Μαμά, σε περίμενα! Κι εγώ αγόρι μου…
Η φίλη μου η Βαγγελιώ, από τότε που έγινε 35 χρονών και παντρεύτηκε τον καλό της, ήθελε να γίνει μάνα, έψαχνε να βρει το παιδάκι της, την ψυχούλα που θα έδινε όλη της την αγάπη και το ενδιαφέρον. Η φίλη μου η Βαγγελιώ είναι ένας άνθρωπος που αγαπάει όλον τον κόσμο. Άνετη, γνήσια, αυθεντική, χαρά Θεού.
Χωρίς σάλπιγγες μετά από τη χειρουργική τους αφαίρεση, η εξωσωματική ήταν μονόδρομος. Με τη δεύτερη προσπάθεια, στα 40 της πια, είχε θετική χοριακή. Αλλά το έμβρυο παλινδρόμησε. Και έτσι, η Βαγγελιώ συνέχισε να ψάχνει το παιδάκι της, χωρίς όμως να θέλει να συνεχίσει τις προσπάθειες εξωσωματικής.
Ο Δημητράκης από την πρώτη στιγμή που αντίκρισε το φως της ζωής, αναζητούσε τη Μητέρα του. Ο Δημητράκης είχε γεννηθεί από μία γυναίκα πολύ νέα που δεν ήξερε πώς να τον φροντίζει, ούτε όμως ήθελε / μπορούσε να μάθειτι σημαίνει να είσαι Μητέρα. Έτσι, ο Δημήτρης σε ηλικία 5 μηνών εισήχθη στο νοσοκομείο πάσχοντας από ασιτία. Το σκελετωμένο του κορμάκι δεν έπασχε μόνο από έλλειψη τροφής αλλά, κυρίως, από έλλειψη στοργής, από τη γυναίκα που τον γέννησε και ήταν ήδη έγκυος στο δεύτερο παιδί της. Οι κοινωνικές υπηρεσίες θέλησαν να της δώσουν ακόμη μία ευκαιρία και, μόλις ο Δημητράκης πήρε λίγο βάρος, της τον παρέδωσαν με την ελπίδα να μπορέσει να του προσφέρει όσα (ελάχιστα αλλά συνάμα πολύτιμα) χρειάζεται ένα παιδάκι. Ο Δημητράκης όμως, κάποιους μήνες αργότερα, κατέληξε και πάλι στο νοσοκομείο, έχοντας στερηθεί τα απαραίτητα για την επιβίωση: η γυναίκα που τον γέννησε ήταν πάλι έγκυος στο τρίτο παιδί της και δεν ενδιαφερόταν για το πρώτο, που συνέχιζε να περιμένει τη Μητέρα που θα τον τάιζε, θα τον έσφιγγε στοργικά στην αγκαλιά της, θα του διάβαζε παραμύθια, θα τον πήγαινε βόλτες στο πάρκο.
Η Βαγγελιώ είχε μία φίλη που παρείχε εθελοντικά υπηρεσίες σε ένα κοινωφελές σωματείο που προσπαθούσε να απαλύνει τον πόνο των παιδιών χωρίς Μητέρα. Το σωματείο αυτό είχε αναλάβει την επιμέλεια του Δημητράκη, μετά τη δεύτερη νοσηλεία του, οπότε η πρόνοια αφαίρεσε την επιμέλεια από τη γυναίκα που τον γέννησε. Ο Δημητράκης είχε περάσει ήδη ένα χρόνο στο χώρο αυτό, είχε βρει τη φροντίδα, όχι όμως και τη Μαμά του. Μία αχτίνα ελπίδας φώτισε τη ζωή του, όταν γνώρισε ένα ζευγάρι που ήθελε να τον υιοθετήσει. Ο Δημητράκης στα δυόμισή του χρόνια αισθάνθηκε για πρώτη φορά ότι θα μπορούσε να αποκτήσει μία Μαμά. Η ελπίδα έσβησε σχεδόν αμέσως, όταν το ζευγάρι που θα τον υιοθετούσε ανακάλυψε ότι θα αποκτούσε ένα δικό του, βιολογικά, παιδί. Έτσι, ο Δημήτρης έμεινε για ακόμη μία φορά να ελπίζει ότι θα έβρισκε και αυτός, κάποια στιγμή, τη Μαμά του, με μία ελπίδα που τρεμόσβηνε, καθώς ο Δημήτρης μεγάλωνε και τα ζευγάρια που θέλουν να υιοθετήσουν προτιμούν τα μωράκια.
