Μητέρα 35+ : Το θέλω το παιδί, ή απλά πρέπει;

Μητέρα 35+ : Το θέλω το παιδί, ή απλά πρέπει;

Μέσα στα 30-35 χρόνια που διαρκεί η «γόνιμη» περίοδος μιας γυναίκας υπάρχουν άπειρες ευκαιρίες να μείνει έγκυος και να γίνει μητέρα. Το αν τελικά και πότε θα γίνει αυτό εξαρτάται τόσο από την τύχη όσο και από τις προσωπικές επιλογές της για τη ζωή που θέλει να κάνει. Ωστόσο, όταν φτάσει περίπου η μέση της δεκαετίας 30 με 40 και τα περιθώρια για να κάνουν παιδί αρχίζουν να στενεύουν, αρκετές γυναίκες αντιμετωπίζουν το δίλημμα: να κάνω παιδί γιατί το θέλω ή γιατί «έτσι πρέπει»;

Από τη στιγμή που ο όρος «ηλικία γάμου» κοντεύει –ευτυχώς- να καταργηθεί και η μητρότητα έπαψε να είναι αναγκαστικό καθήκον για τις γυναίκες μετά τα 20, πολλοί και καινούργιοι δρόμοι ανοίχτηκαν γι’ αυτές. Πρώτο μέλημα, ανδρών και γυναικών πλέον, είναι σχεδόν πάντα η εκπαίδευση, η επαγγελματική κατάρτιση, οι σπουδές, η δημιουργία προϋποθέσεων για καλή επαγγελματική αποκατάσταση αλλά και για προσωπική ανάπτυξη σε πολλούς τομείς. Η εποχή είναι απαιτητική και ανταγωνιστική ειδικά για όποιον έχει απαιτήσεις από τη ζωή του.

Έτσι, στην πλειοψηφία τους οι γυναίκες, μπαίνοντας στην ενήλικη ζωή, επενδύουν καταρχήν στην απόκτηση και την εδραίωση της επαγγελματικής και οικονομικής τους ανεξαρτησίας αναβάλλοντας για αργότερα σκέψεις, σχέδια και –ενδεχομένως- επιθυμίες για οικογένεια και παιδιά.

Κάπως έτσι έγινε και με την Ανθή, 38 ετών και πετυχημένη δικηγόρο: «Είχα πάντα την αίσθηση ότι έχω χρόνο μπροστά μου να αποφασίσω για παιδιά και οικογένεια. Με επανέφερε στην πραγματικότητα η γυναικολόγος μου που με ξέρει τουλάχιστον 12 χρόνια, και με την οποία έχω μια σχέση αρκετά εμπιστευτική, όταν πήγα για ένα πρόβλημα που είχα. Καθώς η κουβέντα στρεφόταν γύρω από γυναικολογικά θέματα μου είπε ” Αλήθεια εσύ τι περιμένεις για να κάνεις κανένα παιδί, να περάσεις τα 40 και να είναι όλα πιο δύσκολα;” Ομολογώ ότι ξαφνιάστηκα και συνειδητοποίησα για πρώτη φορά ότι, ναι, πράγματι, υπάρχει ένα χρονικό όριο που όταν ξεπεραστεί, το ζήτημα “παιδί” θα έχει λήξει για μένα και ότι είμαι πια σε απόσταση αναπνοής απ’ αυτό το όριο. Δεν ήταν ευχάριστο ξάφνιασμα και ομολογώ ότι σχεδόν θύμωσα γιατί με ξεβόλεψε αυτή η αλήθεια. Από την άλλη βέβαια αναγκάστηκα για πρώτη φορά να αναρωτηθώ τι σημαίνει για μένα η απόκτηση παιδιού, αν το θέλω τελικά και γιατί… »

