Σε κάθε διαζύγιο προτεραιότητα πρέπει να έχουν τα παιδιά
Ένα διαζύγιο είναι πάντα οδυνηρό, τόσο για το ζευγάρι, όσο και για τα παιδιά. Δεν υπάρχει τρόπος να μην επηρεαστούν τα παιδιά απ’ το χωρισμό των γονιών τους, είτε αυτός απλώς ειπωθεί, είτε πραγματοποιηθεί, είτε βιώνεται μέσα από συμπεριφορές ενός ζευγαριού που δεν μπορεί να χωρίσει στην πράξη. Ένα διαζύγιο δεν είναι πάντα ανώδυνο, αλλά δεν είναι και ό,τι χειρότερο μπορεί να συμβεί.
[babyPostAd]Ένα ζευγάρι που δεν αγαπιέται και που δεν μπορεί να ζήσει καλά, όσο και να υποκριθεί μια «δήθεν καλή σχέση» για «χάρη των παιδιών», δεν υπάρχει περίπτωση να πείσει τα παιδιά. Οι επιπτώσεις στο παιδί μπορεί να είναι χειρότερες, αν οι γονείς του εγκλωβίζονται σε μια καθημερινότητα δυστυχίας και αδυνατούν συνεπώς να έχουν πραγματική σχέση, τόσο μεταξύ τους, όσο και με τα παιδιά τους.
Το παιδί είναι σε θέση ν’ αντιληφθεί, έστω και σε μη συνειδητό επίπεδο, τη διαφορά ανάμεσα στο «αυθεντικό» και το «ψεύτικο». Έχει φανεί σε αρκετές περιπτώσεις ότι για τα παιδιά η πιο οδυνηρή περίοδος είναι η περίοδος πριν απ’ το διαζύγιο, περίοδος που οι γονείς είτε έχουν πολλή ένταση και συγκρούσεις είτε απλώς συνυπάρχουν κι ανέχονται ο ένας τον άλλον, όσο είναι αναποφάσιστοι ως προς το αν θα υπερασπιστούν το γάμο τους ή θα προχωρήσουν σε διαζύγιο.
Σε μια τέτοια περίπτωση οι γονείς κινδυνεύουν είτε να παραμελήσουν τις ανάγκες των παιδιών τους, είτε να επενδύσουν όλη τους την ενέργεια και τις προσδοκίες τους σ’ αυτά, είτε να τα εντάξουν στις συγκρούσεις τους. Κάτι τέτοιο είναι βέβαια πιθανό να συμβεί και μετά το διαζύγιο, γι’ αυτό και οι γονείς οφείλουν να είναι αρκετά προσεκτικοί ως προς το γονεϊκό τους ρόλο.
Οι γονείς οφείλουν να ενημερώσουν τα παιδιά για το επερχόμενο διαζύγιο το συντομότερο δυνατό, ώστε να τους δώσουν το χρόνο να εκφράσουν τα συναισθήματά τους, τα ερωτήματά τους και οφείλουν να είναι διαθέσιμοι ν’ απαντήσουν σ’ αυτά.
Το να μιλήσουν βέβαια στο παιδί για το διαζύγιο δε σημαίνει ότι πρέπει να του πουν ωμά τι σκέφτονται (π.χ. ο πατέρας σου μας παρατάει για μια άλλη γυναίκα ή η μητέρα σου είναι ανεύθυνη κι ανώριμη). Σε τέτοιες στιγμές κρίσης οι κατηγόριες ή η προσπάθεια ν’ αποδειχθεί ποιος έχει δίκιο και ποιος άδικο δε βοηθούν κανέναν. Πρέπει πάντα να έχουμε στο μυαλό μας ότι το παιδί χρειάζεται μια καλή εικόνα της μητέρας του και του πατέρα του για να μπορέσει να αναπτυχθεί σωστά.
Όταν οι γονείς μιλήσουν στο παιδί είναι καλό να διαχωρίσουν δύο θέματα: τη σχέση του ζευγαριού απ’ τη σχέση των γονιών με το παιδί. Οι γονείς χωρίζουν, γιατί δεν μπορούν να ζήσουν άλλο μαζί. Το αποφάσισαν με την απαραίτητη υπευθυνότητα. Δε θα βοηθούσε σε καμία περίπτωση να πουν στο παιδί «χωρίζουμε για το καλό σου», καθώς τα παιδιά, ιδίως μικρότερης ηλικίας, έχουν την τάση να πιστεύουν ότι τα ίδια φταίνε για το διαζύγιο των γονιών.
