Στο γεμάτο από κόσμο λεωφορείο το Σάββατο, είδα να εκτυλίσσεται μπροστά μου ένα άσχημο σκηνικό. Μία μητέρα ταρακουνούσε ένα αγόρι έξι, ίσως επτά ετών. Όχι πολύ δυνατά, αλλά καταλαβαίνετε, αρκετά για να θεωρηθεί έντονο. Το αγόρι στη συνέχεια παραπονέθηκε στη μητέρα του ότι του έδωσε μπουνιά.
«Δεν ήταν μπουνιά«, του είπε. «Ήταν σπρώξιμο». Για να το κάνει κατανοητό, τον έσπρωξε στο στήθος του.«Αυτό», είπε χτυπώντας το μπράτσο του, «είναι μπουνιά. Τώρα θα αρχίσεις να λες σε όλους δηλαδή ότι σε χτυπάω;»
Το αγόρι βυθίστηκε στο δάπεδο του λεωφορείου και άρχισε να κλαίει. Κοίταζα με αποδοκιμασία τη γυναίκα αλλά δεν φαίνεται πως το πρόσεξε.
«Σήκω πάνω», είπε η μητέρα. Αν δεν το έκανε, τον προειδοποίησε, θα τον τραβούσε όρθιο από τ’ αυτί.
«Γιατί είσαι τόσο κακό παιδί;» συνέχισε. «Κανένα άλλο παιδί μου δεν είναι τόσο κακό όσο εσύ».
Εκείνος άρχισε να κλαίει. Επί τρεις στάσεις, στεκόμουν εκεί και αναρωτιόμουν αν θα έπρεπε να κάνω κάτι. Να επέμβω ή να μην επέμβω; Τι πρέπει να κάνει κανείς όταν βλέπει κάτι τέτοιο; – ένα περιστατικό που δεν είναι βίαιο αρκετά ώστε να δικαιολογεί το να καλέσεις την αστυνομία, αλλά αρκετά ανησυχητικό.
Καθώς στεκόμουν εκεί, επεξεργαζόμουν το σκηνικό. Το πρώτο πράγμα που θα έπρεπε να σκεφτώ ήταν πως απλά επρόκειτο για μία κακιά στιγμή. Είχα και γω τις κακιές μου στιγμές και προκαλώ κάθε γονιό να πει το αντίθετο: υπήρχαν στιγμές που ήμουν τόσο θυμωμένη με τα παιδιά μου, που αν με έβλεπε κάποιος ξένος θα με έστελνε στο καρεκλάκι της σκέψης.
Καθώς περνούσαν όμως τα λεπτά, έγινε ξεκάθαρο πως δεν ήταν ένα μεμονωμένο περιστατικό στο οποίο μίλησε άσχημα ή φέρθηκε πιο άγρια απ’ ό,τι έπρεπε. Η γυναίκα φαινόταν να έχει πραγματικά νεύρα με το συγκεκριμένο παιδί. Τα τρία άλλα της παιδιά κάθονταν ήσυχα με τα μπαλόνια τους και ένας άλλος ενήλικας – ο σύζυγός της; ο αδελφός της; καθόταν δίπλα της. «Γιατί είσαι τόσο κακό παιδί;» ρώτησε το αγόρι. «Κανένα άλλο παιδί μου δεν είναι τόσο κακό όσο εσύ».
Δεν κατάφερα να βρω το θάρρος. Το λεωφορείο ήταν γεμάτο, αλλά κανένας άλλος δεν έκανε κάτι. Βρήκα τη συμπεριφορά της γυναίκας εμετική, αλλά αυτή ήταν η δική μου άποψη. Όπως είπε και μόνη της, αυτό που κάποιος θεωρεί σπρώξιμο μπορεί για τον άλλον να είναι μπουνιά. Αυτό που κάποιος γονιός θεωρεί πειθαρχία, κάποιος άλλος μπορεί να το θεωρεί κακοποίηση.
Το αγόρι άρχισε να κλαίει.
«Τώρα όλος ο υπόλοιπος κόσμος στο λεωφορείο θα σε ακούει να κλαις», αναστέναξε η γυναίκα. «Τους λυπάμαι πραγματικά».
