Αν κατά την εγκυμοσύνη η μητέρα εκτεθεί σε υψηλά επίπεδα φθαλικών ενώσεων, ο κίνδυνος άσθματος αυξάνεται πάνω από 70%. Αυτό είναι το συμπέρασμα μίας νέας αμερικανικής επιστημονικής έρευνας, που πραγματοποίησαν επιστήμονες των Σχολών Δημόσιας Υγείας των Πανεπιστημίων Κολούμπια και Χάρβαρντ.
Πρόκειται για την πρώτη μελέτη που συσχετίζει το άσθμα ενός παιδιού με την προγεννητική έκθεσή του σε αυτές τις κοινές χημικές ουσίες, οι οποίες χρησιμοποιούνται ευρέως σε διάφορα προϊόντα ενός νοικοκυριού, όπως πλαστικές συσκευασίες, συνθετικά αρώματα, επιστρώσεις πατωμάτων, απωθητικά εντόμων, πλαστικές κουρτίνες, ακόμη και σε τιμόνια ή ταμπλό αυτοκινήτων.
Όπως δημοσιεύεται στο περιοδικό «Environmental Health Perspectives», οι ερευνητές, με επικεφαλής τον καθηγητή επιστημών περιβαλλοντικής υγείας Ρόμπιν Γουάιατ, μελέτησαν 300 έγκυες γυναίκες και τα παιδιά τους.
Τα επίπεδα τεσσάρων ύποπτων φθαλικών ενώσεων μετρήθηκαν μέσω χημικών μεταβολιτών στα ούρα. Τα δείγματα συλλέχθηκαν από τις μητέρες στη διάρκεια του τρίτου τριμήνου της εγκυμοσύνης, καθώς επίσης -μετά από χρόνια- από τα παιδιά τους σε ηλικία τριών, πέντε και επτά ετών.
Οι ερευνητές συνέκριναν την πιθανότητα εμφάνισης άσθματος σε ένα παιδί ηλικίας πέντε έως 11 ετών, ανάλογα αν αυτό είχε γεννηθεί από μητέρα με χαμηλά ή υψηλά επίπεδα φθαλικών ενώσεων στον οργανισμό της κατά την εγκυμοσύνη της. Από τα 300 παιδιά, σχεδόν το ένα τρίτο (94) εμφάνισαν κάποια μορφή άσθματος, ενώ άλλα 60 είχαν δύσνποια και παρεμφερή συμπτώματα αλλά χωρίς διάγνωση άσθματος.
Από τις τέσσερις ενώσεις που μελετήθηκαν, δύο βρέθηκαν «ένοχες» (butylbenzyl phthalate ή BBzP και di-n-butyl phthalate ή DnBP) και δύο «αθώες» (di-2-ethylhexyl phthalate και diethyl phathalate). Οι δύο πρώτες ενώσεις αυξάνουν κατά 72% και 78% αντίστοιχα τον κίνδυνο εκδήλωσης παιδικού άσθματος.
«Όλοι, από τους γονείς έως τους δημόσιους παράγοντες, ανησυχούν για την απότομη αύξηση στον αριθμό των παιδιών που εκδηλώνουν άσθμα. Ο στόχος μας είναι να προσπαθήσουμε να φέρουμε στο φως τις αιτίες αυτής της επιδημίας, ώστε να μπορούμε να προστατεύσουμε καλύτερα τα μικρά παιδιά από αυτή την εξουθενωτική κατάσταση», δήλωσε ο Γουάιατ και πρόσθεσε ότι οι δύο συγκεκριμένες χημικές ουσίες θα πρέπει πλέον να προστεθούν στον κατάλογο των γνωστών παραγόντων κινδύνου. Άλλοι παράγοντες κινδύνου για άσθμα είναι το κάπνισμα (ενεργητικό και παθητικό), η ρύπανση του αέρα, η παχυσαρκία, το ιστορικό αλλεργιών κ.α.
Τα τελευταία χρόνια, ορισμένες φθαλικές ενώσεις (μεταξύ των οποίων και οι δύο επίμαχες) έχουν απαγορευτεί στα παιγνίδια, όχι όμως σε άλλες χρήσεις. Επιπλέον, δεν αναφέρονται πάντα στις ετικέτες με τα συστατικά ενός προϊόντος.
«Τα έμβρυα είναι υπερβολικά ευάλωτα κατά την εγκυμοσύνη. Αν και εναπόκειται στις μητέρες να κάνουν ό,τι μπορούν για να τα προστατεύσουν, στην πραγματικότητα είναι αβοήθητες στην περίπτωση των φθαλικών, όπως τα BBzP και DnBP, καθώς δεν μπορούν να τα αποφύγουν. Αν θέλουμε να προστατεύσουμε τα παιδιά, πρέπει να προστατεύουμε τις εγκύους γυναίκες», δήλωσε η βασική ερευνήτρια Ρέιτσελ Μίλερ, καθηγήτρια παιδιατρικής και περιβαλλοντικής υγείας στην Ιατρική Σχολή του Κολούμπια.
Είναι αξιοσημείωτο ότι σε όλα -πλην ενός μόνο- τα δείγματα ούρων των εγκύων και των παιδιών που αναλύθηκαν, υπήρχαν και οι τέσσερις φθαλικές ενώσεις που εξετάστηκαν, σε συγκεντρώσεις που κυμαίνονταν από οριακές έως μεγάλες. Είναι πάντως άγνωστο ποια προϊόντα ήσαν αυτά που συνέβαλαν περισσότερο στην αύξηση του επιπέδου κάποιας φθαλικής ουσίας.
onmed.gr
Αν σας άρεσε το άρθρο πατήστε… Share και μοιραστείτε το με τους φίλους σας!