Αν και οι περισσότερες γυναίκες γύρω στα 40 σήμερα είναι σωματικά πιο δραστήριες και ζωντανές από ο, τι οι μητέρες τους στα 30, ωστόσο για την απόκτηση παιδιού η ηλικία έχει τη σημασία της. Στα 35 περίπου αρχίζει η καμπύλη της γονιμότητας να πέφτει, από τα 40 η πτώση γίνεται πολύ πιο γρήγορη. Στα 40 έχουν διπλάσιες γυναίκες αποβολές από ο, τι στα 30. Πολλές γυναίκες υποτιμούν ή «απωθούν» υποσυνείδητα αυτά τα βιολογικά δεδομένα και μερικές πιστεύουν ότι μπορούν να «σχεδιάσουν» την απόκτηση παιδιού όπως σχεδιάζουν την καριέρα τους ή την αγορά του σπιτιού τους, όπως ισχυρίζεται η Γερμανίδα γυναικολόγος και συγγραφέας Κριστίνε Μπίρμαν.

Η «απόφαση» της μητρότητας, της δημιουργίας οικογένειας που να περιλαμβάνει και παιδί ή παιδιά δεν είναι εύκολη απόφαση σε καμία ηλικία. Σε κάθε φάση της ζωής μιας γυναίκας ή ενός ζευγαριού υπάρχουν συνθήκες που διευκολύνουν και άλλες που δυσχεραίνουν το ξεκίνημα αυτής της «περιπέτειας» που ονομάζεται οικογένεια.

Η ιδιαίτερη δυσκολία πολλών γυναικών που πλησιάζουν τα 40 και είναι ακόμη αναποφάσιστες είναι ότι η απόφαση αυτή πλέον πρέπει να παρθεί υπό έναν «εκβιαστικό» σχεδόν όρο: ή τώρα ή ποτέ! Απ’ τη στιγμή που το βιολογικό ρολόι αρχίζει να χτυπάει επιτακτικά τότε και οι δύο επιλογές που έχει κανείς (παιδί ή όχι) είναι τελεσίδικες και όποια απόφαση και να πάρουμε δεν μας ξαναδίνεται η ευκαιρία να την ανακαλέσουμε.

Υπό την αμείλικτη λοιπόν αυτή πίεση, είναι φυσικό να αναδύονται φόβοι, αμφιβολίες και ερωτηματικά που σε νεότερες ηλικίες απλά δεν έχουν λόγο ύπαρξης. Το δυσκολότερο ίσως και πιο βασανιστικό απ’ αυτά είναι το: «θέλω πραγματικά να κάνω παιδί ή το σκέφτομαι μόνο και μόνο επειδή ξέρω ότι δεν έχω περιθώρια και πρέπει να το κάνω τώρα;»

Μπροστά απ’ αυτό το δίλημμα βρίσκεται και η Φωτεινή, στην ηλικία των 39 ετών, η οποία μετά από ένα αρκετά μεγάλο διάστημα εργένικης ζωής γνώρισε κι ερωτεύτηκε έναν άντρα που θέλει να κάνει οικογένεια. «Ως τώρα δεν χρειαζόταν να πολυασχοληθώ με το θέμα παιδί γιατί δεν είχα βρει ποτέ τον κατάλληλο. Να όμως που για πρώτη φορά έχω ένα σύντροφο που θέλει παιδιά κι εγώ είμαι αυτή που διστάζει. Φοβάμαι ένα σωρό πράγματα: την εγκυμοσύνη, την αλλαγή στο σώμα μου, τη γέννα, την ευθύνη, τη δέσμευση, τις συνέπειες για τη σχέση μας. Φοβάμαι κυρίως μήπως μπω σε κάτι τελεσίδικο χωρίς να το θέλω πραγματικά, μόνο και μόνο επειδή είναι η τελευταία μου ευκαιρία, επειδή το θέλει ο σύντροφος μου και μπορεί να τον χάσω κι αυτόν, επειδή οι γονείς μου και τα’ αδέρφια μου με κάνουν να αισθάνομαι άχρηστη που σ’ αυτή την ηλικία δεν έχω γίνει ακόμα μητέρα. Είμαι πάρα πολύ μπερδεμένη και ώρες-ώρες θυμώνω σαν να με στριμώχνει κάποιος με την πλάτη στον τοίχο..»