Πρέπει να διαβεβαιώσουν το παιδί ότι, σε καμία περίπτωση, το διαζύγιο δε σχετίζεται με τη συμπεριφορά των παιδιών. Επίσης, είναι καλό να τους μιλήσουν για το ότι θα συνεχίσουν να υπάρχουν ως γονείς για τα παιδιά τους και ότι το διαζύγιο δε θα αλλάξει τα συναισθήματά τους απέναντί τους. Για παράδειγμα: «η μητέρα σου κι εγώ δεν αγαπιόμαστε πια, αλλά εγώ εξακολουθώ ν’ αγαπάω εσένα». Αντίστοιχα: «όταν παντρευτήκαμε και κάναμε εσένα αγαπιόμασταν κι εξακολουθούμε να είμαστε ευτυχισμένοι που υπάρχεις».
Επίσης, τα παιδιά πολλές φορές φαντασιώνονται ότι οι γονείς τους μπορεί να είναι ξανά μαζί. Είναι καλό η ανακοίνωση να είναι ξεκάθαρη για την οριστικότητα της μέλλουσας κατάστασης και να μην αφήσουν περιθώρια στα παιδιά ότι μπορεί να τα ξαναβρούν, καθώς κάτι τέτοιο μπορεί να προκαλέσει μεγαλύτερη σύγχυση σ’ αυτά, παρά ανακούφιση.
Όσο άχαρη και δυσάρεστη απόφαση κι αν είναι ένα διαζύγιο, έχει φανεί ότι τα μακροπρόθεσμα οφέλη ενός «καλού» διαζυγίου -ώριμη και υπεύθυνη αντιμετώπιση εκ μέρους των γονιών, αποφυγή αλληλοκατηγοριών, κάλυψη των παιδιών σε συναισθηματικό και πρακτικό επίπεδο κι απ’ τους δύο γονείς, προσωπική εξέλιξη των γονιών- είναι περισσότερα για τα παιδιά απ’ το να παραμείνουν σ’ ένα δυστυχισμένο σπίτι.
Γεγονός είναι ότι τα παιδιά επηρεάζονται πιο πολύ απ’ το πώς οι ενήλικες χειρίζονται τις καταστάσεις και τα συναισθήματά τους πριν και μετά το διαζύγιο, παρά απ’ το ίδιο το διαζύγιο.
Τι χρειάζεται λοιπόν να προσέξουν οι γονείς; Καταρχήν ν’ αποδεχτούν ότι και το παιδί θα έχει τις δικές του αντιδράσεις στην κατάσταση -διεργάζεται μία απώλεια, όπως και να το κάνουμε- και να επιτρέψουν ένα διάστημα για την προσαρμογή του στις νέες συνθήκες.
Να θυμούνται ότι δεν χρειάζεται να εξιδανικεύουν ή αντίθετα να υποτιμούν τον πρώην σύντροφό τους στα μάτια του παιδιού. Είναι αρκετό να εξηγούν στο παιδί, κατά προτίμηση και οι δύο, τους λόγους που τους έκαναν να πάρουν αυτήν την απόφαση, αναλαμβάνοντας παράλληλα και την ευθύνη ο καθένας για τη δική του προσωπική επιλογή.
Να δώσουν χρόνο και χώρο στον εαυτό τους κι οι ίδιοι για επεξεργασία των συναισθημάτων απώλειας και πόνου, που συνήθως ακολουθούν ένα χωρισμό και να μην υποχρεώνονται σε μία «μασκαράτα» διαρκείας «για να μην το δει το παιδί».
Εξάλλου τα παιδιά διαθέτουν αισθητήρια που δεν υποψιαζόμαστε, καθώς επίσης και ικανότητα για προσαρμογή σε νέες καταστάσεις. Κυρίως όμως, να μη διστάζουν ν’ απευθυνθούν σε ειδικούς για βοήθεια, όταν αισθάνονται ότι τη χρειάζονται.
Πηγή: pillowfights.gr