Όταν το παιδί διαγνωστεί με μαθησιακές ή αναπτυξιακές διαταραχές

Η Δέσποινα Κανάκογλου από το #giatioxi πήρε μια πολύ ενδιαφέρουσα συνέντευξη από τις Έφη Κουραμπά, Κλινική Ψυχολόγο και Αθανασία Παπανικολάου, Ψυχοπαιδαγωγό, από τη Θεσσαλονίκη, οι οποίες απάντησαν σε όλες τις ερωτήσεις σχετικά με τα παιδιά με μαθησιακές ή αναπτυξιακές δυσκολίες. Μάθετε πώς οι νέοι γονείς μπορούν να αντιληφθούν αν τα παιδιά τους χρειάζεται να απευθυνθούν σε ειδικούς, ποιους ειδικούς, τις διαδικασίες και τι μπορούν να κάνουν μετά.

Ακούστε όλη τη συνέντευξη ή διαβάστε τα σημαντικά σημεία της.

Πως οδηγούνται οι γονείς σε κάποιον ειδικό;

Οι γονείς είναι οι πρώτοι που θα αντιληφθούν την οποιαδήποτε παρέκκλιση του μικρού τους από τα τυπικά αναπτυξιακά στάδια. Σημαντική, εδώ, μπορεί να σταθεί και κάποια παρατήρηση από τον/ την παιδίατρο που παρακολουθεί το παιδάκι. Συνήθως η ηλικία που γίνονται αντιληπτά τα σημάδια της ψυχοκινητικής καθυστέρησης είναι γύρω στα δύο έτη.

Εφόσον οι γονείς αποφασίσουν πως πρέπει να συμβουλευτούν κάποιον ειδικό, που πρέπει να απευθυνθούν;

Σε κρατικά νοσοκομεία, τα οποία διαθέτουν ιατροπαδαγωγικο τμήμα, όπως είναι το Ιπποκράτειο και το Παπαγεωργίου, εδώ στη Θεσσαλονίκη. Οι γονείς θα δώσουν ένα σύντομο ιστορικό του μικρού τους στη γραμματεία και θα κλείσουν το κατάλληλο ραντεβού. Το παιδάκι, εν συνέχεια θα εξεταστεί από ένα εξειδικευμένο ιατροπαιδαγωγικο team, το οποίο θα ενημερώσει τους γονείς για το αν απαιτούνται περαιτέρω εξετάσεις. Αν τα τελικά αποτελέσματα δείξουν πως το παιδί υπολείπεται σημαντικά σε συγκεκριμένους τομείς, θα συνταχθεί μια γνωμάτευση.

Και μετά τη γνωμάτευση, τι;

Από τη στιγμή που οι γονείς κρατούν στα χέρια τους τη γνωμάτευση του παιδιού τους, είναι σημαντικό να αναζητήσουν την κατάλληλη βοήθεια από κάποιο αξιόπιστο κέντρο με έμπειρο προσωπικό (λογοθεραπευτές, εργοθεραπευτές, ειδικούς παιδαγωγούς και φυσικά παιδοψυχολόγο). Η παρέμβαση που θα ακολουθηθεί θα πρέπει να είναι ολιστική.

Με απλά λόγια, αυτό σημαίνει πως το κάθε παιδάκι θα πρέπει να αντιμετωπιστεί εξατομικευμένα, ανάλογα με τη γνωμάτευση που φέρει αλλά και πολύπλευρα από μια διεπιστημονική ομάδα, ώστε να εξασφαλιστεί το καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα! Βασικό στοιχείο για μια επιτυχημένη παρέμβαση είναι και η καλή συνεργασία μεταξύ των: ειδικών θεραπευτών- γονέων και σχολείου.

Πόσο σημαντική είναι η σχέση γονέων με τους θεραπευτές του παιδιού;

Ίσως το κομβικότερο σημείο της παρέμβασης είναι η εμπιστοσύνη των γονέων στον/ στην θεραπευτή/τρια του παιδιού τους. Αν εδραιωθεί μια καλή και αξιόπιστη σχέση μεταξύ τους, τότε έχει ήδη γίνει ένα θετικό πρώτο βήμα. Άλλωστε, όπως είπαμε και νωρίτερα η ολιστική προσέγγιση του παιδιού είναι το ζητούμενο για μια επιτυχημένη πορεία!

Οι γονείς, λοιπόν, θα πρέπει να ακολουθούν τις οδηγίες των θεραπευτών και να μην παρεμβαίνουν αναίτια στις μεθόδους τους. Από την άλλη, οι θεραπευτές οφείλουν να σέβονται και να κατανοούν τις ανάγκες και επιθυμίες της κάθε οικογένειας. Τέλος, η στοχοθεσία της εκάστοτε παρέμβασης θα πρέπει να ανακοινώνεται στους γονείς και να γίνονται τακτικές ενημερώσεις για την πρόοδο του παιδιού.

Ποιες δυσκολίες ενδέχεται να προκύψουν κατά την παρέμβαση;

Καταρχάς, σε κάθε παρέμβαση απαιτείται να δίνεται χρόνος, ώστε να κατακτηθεί μια καλή σχέση μεταξύ παιδιού και θεραπευτή. Μεγάλη έμφαση, όμως, θα πρέπει στη σωστή διαχείριση του γονεϊκού άγχους από τους θεραπευτές, καθώς οι πρώτοι συχνά προβάλλουν τα αρνητικά τους συναισθήματα επάνω στους δεύτερους.