Σταμάτα να με κρίνεις για το πως μεγαλώνω τα παιδιά μου

Είναι αλήθεια ότι οι πιέσεις που δέχεται μια γυναίκα που πλησιάζει το κατώφλι της πέμπτης δεκαετίας, για να κάνει παιδιά είναι πολλές και έρχονται από πολλές πλευρές: από τον ίδιο της τον εαυτό καταρχήν, μιας και η μητρότητα είναι ένα από τα πρωταρχικά θέματα της γυναικείας της φύσης, από το περιβάλλον που συχνά θεωρεί ότι μια γυναίκα δεν είναι «ολοκληρωμένη» αν δεν κάνει παιδιά, σε σπάνιες περιπτώσεις ενδεχομένως κι απ’ τον σύντροφο της που θέλει οικογένεια.

Παρόλα αυτά, επειδή κανένα «πρέπει» δεν μπορεί να αναγκάσει μια γυναίκα που δεν θέλει, να γίνει μητέρα –τουλάχιστον όχι στη δική μας κοινωνία κι εποχή- το πραγματικό δίλημμα μάλλον είναι άλλο: «εγώ θέλω πραγματικά ή δεν θέλω τελικά να κάνω παιδί;». Πολλές γυναίκες φοβούνται να αντιμετωπίσουν το δίλημμα σ’ αυτή του τη μορφή γιατί το να αντιτίθεται μια γυναίκα στη μητρότητα είναι κάτι που τη γεμίζει ενοχές. Συνήθως, μια γυναίκα που πλησιάζει προς τα 40, τείνει να έχει κατασταλάξει μέσα της ως προς το θέμα αυτό και ξέρει αν θέλει ή όχι να γίνει μητέρα, κι αν υπάρχουν δυσκολίες, αυτές είναι «εξωτερικές» (αν, π.χ. δεν έχει βρει ακόμη ένα σύντροφο που να θέλει κι αυτός). Αν όμως έχει αναβάλλει ως την ηλικία αυτή να το αντιμετωπίσει, το πιθανότερο είναι ότι δεν έχει επεξεργαστεί καθόλου τις ενοχές αυτές. Αυτός που στριμώχνει την Φωτεινή με την πλάτη στον τοίχο δεν είναι κανένας άλλος από τον ίδιο της τον εαυτό, κι αυτό βέβαια κάθε άλλο παρά διευκολύνει την κατάσταση.

Μπορεί τελικά μια γυναίκα να βγει απ’ αυτό το αδιέξοδο και να πάρει τη «σωστή» απόφαση; Μπορεί, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι είναι εύκολη διαδικασία, δεδομένου βέβαια και του χρόνου που την πιέζει. Σίγουρα πάντως θα αναγκαστεί για πρώτη φορά, μόνη της, με τον σύντροφο της, με κάποιο άλλο πρόσωπο που εμπιστεύεται ή ακόμα και με τη βοήθεια ενός ψυχολόγου να σκεφτεί σοβαρά και να αναζητήσει με ειλικρίνεια τους λόγους για τους οποίους ανέβαλλε ως αυτή τη στιγμή να αντιμετωπίσει το θέμα αυτό, κάποιοι απ’ τους οποίους μπορεί να είναι:

-η ανάγκη της για αυτονομία κι ελευθερία

-η αγάπη της για τη δουλειά και την καριέρα της

-η έλλειψη του «κατάλληλου» συντρόφου

-ο φόβος της εγκυμοσύνης, των αλλαγών στο σώμα της, της γέννας

-η κακή σχέση με τη δική της μητέρα

-ο φόβος μήπως αλλάξει η σχέση της με το σύντροφο της

Όσο κι αν είναι δύσκολο, είναι αναγκαίο να αφήσει για λίγο τους άλλους (ειδικά τους «καλοθελητές» τρίτους) απ’ έξω και να απαντήσει στο ερώτημα τι σημαίνει για την ίδια να είναι μια γυναίκα με παιδί ή μια γυναίκα χωρίς παιδί.

