“Να προσέχει το παιδί ή να προσέχω τι του λέω;”

Μεγάλωσες με το “να προσέχεις”, να συντροφεύει το κάθε βήμα σου.

Νόμιζες ότι και μόνο που το άκουγες, όλα θα πήγαιναν καλά.

Δεν ήξερες ότι αυτό ήταν τρικλοποδιά, πού να το φανταστείς.

Το συνέχισες και εσύ λέγοντας μετά “να προσέχεις παιδί μου”, γιατί έτσι είχες μάθει.

Έπρεπε να περάσουν πολλά χρόνια για να μπορέσεις να καταλάβεις, να αναλύσεις, τη σημασία του.

Θυμάσαι σαν να ήταν χτες που άνοιγες την πόρτα να φύγεις, και πριν καλά καλά ακουμπήσεις το πόμολο, άκουγες τη μάνα σου να λέει δυνατά “να προσέχεις!”.

Όταν έκλεινε η πόρτα όμως, ένιωθες τους ώμους σου ένα ανεξήγητο βάρος.

Αυτή η φράση με την οποία έβγαινες ραντεβού και βόλτες, δεν άφηνε να ζήσεις την ανεμελιά της ηλικίας σου.

Έκρυβε τόσα πολλά “σ’ αγαπώ, και φοβάμαι μην πάθεις τίποτα”, που σε έκαναν να σκέφτεσαι πρώτα αρνητικά, την οποιαδήποτε κίνηση σου.

Ντρεπόσουν ακόμα και να μιλήσεις μήπως παρεξηγηθείς (γιατί και η αξιοπρέπεια, προσοχή ήθελε…) έτρεμες στη σκέψη μήπως κάποιος ανακαλύψει τα αισθήματα σου και τα εκμεταλλευτεί, φοβόσουν μην πάθεις κακό.

Η ομπρέλα τού “να προσέχεις”, σε είχε κάτω από τη σκιά της κι εσύ δεν είχες το κουράγιο να την κλείσεις, να αφήσεις τον ήλιο να απορροφήσει τον κάθε φόβο σου, να σε γεμίσει ζωή.

Και πέρασαν τα χρόνια, κι όπως ήταν φυσικό ξεστόμισες αρκετές φορές αυτή τη φράση στο δικό σου παιδί, ώσπου επιτέλους κατάλαβες οτι κάτι δεν πήγαινε καλά, εκεί στο κλείσιμο της πόρτας.

Σαν να έβγαζες μια ευθύνη από πάνω σου, και να τη φόρτωνες στο παιδί σου.

Άδικο, σκέφτηκες -επιτέλους- και αναθεώρησες αμέσως.

Θα μου πείτε κάποιοι, είναι δύσκολοι καιροί, ποτέ δεν ξέρεις πού παραμονεύει το κακό.

Ισχύει, αλλά το “να προσέχεις” παρότι ξεπηδάει από τεράστια αγάπη και έννοια, πέφτει στους ώμους του παιδιού σου σαν αβάσταχτο φορτίο.

Μόλις το ξεστομίζεις ο φόβος απλώνεται παντού πάνω του και σαν αράχνη πλέκει γύρω του τον ιστό του φόβου.

Τώρα πια εσύ, την ώρα που το παιδί σου γυρίζει το πόμολο της πόρτας για να βγει μια βόλτα στον κόσμο, όρθια λίγο πιο πίσω, κρατάς χαλαρά το φλυτζάνι με τον καφέ σου, και ακούγοντας το “Μαμά δε θ΄αργήσω”, απαντάς μονάχα “να περάσεις καλά παιδί μου”. 

Είσαι σίγουρη ότι θα περάσει καλά.

Κι όταν ασυναίσθητα κοιτάζεις το καλάθι με τις ομπρέλες, είναι όλες εκεί.

Κι ο ήλιος λαμπερός έξω απ΄την πόρτα…

Δικαία Μαραβέλια-eyedoll.gr

Αν σας άρεσε το άρθρο πατήστε… Share και μοιραστείτε το με τους φίλους σας!