Τα βρέφη είναι σχεδιασμένα για να θηλάζουν! Δείτε την ανατομία του στόματός τους!

Τα βρέφη είναι σχεδιασμένα για να θηλάζουν! Δείτε την ανατομία του στόματός τους!

Το βρέφος για να θηλάσει αποτελεσματικά θα πρέπει να εκτελεί και να συντονίζει τη λειτουργία της αναρρόφησης, της κατάποσης και της αναπνοής.
[babyPostAd]Οι ανατομικές δομές που συμμετέχουν είναι σε στενή επαφή μεταξύ τους και συχνά αλληλεπιδρούν. Με την πάροδο των μηνών η σχέση των ανατομικών αυτών δομών μεταβάλλεται, ώστε η λειτουργία τους να προσαρμόζεται στις νέες ανάγκες του βρέφους και του παιδιού.

Οι ανατομικές δομές της στοματικής κοιλότητας του νεογνού

Η στοματική κοιλότητα του νεογνού από εμπρός αφορίζεται από τα χείλη και τον φραγμό των ούλων ενώ προς τα πίσω μεταπίπτει στον φάρρυγγα.
Η στοματική κοιλότητα
  • Το άνω τοίχωμα της στοματικής κοιλότητας καλείται υπερώα και στη διαμόρφωσή της συμμετέχει το οστό της άνω γνάθου. Η υπερώα αποτελείται από δύο επιμέρους τμήματα, στα πρόσθια 2/3 από τη σκληρή και στο οπίσθιο 1/3 από την μαλακή υπερώα.
  • Στα πλάγια η στοματική κοιλότητα αφορίζεται από τις παρειές (μάγουλα).
  • Το κάτω τοίχωμα της στοματικής κοιλότητας καλείται έδαφος του στόματος και σχηματίζεται από τον γενειογλωσσικό και τον γναθοϋοειδή μυ.
  • Η στοματική κοιλότητα πληρούται από τη γλώσσα.
Τα χείλη εντοπίζουν την θηλή, τη φέρνουν προς τη στοματική κοιλότητα και συγκρατούν την θηλή και τη θηλαία άλω μέσα στη στοματική κοιλότητα. Ο χαλινός του άνω χείλους είναι η μεμβράνη που ενώνει το άνω χείλος με την κορυφογραμμή των ούλων.
Τα μάγουλα
Οι παρειές (μάγουλα) στο νεογνό και το μικρό βρέφος έχουν «μαξιλάρια λίπους», τα οποία συνδράμουν στον θηλασμό με το να προσφέρουν παθητική σταθερότητα, συμβάλλοντας στη δημιουργία αρνητικής πίεσης στη στοματική κοιλότητα.
Ο λιπώδης αυτός ιστός είναι εμφανής μέχρι την ηλικία των 6-8 μηνών, οπότε το σταθεροποιητικό ρόλο αναλαμβάνουν οι μύες των παρειών. Στα πρόωρα βρέφη τα «μαξιλαράκια λίπους» είναι σχεδόν ανύπαρκτα.

Η άνω και κάτω γνάθος

Η άνω και κάτω γνάθος αποτελούν τη βάση στήριξης για τη γλώσσα, τα χείλη και τις παρειές.

Η προς τα κάτω κίνηση της γνάθου κατά το ρούφηγμα αυξάνει το μέγεθος της στοματικής κοιλότητας και οδηγεί στη δημιουργία αρνητικής πίεσης μέσα σε αυτή.

Να σημειωθεί ότι η κάτω γνάθος του νεογνού είναι μικρή και ελαφρώς εισέχουσα σε σχέση με του ενήλικα.

Ο ενεργός θηλασμός ενθαρρύνει την ανάπτυξη της κάτω γνάθου και δυναμώνει τους μυς της. Επίσης, φαίνεται ότι ο θηλασμός βοηθάει στη βέλτιστη ανάπτυξη του προσωπικού κρανίου και κατ’επέκταση στην καλύτερη θέση της κάτω γνάθου, όσον αφορά τη σύγκλιση και έκφυση των δοντιών.
Η οροφή του στόματος
Η οροφή του στόματος αποτελείται στο πρόσθιο τμήμα από την οστέινη σκληρή υπερώα και στο οπίσθιο από την κινητή μαλακή υπερώα.
Η υπερώα διαχωρίζει τη στοματική από τη ρινική κοιλότητα, εξασφαλίζοντας μία καλά σφραγισμένη στοματική κοιλότητα, που επιτρέπει τη δημιουργία αρνητικής πίεσης κατά τη διάρκεια του θηλασμού.
Επίσης, η σκληρή υπερώα με τις κυματοειδείς εγκάρσιες πτυχώσεις παρέχει την κατάλληλη αντίσταση, ώστε η γλώσσα να συμπιέζει και να κρατά την θηλή κατά τον θηλασμό, ενώ κατά τη διάρκεια της κατάποσης οι μύες της μαλακής υπερώας ανασηκώνονται κλείνοντας τη ρινική κοιλότητα και εμποδίζοντας το γάλα να εισέλθει σε αυτή.
Επιπλέον, η διέγερση της υπερώας είναι απαραίτητη για την έκλυση του αντανακλαστικού του θηλασμού.
Η γλώσσα
Η γλώσσα εκτελεί πολλές σύνθετες λειτουργίες: την αναζήτηση, την αίσθηση της γεύσης, το πιάσιμο της θηλής, το πιπίλισμα και την κατάποση. Νευρώνεται από 3 κρανιακά νεύρα: το προσωπικό νεύρο (αισθητική λειτουργία), το γλωσσοφαρυγγικό νεύρο (αίσθηση γεύσης) και το υπογλώσσιο νεύρο (κινητική λειτουργία).
Η σωστή κίνηση της γλώσσας είναι ζωτικής σημασίας για τον αποτελεσματικό θηλασμό. Κατά τον θηλασμό η γλώσσα φέρνει την θηλή και τη θηλαία άλω μέσα στη στοματική κοιλότητα, τις διαμορφώνει και συμβάλλει στη σταθεροποίησή τους.
Όταν χρησιμοποιείται μπουκάλι η γλώσσα δε χρειάζεται να φέρει την τεχνητή θηλή μέσα στη στοματική κοιλότητα, απλώς βοηθάει στη σταθεροποίησή της. Αλλάζοντας σχήμα η γλώσσα αυξάνεται ο όγκος της στοματικής κοιλότητας.

