Μήπως το νεογέννητο μου είναι υποτονικό; Τι πρέπει να ξέρω;
[babyPostAd]Η κατάσταση του νεογνού βελτιώνεται και, τελικά, το παιδί ξεπερνά την πλαδαρότητα και παρουσιάζει μόνο μια ήπια μυϊκή αδυναμία ή υπέρμετρη κινητικότητα στις αρθρώσεις. Η υποτονία μπορεί, επίσης, να προκληθεί από βλάβη ή δυσλειτουργία του εγκεφάλου, του νωτιαίου μυελού ή των περιφερικών νεύρων και μυών. Οι μεταβολικές διαταραχές –κληρονομικές διαταραχές που συνεπάγονται ανεπάρκεια ή υπερβολική ποσότητα των χημικών ουσιών που είναι απαραίτητες για τη λειτουργία του οργανισμού– μπορούν επίσης να προκαλέσουν υποτονία.
Πώς εκδηλώνεται η υποτονία;
Μερικές φορές, το έμβρυο δεν είναι ιδιαίτερα δραστήριο. Ωστόσο, ένα νεογνό με υποτονία έχει χαρακτηριστική εμφάνιση, ανεξάρτητα από τα αίτια. Όταν βρίσκεται σε ύπτια θέση, το παιδί έχει ανοιχτά πόδια («στάση βατράχου») και χέρια. Όταν το σηκώνουμε από τους βραχίονες, νιώθουμε ότι θα πέσει από τα χέρια μας αν δεν το κρατήσουμε σφιχτά. Το παιδί δεν έχει επαρκή έλεγχο του κεφαλιού του. Συνήθως, το παιδί δεν κινείται πολύ.
Τα βασικά αντανακλαστικά ενός νεογέννητου μωρού
Η ελλιπής κινητικότητα προκαλεί πλάτυνση στο οπίσθιο τμήμα του κρανίου και τριχόπτωση σε αυτή την περιοχή. Το υποτονικό παιδί συχνά καθυστερεί να αναπτύξει διάφορες δεξιότητες, όπως το κύλισμα, το κάθισμα και η βάδιση. Σε σοβαρές περιπτώσεις, ενδέχεται να μην αναπτύξει ποτέ αυτές τις δεξιότητες. Τα υποτονικά νεογνά μπορεί να έχουν γεννηθεί με σκελετικές ανωμαλίες που προκαλούν δυσκαμψία ή δυσπλασία στις αρθρώσεις (αρθρογρύπωση). Η συνηθέστερη δυσπλασία είναι η στρεβλοποδία και η συγγενής εξάρθρωση ισχίου.
Τα παιδιά με συγγενή διαταραχή μπορεί να έχουν ασυνήθιστα χαρακτηριστικά προσώπου. Τα υποτονικά παιδιά συχνά αντιμετωπίζουν δυσκολίες στο θηλασμό, οι οποίες είναι εμφανείς αμέσως μόλις γεννιούνται: δεν θηλάζουν με αρκετή δύναμη ή δυσκολεύονται να καταπιούν. Συνεπώς, πολλά είναι ελλιποβαρή. Επίσης, αυτά τα παιδιά μπορεί να παρουσιάσουν δύσπνοια αν η υποτονία συνδέεται με μυϊκή αδυναμία, ενώ ταλαιπωρούνται και από περισσότερες αναπνευστικές λοιμώξεις.
Πώς αντιμετωπίζεται η υποτονία;
Το υποτονικό παιδί θα πρέπει να υποβληθεί σε μια σειρά εξετάσεων, προκειμένου να εντοπιστούν τα αίτια της υποτονίας. Το παιδί μπορεί να εξεταστεί από παιδίατρο, παιδονευρολόγο ή παιδιατρικό γενετιστή. Ο γιατρός θα ανιχνεύσει αν η υποτονία είναι δευτεροπαθής εκδήλωση ενός προβλήματος που αφορά στο κεντρικό ή το περιφερικό νευρικό σύστημα, καθώς αυτό θα καθορίσει τις εξετάσεις που πρέπει να διεξαχθούν.
Αν ο γιατρός υποπτευθεί ότι τα αίτια συνδέονται με το κεντρικό νευρικό σύστημα, το παιδί θα πρέπει να κάνει αξονική ή μαγνητική τομογραφία εγκεφάλου. Στις εξετάσεις αίματος θα ανιχνευθούν τυχόν γενετικές και μεταβολικές διαταραχές. Επίσης, ενδέχεται να κριθούν αναγκαίες ορισμένες εξετάσεις αξιολόγησης της ακοής και της όρασης. Αν ο γιατρός υποπτευθεί ότι τα αίτια συνδέονται με το περιφερικό νευρικό σύστημα, το ηλεκτρομυογράφημα και το ηλεκτρονευρογράφημα θα εξετάσει τη λειτουργία των μυών και των νεύρων.
Στις εξετάσεις αίματος ανιχνεύεται η γενετική επιβεβαίωση διαταραχών όπως η νωτιαία μυϊκή ατροφία, μια εκφυλιστική πάθηση των κινητικών νεύρων του νωτιαίου μυελού που αρχίζει ενδομητρίως. Μερικές φορές, η διάγνωση απαιτεί βιοψία μυός ή νεύρου. Αν το παιδί σας δυσκολεύεται να τραφεί ή έχει ελλιπές βάρος, ο παιδίατρος μπορεί να συστήσει ρινογαστρικό καθετήρα σίτισης ή παρεντερική σίτιση. Η ομάδα που θα είναι στελεχωμένη και από φυσιοθεραπευτές και εργασιοθεραπευτές, θα έχει ως στόχο να βοηθήσει το παιδί σας να αξιοποιήσει το δυναμικό του κατά το μέγιστο.