Υιοθεσία: η ύψιστη πράξη αγάπης!
Η Βαγγελιώ συνάντησε τη φίλη της στο σωματείο, λίγες μέρες αφότου ο Δημητράκης είχε μείνει, ξανά, μόνος του. Το βλέμμα της καρφώθηκε στα πεινασμένα για στοργή ματάκια του, που είχαν ίδιο χρώμα με τα δικά της. Δεν την πείραζε που κόντευε τα τρία του χρόνια, δεν την ενδιέφερε αν το παιδί που θα γέμιζε τη ζωή της ήταν μωρό ή μεγάλο, λευκό ή μαυράκι, ένα παιδάκι έψαχνε να βρει. Και ξεκίνησαν, αυτή και ο άντρας της, να βλέπουν το Δημητράκη. Στην αρχή μία φορά την εβδομάδα, στο χώρο του. Μετά περισσότερες στο χώρο του και μία φορά την εβδομάδα τον έπαιρνε εκτός. Του αγόρασε παιχνίδια, ποδηλατάκι και τον πήγαινε στο πάρκο, κυλιόταν μαζί του στο γρασίδι και μου έστελνε φωτογραφίες, με ένα πλατύ χαμόγελο να φωτίζει το πρόσωπό της που αντανακλούσε την αγάπη της. Σιγά σιγά, ο Δημητράκης άρχισε να την αποκαλεί «Μαμά» και τον καλό της «Μπαμπά». Τους συναντούσε τρεις φορές την εβδομάδα, τον πήγαιναν παντού. Τα Σαββατοκύριακα κοιμόταν στο σπίτι τους, στο δωμάτιο που του είχαν ετοιμάσει, ζωγραφίζοντας τους τοίχους με τα όνειρά τους. Και ο Δημητράκης δεν ήθελε πια να τους αποχωρίζεται, έκλαιγε σπαρακτικά όταν τον άφηναν ξανά στο χώρο με τα άλλα παιδάκια.
Πριν από λίγες μέρες, ο Δημητράκης και η Βαγγελιώ ήρθαν στο σπίτι μου. Τα παιδιά μου περίμεναν πώς και πώς τον καινούργιο τους φίλο, για να παίξουν. Του έκαναν μεγάλες χαρές. Του έδωσαν τα παιχνίδια τους να παίξει, τον κέρασαν χυμό και τσουρέκι, ο γιος μου επέμεινε να του χαρίσει τρία αυτοκινητάκια του. «Τι νέα;» ρώτησα τη Βαγγελιώ. «Τον πήρα με αναδοχή», μου λέει, «αν όλα πάνε καλά, το Σεπτέμβριο θα γίνει το δικαστήριο για την υιοθεσία» και τα μάτια της έλαμπαν.
Κάποια στιγμή, η Βαγγελιώ ήταν στο πάτωμα και έδειχνε στο Δημητράκη πώς να καρφώσει ένα καρφάκι στη θήκη με τα εργαλεία, χωρίς να χτυπήσει τα χεράκια του. Και ο Δημητράκης σηκώθηκε, τύλιξε αυτά τα χεράκια στο λαιμό της Βαγγελιώς, τη φίλησε γλυκά στο μάγουλο και της φώναξε «Μαμάκα μου, σε αγαπάω», με μία τρυφερότητα που μόνο ένα παιδάκι που έχει μάθει ότι η αγάπη της Μάνας δεν είναι δεδομένη, μπορεί να εκδηλώσει. Η Βαγγελιώ τον βούτηξε και τον έσφιξε στην αγκαλιά της πολύ δυνατά: «Αντράκι μου, εσύ», του γλυκομίλησε.
Η Βαγγελιώ είχε βρει το γιο της. Ο Δημητράκης είχε – επιτέλους – βρει τη Μαμά του.
Πηγή: brightsideofmom.gr