Κάθομαι σταυροπόδι στο πάτωμα του μπάνιου μου, καθώς κόβω τα νυχάκια των ποδιών της κόρης μου.
Ο εννιάχρονος γιος μου κάνει ντουζ ενώ εγώ γέρνω προς την μπανιέρα. Η τρίχρονη κόρη μου βάζει τις πιτζάμες της στο υπνοδωμάτιό της. Ο εντεκάχρονος γιος μου κυριολεκτικά «εισβάλλει» στο σπίτι μετά την προπόνηση του ποδοσφαίρου και ανεβαίνει στον πάνω όροφο ενώ παραπονιέται για πονόλαιμο και ζητά να ξαναζεστάνουμε το φαγητό για να φάει. Ο άντρας μου είναι έξω.
[babyPostAd]Πήγε το αυτοκίνητο για σέρβις. Ο ήλιος έχει δύσει κι εμείς ετοιμαζόμαστε να ξεκουραστούμε ξανά. Κοιτάζω την εφτάχρονη κόρη μου εντελώς γυμνή, να πλένει τα δόντια της δίπλα μου. Δεν μου αρέσει ο τρόπος που κοιτάζει τον εαυτό της στον καθρέπτη… Ο τρόπος που πιάνει την κοιλίτσα της και κατσουφιάζει είναι περίεργος. Την κοιτάζω για λίγο και μετά πλησιάζω.
«Τι έγινε, αγάπη μου;» ρωτάω. «Είμαι χοντρή!», μου απαντά χωρίς να διστάσει. Νιώθω αδύναμη για μια στιγμή. «Το στομάχι μου τρέμει όταν τρέχω. Θέλω να είμαι αδύνατη. Θέλω επίπεδο στομάχι». Σώπασα. Έχω διαβάσει έρευνες, βιβλία, μπλογκ. Έχω αριστεύσει σε έρευνες σε σχέση με το φύλο, έχω ασχοληθεί με τα ΜΜΕ, έχω παρακολουθήσει μαθήματα για την κοινωνία και τον πολιτισμό. Έχω συμβουλεύσει άλλες μητέρες και, ακόμη, παραδίδω μαθήματα για έφηβες. Έχω ταξιδέψει σε όλο τον κόσμο για να ενθαρρύνω γυναίκες και παιδιά με οικονομικά προβλήματα. Έχω αρκετές, αν όχι παραπάνω απ’ όσες γνώσεις χρειάζομαι, για να απαντήσω σε αυτό το σχόλιο. Αλλά στην πραγματικότητα προφανώς είμαι πολύ αδύναμη. Δεν είναι δυνατόν. Όχι το δικό μου κορίτσι!
Σκέφτομαι για μια στιγμή και απαντώ. «Είσαι φτιαγμένη τέλεια! Είσαι δυνατή και υγιής».Και είναι. Όμως αυτό δεν αρκεί.
Προσπαθώ να βρω κάτι να πω. Αυτό το παιδί, η πρώτη μου κόρη για την οποία γιόρτασα μεγάλωσε με την πίστη της γυναικείας δύναμης. Της διάβαζα παραμύθια με γυναίκες πρωταγωνίστριες, επέμενα στο να παλεύει δίπλα στους αδερφούς της και ζητούσα να την αποκαλούν γενναία και δυνατή, αντί για όμορφη και αξιολάτρευτη. Της λέω, λοιπόν, ότι όλοι είμαστε διαφορετικοί: από ίσιοι και αδύνατοι ως στρογγυλοί και πλαδαροί και χιλιάδες άλλα μεταξύ αυτών. Της λέω ότι αυτό είναι που μας κάνει όμορφους.
Δεν πείστηκε.
Διώχνω όλα τα υπόλοιπα παιδιά. Κλείνω την πόρτα και καθόμαστε η μία απέναντι στην άλλη, στο πάτωμα. Καταλαβαίνω ότι υπάρχει κάτι παραπάνω και χρειάζεται να δω μέσα από αυτό. Της εξηγώ ότι κι εγώ στην ηλικία της ήμουν έτσι ακριβώς.. Της λέω ότι όταν μεγαλώσει θα γίνει σκληρή, ψηλή και δυνατή, όπως εγώ. Δεν είναι αρκετό γι’ αυτήν. Της θυμίζω πόσο γρήγορα μπορεί να τρέξει και εκείνο το γκολ που είχε βάλει στο ποδόσφαιρο. Της λέω πόσο καλή είναι στο ποδήλατο, τι καλή ισορροπία έχει με το πατίνι και πόσες φιγούρες ξέρει να κάνει με αυτό. Αναφέρω πόσο ωραία διαβάζει και γράφει και πόσο εύκολα κάνει μαθηματικές πράξεις. «Είμαι χοντρή», ξαναλέει.
