Ποια είναι η ορμόνη της γονιμότητας και γιατί ονομάζεται έτσι;

Ποια είναι η ορμόνη της γονιμότητας και γιατί ονομάζεται έτσι;

Τι είναι η αντί – Μυλλεριανός Ορμόνη και γιατί ονομάζεται ορμόνη της γονιμότητας;

Πώς παράγεται η AMH;

Η ορμόνη αυτή παράγεται στο μεν άνδρα στους όρχεις, στη δε γυναίκα στις ωοθήκες.

[babyPostAd] Η παραγωγή της AMH επηρεάζει την εξέλιξη του εμβρύου;

Στην αρχή της εγκυμοσύνης το έμβρυο θεωρητικά δύναται να εξελιχθεί τόσο ως άρρεν, όσο και ως θήλυ.

Στην περίπτωση, που πρόκειται για έμβρυο με γενετικό κώδικα άρρενος, από τους ιστούς των όρχεών  του εκκρίνεται AMHαφενός, ανδρογόνα («ανδρικές» ορμόνες) αφετέρου. Κατά τον τρόπο αυτόν παρεμποδίζεται η ανάπτυξη θηλυκών γεννητικών οργάνων, ενώ αντιθέτως προάγεται η ανάπτυξη αρσενικών γεννητικών οργάνων.

Τα επίπεδα της ορμόνης αυτής αλλάζουν κατά τη διάρκεια της ζωής του ατόμου;

Η παραγωγή της AMH ακολουθεί αντίθετη πορεία στα θήλεα από τα άρρενα.

Συγκεκριμένα, αν πρόκειται για αγόρι, η παραγωγή της ορμόνης αυτής εμφανίζεται αυξημένη στα πρώτα χρόνια της ζωής του και μέχρι την εφηβεία. Από το σημείο αυτό κι έπειτα, η παραγωγή της AMHακολουθεί πτωτική πορεία, η οποία αντικατοπτρίζεται και στα επίπεδά της στο αίμα.

Στα κορίτσια όμως, η παραγωγή της AMHστην αρχή της ζωής τους είναι χαμηλή, ενώ με την αρχή της εφηβείας αυτή προοδευτικά αυξάνεται και ανάλογη πορεία καταγράφεται και στα επίπεδά της στο αίμα.

Διαρκούσης της αναπαραγωγικής φάσης της ζωής της γυναίκας, τα επίπεδα της AMHπροοδευτικά κάμπτονται, όσο πλησιάζει η εμμηνόπαυση, μετά την έλευση της οποίας η ορμόνη δεν είναι πλέον ανιχνεύσιμη στο αίμα της.

Ποια είναι η σχέση των επιπέδων της AMH με τη γονιμότητα της γυναίκας;

Ο άνδρας είναι θεωρητικά γόνιμος καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής του από την εφηβεία και μετά, αφού από το ορόσημο αυτό κι έπειτα η παραγωγή γεννητικών κυττάρων (σπερματοζωαρίων) από του όρχεις είναι συνεχής.

Αντίθετα, η παραγωγή ανώριμων ωαρίων στις ωοθήκες του κοριτσιού σταματά στην εμβρυϊκή περίοδο. Έτσι το κορίτσι έρχεται στον κόσμο με πεπερασμένο αριθμό ανώριμων ωαρίων.

Σε κάθε έμμηνο κύκλο (σε κάθε περίοδο δηλαδή) ξεκινά η ωρίμανση κάποιων από τα ωάρια αυτά, αλλά μόνον ένα (συνήθως) φθάνει στην πλήρη ωρίμανση και απελευθερώνεται με την ωοθυλακιορρηξία και είναι έτοιμο να γονιμοποιηθεί, αν έρθει σε επαφή με σπερματοζωάριο, ώστε να ξεκινήσει μία κύηση.

Συνεπώς, ο αριθμός των ανώριμων ωαρίων, που εντοπίζεται στις ωοθήκες της γυναίκας προοδευτικά μειώνεται. Συγκεκριμένα, έχει υπολογιστεί πως ένα κορίτσι στη γέννησή του έχει στις ωοθήκες του περίπου ένα εκατομμύριο ανώριμα ωάρια. Ο αριθμός αυτός κατά τη διάρκεια της παιδικής ηλικίας προοδευτικά μειώνεται στα 500.000 στην αρχή της εφηβείας.