Ο χρόνος ήταν περιορισμένος. Στην επόμενη στάση κατέβαινα. Έσκυψα προς το μέρος της: «Ξέρετε, δεν με ενοχλεί να ακούω το παιδί σας να κλαίει», της είπα όσο πιο ήρεμα και χαμηλόφωνα μπορούσα.«Αυτό που με ενοχλεί είναι ο τρόπος που συμπεριφέρεστε σε αυτό».
«Δεν ξέρω τι κάνετε στη χώρα σας«, μου ανταπάντησε η γυναίκα, η οποία έπιασε την αμερικάνικη προφορά μου. «Σ’ αυτή τη χώρα όμως δεν ανακατευόμαστε σε ξένες δουλειές».
Κατέβηκα από το λεωφορείο και έβαλα τα κλάματα. «Ήταν απαίσιο», είπε ένας άντρας που κατέβηκε μαζί μου. «Καλά κάνατε και μιλήσατε».
Έκανα όμως καλά; Ή μήπως δεν είχα πει αρκετά; Έβλεπα το λεωφορείο να απομακρύνεται και αναρωτήθηκα αν θα έπρεπε να καλέσω την αστυνομία. Ή αν θα έπρεπε να το είχα κάνει εξ αρχής αντί να μιλήσω απευθείας στη μητέρα.
Όλοι έχουμε την υποχρέωση να μιλήσουμε όταν βλέπουμε ένα παιδί να κακοποιείται δημόσια, λέει ο John Cameron επικεφαλής του NSPCC (Εθνική Εταιρεία για την Πρόληψη της Κακοποίησης των Παιδιών). Μπορεί να είναι πιο εύκολο στα λόγια, στην πράξη όμως λίγοι το κάνουν!
Ο φόβος της αντιπαράθεσης ή ακόμη και της βίας που θα μπορούσε υποθετικά να προκύψει, είναι αυτό που εμποδίζει τους ανθρώπους από το να επεμβαίνουν σε τέτοιες καταστάσεις…
Η ιστορία της Sarah
Μερικά χρόνια πριν, η Sarah έκανε τη βόλτα της σε ένα εμπορικό κέντρο, όταν είδε μία μητέρα με την κόρη της, οκτώ-εννιά ετών, να έχουν μια διαφωνία. Όταν είδε πως η μητέρα άρχισε να κλωτσάει και να βρίζει το κορίτσι, η Sarah παρενέβη. «Δεν μπορείς να το κάνεις αυτό σ’ ένα παιδί», είπε στη μητέρα. «Είναι εντελώς απαράδεκτο».
Η μητέρα της ανταπάντησε βρίζοντας και πάλι και λέγοντάς της να κοιτάει τη δουλειά της. Η Sarah λοιπόν μίλησε απευθείας στο κορίτσι, το οποίο έκλαιγε, και της είπε πως δεν χρειάζεται να ανέχεται κάτι τέτοιο και πως αν συνέβη ξανά κάτι τέτοιο, μπορεί να καλέσει την αστυνομία.
Το να προσεγγίσω τη μητέρα ήταν δύσκολο , λέει η Sarah. «Μας έχουν μάθει να μην κρίνουμε τον τρόπο που μεγαλώνει κανείς το παιδί του. Κανείς δεν θέλει να του κάνουν κριτική για το πώς μεγαλώνει το παιδί του. Είναι σίγουρο πως θα το πάρει στραβά».
Όσο κι αν βοηθάει ένα παιδί να γνωρίζει πως κάποιος ενήλικας αμφισβητεί τη συμπεριφορά του γονιού του, χρειάζεται μεγάλο θάρρος για να πάρει το ίδιο τηλέφωνο στην αστυνομία, αναφέρει ο John Cameron.
Μία αποτελεσματική προσέγγιση στο θέμα θα ήταν να πλησιάσετε τον γονιό προσφέροντας τη βοήθειά σας. «Ακόμη και οι πιο σκληροί γονείς τείνουν να θέλουν να γλιτώσουν από τη διαμάχη», αναφέρει.
«Προσφέροντας τη βοήθειά σας μπορείτε να απαλύνετε την κατάσταση. Έχω δει ακόμη και μεγαλόσωμους άντρες που φέρονταν βίαια στα παιδιά τους να αφοπλίζονται όταν τους προσέγγισαν προσφέροντας ένα χέρι βοηθείας. Ορισμένες φορές, αρκεί για να συνειδητοποιήσει ο γονιός τι ακριβώς κάνει».
Babyradio.gr – Θωμαΐδου Ευθυμία Ζωή
Μετάφραση από theguardian.com