Απελπίζομαι. «Παιδί μου, ποιο είναι το πρώτο πράγμα που σου λένε όλοι όταν σε βλέπουν;». Αναστενάζει και μου απαντά «Ότι είμαι όμορφη». Δεν θέλω να στηριχτώ στο κομμάτι της ομορφιάς αυτήν τη στιγμή. Ξαναπροσπαθώ. Την ρωτάω γιατί θεωρεί τον εαυτό της «χοντρό». Τα γαλάζια της μάτια συναντούν τα δικά μου. Μου εξηγεί ότι οι φίλοι της την έχουν αποκαλέσει «λίγο χοντρούλα» δύο φορές, όταν μιλούσαν για τα σώματά τους, φορώντας τα μαγιό τους. Και στενοχωρήθηκε… αλλά την ίδια στιγμή ένιωσε καλά, αφού, όπως μου είπε, κατάλαβε ότι η άποψη που είχε ως τότε για το σώμα της ήταν «σχεδόν σωστή».
Σκέφτομαι κάποια άσχημα πράγματα για τους συνομήλικούς της και τις μητέρες τους και αναρωτιέμαι ποια είναι τα μηνύματα που στέλνονται. Δεν έχω πια κανένα όπλο και… 20 λεπτά αργότερα, δεν έχω και καθόλου υπομονή. Νιώθω ότι χάνω τις δυνάμεις μου μπροστά σε αυτό που η κόρη μου θεωρεί πλέον δεδομένο.
Δεν καταλαβαίνω το λόγο για τον οποίο δεν καταλαβαίνειτο πόσο τέλεια είναι.
Την σηκώνω όρθια και την βάζω να πατήσει στο σκαλάκι μπροστά από τον καθρέπτη. Βγάζω όλα μου τα ρούχα, ακόμη και το εσώρουχο. Καθόμαστε δίπλα-δίπλα, εντελώς γυμνές κι εκείνη γελά. Εγώ ξεκινάω να τραγουδώ ένα τραγούδι αυτοσχεδιάζοντας. Είναι ένα παράξενο είδος τραγουδιού… ραπ σε συνδυασμό με κάτι άλλο, ενώ οι στίχου είναι του τύπου «είμαστε τέλειοι ακριβώς όπως είμαστε, χωρίς αλλαγές».
Είναι γελοίο, καθώς αρχίζουμε να χορεύουμε και η κόρη μου γελάει με την ψυχή της. Την παίρνω στην αγκαλιά μου. Είμαστε ένα μεγαλοπρεπές, γελοίο ζευγάρι. Τα άλλα παιδιά μας ακούνε. Μπαίνουν μέσα στο μπάνιο μπερδεμένα. Πηγαίνω το κοριτσάκι μου στο δωμάτιο, εκφράζοντας με κάθε τρόπο ότι είμαστε ωραίες, γυμνές και δυνατές κοπέλες. Φοράμε και οι δύο τις πιτζάμες μας. Διαβάζουμε μαζί μια ιστορία. Η λέξη «χοντρός» δεν θα ακουστεί ξανά.
Δεν είχα ιδέα αν τα είχα καταφέρει κάτι εκείνη τη νύχτα. Δεν ήξερα αν αυτά που είπα είχαν επίδραση πάνω της, αν διόρθωσα κάτι, αν της άλλαξα γνώμη. Αυτό που ξέρω είναι ότι πρέπει να συνεχίσω να εμπλουτίζω τόσο εμένα, όσο και τα παιδιά μου με αυτοπεποίθηση. Πρέπει να βρίσκομαι εκεί, να ρωτάω, να χτίζω αλλά και να γκρεμίζω. Να παίρνω χρόνο, να κάνω έξυπνες κινήσεις και να είμαι πάντοτε ανοιχτή. Πρέπει να έχω τη θέληση να χορέψω γυμνή μπροστά από τον καθρέπτη μου, να αντισταθώ στην όψη όσων άφησαν πέντε γέννες πάνω μου και να κοιτάζω το είδωλό μου με αγάπη.
Τότε, μαζί, με μια μικρή λάμψη στα μάτια μας, θα δούμε στον καθρέπτη το δικό μας φως, ένα φως που ακτινοβολεί.
Μετάφραση για το babyradio: Θωμαΐδου Ευθυμία – Ζωή