Πώς επηρεάζει η τηλεόραση τα παιδιά νηπιακής ηλικίας

Ένας βασικός παράγοντας που μπορεί να βάζει εμπόδια στην προετοιμασία των παιδιών για το νηπιαγωγείο μπορεί να κρύβεται σε κοινή θέα στο σαλόνι μας, σύμφωνα με μία έρευνα.

Όπως ισχυρίζεται η έρευνα αυτή, παιδιά που βλέπουν πολύ τηλεόραση, ή περνούν πολύ χρόνο γενικά μπροστά σε οθόνες είναι λιγότερο έτοιμα για το σχολείο σε σχέση με τα παιδιά που δεν το κάνουν.

«Με δεδομένο ότι μελέτες έχουν δείξει ότι τα παιδιά πολλές φορές βλέπουν πολύ περισσότερη ώρα από όση συστήνεται, σε συνδυασμό με την κυριαρχία της τεχνολογίας στην καθημερινότητά μας με smartphones και τάμπλετ, ο χρόνος που περνούν τα παιδιά μπροστά σε μία οθόνη είναι περισσότερος από κάθε άλλη φορά», δήλωσε ο επικεφαλής ερευνητής, ψυχολόγος Άντριου Ρίμπνερ.

Για τις ανάγκες της νέας έρευνας, η ομάδα του Ρίμπνερ μελέτησε το κατά πόσο ήταν έτοιμα για το σχολείο περισσότερα από 800 παιδιά νηπιακής ηλικίας, ελέγχοντας τον τρόπο σκέψης τους, τη μνήμη, τις ικανότητές τους σε μαθηματικά και γλώσσα και τις κοινωνικο-συναισθηματικές τους δεξιότητες.

Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της έρευνας, η παρακολούθηση πάνω από 2 ώρες τηλεόρασης ημερησίως συνδέεται με περιορισμένες δεξιότητες, ειδικά για τα παιδιά που προέρχονται από οικογένειες με χαμηλά εισοδήματα. Για αυτό και οι ερευνητές συστήνουν στους γονείς να περιορίσουν την τηλεθέαση των παιδιών τους σε λιγότερο από 2 ώρες ημερησίως.

Αν και δεν μπόρεσαν να βρουν την αιτία που συνδέεται το εισόδημα της οικογένειάς τους με το επίπεδο των δεξιοτήτων των παιδιών, οι ερευνητές σημειώνουν ότι μελέτες που έχουν γίνει στο παρελθόν ισχυρίζονται ότι τα παιδιά από οικογένειες με υψηλότερα εισοδήματα τείνουν να βλέπουν περισσότερο εκπαιδευτικά προγράμματα στην τηλεόραση και λιγότερο ψυχαγωγικά. Επίσης, οι γονείς τους είναι πιο πιθανό να έχουν περισσότερο χρόνο για να δουν μαζί τους τηλεόραση και έτσι να συζητήσουν και να βοηθήσουν τα παιδιά να καταλάβουν τι βλέπουν.

«Τα ευρήματά μας υποδηλώνουν ότι οι συνθήκες υπό τις οποίες ένα παιδί βλέπει τηλεόραση μπορούν να επηρεάσουν τις επιπτώσεις που έχει αυτή στις δεξιότητες και την ικανότητα μάθησης», είπε η συν-συγγραφέας της έρευνας Κάρολιν Φιτζπάτρικ του Πανεπιστημίου Σαιντ Αν του Καναδά.