Με ποια συναισθήματα έρχονται αντιμέτωποι οι γονείς αφού λάβουν τη γνωμάτευση του παιδιού τους;

Οι γονείς καλούνται να αποδεχτούν μια γνωμάτευση, της οποίας το περιεχόμενο, συνήθως αρχικά αμφισβητούν καθώς περνούν μια περίοδο άρνησης, ειδικά αν πρόκειται για κάποια σοβαρότερη διάγνωση. Έπειτα, σειρά έχει ο θυμός και η αγανάκτηση που πολλές φορές συνοδεύονται με την ερώτηση «γιατί σε εμάς;».

Στη συνέχεια, εναλλάσσονται συναισθήματα ενοχών καθώς ορισμένοι γονείς περιγράφουν με αρνητικά αρνητικά λόγια το παιδί τους και φυσικά ένα μεγάλο κεφάλαιο είναι το «πένθος», όπου οι γονείς καλούνται να εξηγήσουν σε οικογενειακό και φιλικό περίγυρο την διάγνωση του παιδιού. Επίσης, η πληθώρα των γονέων αισθάνεται αγωνία για την έκβαση της παρέμβασης αλλά και φόβο για το μέλλον του παιδιού τους.

Γιατί είναι σημαντικό να υποστηριχθούν σωστά και οι γονείς;

Όπως αναφέρθηκε και νωρίτερα, η προσέγγιση θα πρέπει να είναι ολιστική. Αυτό σημαίνει, πως απαιτείται μια εποικοδομητική συνεργασία μεταξύ θεραπευτών και γονέων. Οι τελευταίοι, μάλιστα, είναι αυτοί που θα φέρουν σε επαφή τους πρώτους με το σχολείο. Επομένως, είναι κρίσιμη η θετική ψυχολογία των γονέων, για την ομαλή και επιτυχημένη διεξαγωγή της παρέμβασης.

Άλλωστε, υπάρχει και μια πληθώρα ερευνών που συνηγορεί προς αυτή την κατεύθυνση, καθώς έχει αποδειχθεί ερευνητικά πως το άγχος της μητέρας επηρεάζει τις οργανικές και ψυχολογικές λειτουργίες του παιδιού στη νηπιακή ηλικία, ενώ το άγχος του πατέρα επιδρά κατά τον ίδιο τρόπο στη μετανηπιακή ηλικία.

Με ποιον τρόπο βοηθούμε τους γονείς να γίνουν αρωγοί στην παρέμβαση;

Από την εμπειρία μας στο Κέντρο Παιδιού & Γονέα, αυτό που έχουμε αντιληφθεί είναι πως οι γονείς, καταρχήν, χρείαζονται τακτική συμβουλευτική υποστήριξη από ψυχολόγο, ώστε να ενδυναμώσουν ψυχικά. Όμως, εξίσου σημαντικό είναι να δίνονται ειλικρινείς απαντήσεις στις ερωτήσεις/ απορίες τους και να αφιερώνεται χρόνος και η απαιτούμενη προσοχή στην εξωτερίκευση των συναισθημάτων που βιώνουν και που αναλύθηκαν λίγο νωρίτερα.

Σε δεύτερο χρόνο, μετατοπίζουμε την προσοχή στις ανάγκες του ίδιου του παιδιού και καλούμε τους γονείς να κατανοήσουν τις ψυχολογικές και κοινωνικές επιπτώσεις ενός παιδιού που δυσκολεύεται να συμβαδίσει με το αναμενόμενο με την ηλικία του επίπεδο. Πολύτιμος σύμμαχος και εδώ είναι και η πρόσφατη βιβλιογραφία, που μας πληροφορεί πως τα παιδιά που αποτυγχάνουν στις σχολικές επιδόσεις τους, βιώνουν το αίσθημα της ματαίωσης, γεγονός που επηρεάζει αρνητικά την αυτοεκτίμηση τους, ενώ από άποψη κοινωνικών δεξιοτήτων, προκύπτει πως δυσκολεύονται πολύ να αναπτύξουν υγιείς σχέσεις με τους συνομιλίκους τους.

Και ένα μήνυμα προς τους γονείς (αντί επιλόγου)

Μην κάνετε τα παιδιά σας να νιώσουν πως η αποτυχία τους τα χαρακτηρίζει. Οι άνθρωποι δεν είμαστε αριθμοί ή επιδόσεις στα διαγωνίσματα ή τα σπορ. Κανείς ποτέ δε θα θυμάται το βαθμό σε εκείνο το τεστ αρχαίων της β´ γυμνασίου ή σε ένα διαγώνισμα μαθηματικών στο λύκειο, αλλά πάντα ανακαλούμε με αγάπη τις φορές που είχαμε κάποιον δίπλα μας να μας «σηκώσει» και ανατρέχουμε σε αυτές τις φορές ως το «κουτάκι πρώτων βοηθειών», όταν μετέπειτα στη ζωή τα πράγματα δυσκολεύουν.

Γίνετε, λοιπόν, το υποστηρικτικό δίκτυο του παιδιού σας και χτίστε το σε γερά θεμέλια, ώστε να ανατρέχει πάντα σε αυτό με χαρά και να νιώθει ασφάλεια εντός του. Και το νου σας… Ό,τι πείτε, «γράφει».