Γράφει η Σταυρούλα Βενιέρη για την ανθρωπιά.
Σταματήστε αυτόν
το θόρυβο, τις δυνατές
βροντές και
τα ουρλιαχτά
των ανθρώπων,
σας παρακαλώ,
μου τρυπούν τ’ αυτιά!
Κοιτάξτε, ο καπνός
με πνίγει, τσούζουν
τα μάτια μου και
οι φωτιές,
που λέγατε να μην
τις πλησιάζω, τώρα
μας απειλούν αυτές!
Μαμά μου, πάρε με
αγκαλιά, όπως έκανες
πάντα όταν φοβόμουν,
όλα είναι ερείπια γύρω,
έχουν διαλυθεί τα πάντα,
τα ρούχα μου σκίστηκαν,
τα πόδια μου μάτωσαν
και το σώμα μου
πονάει πολύ.
Θέλω να φύγω από εδώ,
να πάω στην παιδική
χαρά να παίξω
με τους φίλους μου.
Δεν μ’ ακούτε;
Εντάξει, ότι θέλετε
εσείς, θα κάνω
ό,τι μου ζητήσετε!
Μπαμπά μου, θα είμαι
καλό παιδί, θα σε ακούω
πάντα, στο υπόσχομαι!
Κράτα το χέρι της μαμάς
και το δικό μου,
όπως συνήθιζες
και πάμε να φύγουμε!
Εμπρός! Μιλήστε μου
σας παρακαλώ,
γιατί δεν μου μιλάτε;
Γιατί δεν μου
χαμογελάτε;
Δεν έχω άλλη δύναμη
να φωνάξω.
Είστε παγωμένοι,
δεν έχω κουβέρτα
να σας σκεπάσω,
φοβάμαι πολύ μόνη μου
εδώ, με τρομάζουν
τα πάντα!
Στην επόμενη δυνατή
βροντή, σταμάτησε
να παρακαλάει τους
γονείς της, είχε
προλάβει όμως
να τους κρατήσει
εκείνη το χέρι
και δε φοβόταν πια…
Πηγή: “Σταυρούλα Βενιέρη”
Γιατί η ανθρωπιά δεν έχει χρώμα, πατρίδα, θρήσκευμα και ιδεολογία!
Καλημέρα σε όλους…