές κυρίως, η σε-ροτονίνη και η νοραδρεναλίνη θεωρείται ότι παίζουν σημαντικό ρόλο στην αιτιοπαθογένεια της κατάθλιψης, μια και βρέθηκε ότι στην κατάθλιψη αυτά τα νευροδιαβιβαστικά συστήματα υπολειτουργούν. Η υπόθεση αυτή ενισχύεται από το γεγονός ότι ο μηχανισμός δράσης των περισσότερων αντικαταθλιπτικών φαρμάκων αποσκοπεί στο να ενισχύσει τη συγκέντρωση των ουσιών αυτών στον εγκέφαλο.
3. Ψυχοκοινωνικοί παράγοντες
Σημαντικά γεγονότα που συμβαίνουν νωρίς στη ζωή ενός ατόμου παίζουν επίσης ρόλο στην εμφάνιση της κατάθλιψης. Έρευνες έχουν δείξει ότι πρώϊμες απώλειες όπως ο θάνατος ενός γονιού ή η έλλειψη στοργής καθώς και η έκθεση σε σωματική ή φυσική βία, μπορούν να εκφραστούν αργότερα σαν κατάθλιψη.
Ακόμη, στρεσογόνα γεγονότα της ζωής όπως ένα διαζύγιο, οι συνθήκες ή η αλλαγή του τόπου διαμονής, η οικονομική δυσχέρεια και η απώλεια της εργασίας αποτελούν εκλυτικούς παράγοντες για την εμφάνιση της κατάθλιψης.
Τέλος, ο τρόπος με τον οποίο οι άνθρωποι σκέφτονται και αντιλαμβάνονται τη ζωή τους και την πραγματικότητα μπορεί να ευνοήσει την εμφάνιση της κατάθλιψης. Έτσι, άνθρωποι που έχουν χαμηλή αυτοεκτίμηση, που βλέπουν τον κόσμο με απαισιοδοξία και τους έχει καταλάβει το άγχος είναι περισσότερο επιρρεπείς στην κατάθλιψη.
Από την επιστημονική ομάδα του Ερευνητικού Πανεπιστημιακού Ινστιτούτου για την Ψυχική Υγεία
ΠΗΓΗ: boro.gr