Να σκεφτεί πώς φαντάζεται τον εαυτό της –και τη σχέση της- σε 10 χρόνια με και χωρίς παιδί και τι συναισθήματα της προκαλούν οι μελλοντικές αυτές εικόνες. Ενδεχομένως να βάλει τους φόβους της «στο τραπέζι», να τους κάνει συγκεκριμένους και να αναλογιστεί σε τι βαθμό έχουν (ακόμη) λόγο ύπαρξης κι αν οι κίνδυνοι που βλέπει υφίστανται πραγματικά ή μπορούν να μετριαστούν.

Και όλα αυτά δίνοντας στον εαυτό της την πολυτέλεια της επιλογής ανάμεσα από δύο εξίσου καλές προοπτικές: η μητρότητα είναι μια πολύ ωραία και πλούσια εμπειρία για μια γυναίκα αλλά υπάρχουν στη ζωή και πάρα πολλές άλλες δυνατότητες για μια γυναίκα να ζήσει μια ζωή που να την ικανοποιεί και να την γεμίζει.

«Παιδί ναι, όταν θα το θέλω εγώ»: αυτή είναι ίσως η μεγαλύτερη διαφορά των σημερινών γυναικών από τη γενιά των μανάδων ή ακόμα περισσότερο των γιαγιάδων τους σε σχέση με τη μητρότητα. Θέλουν να έχουν την ελευθερία να αποφασίσουν πότε θα γίνουν μητέρες. Το ερώτημα βέβαια που προκύπτει είναι, κατά πόσο η μητρότητα είναι μια συνειδητή απόφαση. Οι ειδικοί υποστηρίζουν ότι οι εξωτερικές συνθήκες, η λογική, οι συνειδητές επιλογές παίζουν μεν κάποιο ρόλο αλλά ότι τελικά υποσυνείδητοι κυρίως λόγοι οδηγούν μια γυναίκα στο να θέλει να γίνει μητέρα (ή όχι) σε μια συγκεκριμένη στιγμή της ζωής της: τα βιώματα της από τη δική της οικογένεια, η σχέση της με την γυναικεία της φύση, ο φόβος της συναισθηματικής δέσμευσης

Η απόκτηση παιδιού, σε οποιαδήποτε ηλικία, δεν είναι –και δεν θά πρεπε να είναι- μία απόφαση που αφορά μόνο τη γυναίκα, αλλά το ζευγάρι. Ακόμη κι ένα ευτυχισμένο ζευγάρι μπορεί να δυσκολεύεται να αποφασίσει ή να συμφωνήσει αν και πότε θέλει να αποκτήσει παιδί. Η μητρότητα και η πατρότητα προϋποθέτουν μια προσωπική εσωτερική αναζήτηση και σηματοδοτούν μια σημαντική αλλαγή στο status quo της κάθε σχέσης και ανακινούν ερωτήματα όπως «το παιδί θα μας φέρει πιο κοντά ή θα μας απομακρύνει;», «θα μπορέσουμε να μοιραστούμε τις ευθύνες;», «μήπως με το παιδί πάψει η αφοσίωση του άλλου;». Και η αλήθεια είναι, ότι όταν ένα ζευγάρι έχει το χρόνο να χτίσει τη σχέση του πριν γεννηθεί ένα παιδί, έχει περισσότερες πιθανότητες να έχει εδραιώσει τη σταθερότητα αλλά και το βαθμό ανεξαρτησίας που επιθυμεί.

Λουίζα Βογιατζή / Ψυχολόγος- Σύμβουλος Προσωποκεντρικής Προσέγγισης

Πηγή: childit.gr

Διαβάστε ακόμη:

«Αγαπητή μαία, μην με πάρετε μακριά από τη μαμά μου μόλις γεννηθώ…»

10 πράγματα που καταλαβαίνουν μόνο οι μαμάδες που δεν δουλεύουν!