Η AMH ανήκει στη χορεία των ορμονών, που ρυθμίζουν την ωρίμανση των ωαρίων κατά τη διάρκεια του έμμηνου κύκλου.

Συγκεκριμένα, η ωρίμανση των ωαρίων προάγεται από την έκκριση των ορμονών FSH (Follicle – Stimulating Hormone/ Ωοθυλακιοτρόπος ορμόνη) και LH (Luteinizing Hormone/ Ωχρινοτρόπος Ορμόνη). Οι ορμόνες αυτές παράγονται από μια εξειδικευμένη περιοχή του εγκεφάλου, που ονομάζεται υπόφυση και η δράση τους αντιρροπείται από τη δράση της AMH, η οποία τρόπον τινά αναστέλλει την όλη διαδικασία. Έτσι – θα μπορούσε σχηματικά να πει κανείς – πως οι μεν FSH και LHείναι το «γκάζι» της ωρίμανσης των ωαρίων και η AMH είναι το αντίστοιχο «φρένο». Η ορθότητα της ωρίμανσης των ωαρίων εξαρτάται από την «ισόρροπη» δράση των ορμονών αυτών.

Τα επίπεδα της AMH αντικατοπτρίζουν τη γονιμότητα της γυναίκας;

Θωρούμε, πως τα επίπεδα της AMH αντικατοπτρίζουν τη λεγόμενη «ωοθηκική εφεδρεία» (ovarianreserve) της γυναίκας.

Ο όρος ωοθηκική εφεδρεία υπό μίαν έννοια περιγράφει τη δυνατότητα των ωοθηκών μίας γυναίκας να παράγει περαιτέρω ώριμα ωάρια. Για να είμαστε πιο ακριβείς, με τον όρο αυτό αναφερόμαστε στο πλήθος των ανώριμων ωαρίων, που εντοπίζονται στις ωοθήκες μία συγκεκριμένη χρονική στιγμή, τα οποία θα μπορούσαν εν δυνάμει και υπό τις κατάλληλες συνθήκες, να ωριμάσουν και εν τέλει να γονιμοποιηθούν.

Θεωρητικά, η γονιμότητα της γυναίκας είναι ανάλογη με τα μετρούμενα στο αίμα της επίπεδα της AMH. Έτσι όσο υψηλότερα είναι τα επίπεδα αυτά, τόσο υψηλότερη είναι και η γονιμότητά της. Αντίθετα, χαμηλά επίπεδα AMHυποδηλώνουν και χαμηλή γονιμότητα.

Η μέτρηση των επιπέδων της AMH γίνεται με μία απλή αιμοληψία στα πλαίσια της τυπικής εργαστηριακής διερεύνησης της γυναικείας υπογονιμότητας.

Γενικά, τα επίπεδα της AMH αντικατοπτρίζουν και τη δυνατότητα των ωοθηκών να ανταποκριθούν στην ορμονική διέγερση, στην οποία αυτές υποβάλλονται κατά τη διαδικασία της εξωσωματικής γονιμοποίησης. Έτσι, αν μια γυναίκα παρουσιάζει χαμηλά επίπεδα AMH, τότε είναι πιθανό οι ωοθήκες της να παράξουν μικρότερο αριθμό ώριμων ωαρίων μετά από τη διέγερση. Εν τοιαύτη περιπτώσει οι πιθανότητες επιτυχίας της όλης διαδικασίας μειώνονται.

Όσον αφορά γυναίκες, που εμφανίζουν Σύνδρομο Πολυκυστικών Ωοθηκών και πρόκειται να υποβληθούν σε εξωσωματική γονιμοποίηση, αν τα καταγεγραμμένα επίπεδα AMH είναι υψηλά, τότε υφίσταται το ενδεχόμενο οι ωοθήκες τους να «αντιδράσουν υπερβολικά» στη φαρμακευτική διέγερση. Σε αυτές τις περιπτώσεις αφενός ρυθμίζουμε αναλόγως και τα δόση της χορηγούμενης φαρμακευτικής αγωγής, αφετέρου προτιμούμε κατά κανόνα η εμβρυομεταφορά να πραγματοποιηθεί σε επόμενο της διέγερσης κύκλο.

Πηγή:   mytwins.gr