Η γλώσσα ερχόμενη σε επαφή με τη μαλακή υπερώα απομονώνει τη στοματική κοιλότητα από τον ρινοφάρυγγα, συγκρατώντας το γάλα μέσα σε αυτή μέχρι να ξεκινήσει η διαδικασία της κατάποσης.

Ο χαλινός της γλώσσας
Ο χαλινός της γλώσσας είναι μια πτυχή του βλεννογόνου που εκτείνεται από το δάπεδο του στόματος προς το μέσον της κάτω επιφάνειας της γλώσσας.
Όταν ο χαλινός είναι πολύ μικρός με αποτέλεσμα να εμποδίζεται η ελεύθερη κίνηση της γλώσσας στη στοματική κοιλότητα, μπορεί να υπάρξουν προβλήματα κατά τον θηλασμό.
Ο φάρυγγας
Ο φάρυγγας συνδέει την στοματική κοιλότητα και τις ανώτερες αεροφόρους οδούς με τον οισοφάγο και τον λάρυγγα.
Βρίσκεται μπροστά από την αυχενική μοίρα της σπονδυλικής στήλης. Διακρίνεται στον ρινοφάρυγγα, τον στοματοφάρυγγα (το διάστημα μεταξύ της μαλθακής υπερώας και της επιγλωττίδας) και τον υποφάρυγγα (μεταξύ της επιγλωττίδας και του άνω οισοφαγικού σφιγκτήρα).
Η επιγλωττίδα
Η επιγλωττίδα είναι ο χόνδρος που βρίσκεται στη ρίζα της γλώσσας μπροστά στον λάρυγγα. Κατά την κατάποση η επιγλωττίδα φράσει αντανακλαστικά την είσοδο της αναπνευστικής οδού, για να αποφεύγεται η εισρόφηση της τροφής στην τραχεία και στους πνεύμονες.
Ο λάρυγγας
Ο λάρυγγας αποτελεί όργανο του αναπνευστικού συστήματος και συνέχεια του φάρυγγα. Ο λάρυγγας χρησιμεύει τόσο για την αναπνοή όσο και για την παραγωγή φωνής. Στη συνέχεια του λάρυγγα είναι η τραχεία.
Στα νεογνά και μικρά βρέφη ο λάρυγγας βρίσκεται ψηλότερα, στο επίπεδο των σπονδύλων Α1 – Α3, με συνέπεια η μαλακή υπερώα να είναι σε στενή επαφή με την επιγλωττίδα. Το αποτέλεσμα είναι κατά τον θηλασμό η άνοδος του λάρυγγα να οδηγεί σε επικάλυψη της μαλακής υπερώας από την επιγλωττίδα και συνεπώς δεν επιτρέπει την επικοινωνία του ρινοφάρυγγα με τις αεροφόρες οδούς.
Αυτό επιτρέπει στα βρέφη να μπορούν να θηλάζουν και να αναπνέουν ταυτόχρονα τους πρώτους μήνες ζωής.
Από την ηλικία των 3-4 μηνών αρχίζει η απομάκρυνση της επιγλωττίδας από τη μαλακή υπερώα με αποτέλεσμα κατά την ενήλικο ζωή η μαλακή υπερώα να μην μπορεί να έρθει σε επαφή με την επιγλωττίδα και η γλώσσα να πέφτει προς τα πίσω καθώς η επιγλωττίδα κατεβαίνει.
Το οπίσθιο τοίχωμα
Το οπίσθιο 1/3 της γλώσσας αποτελεί πλέον το οπίσθιο τοίχωμα του ρινοφάρρυγγα.

Οι μύες της κεφάλης και του προσώπου

Οι μύες της κεφαλής και του προσώπου διακρίνονται σε:
  • Μύες που σχετίζονται με τα όργανα και τα σπλάχνα της κεφαλής (μύες του αυτιού, του ματιού, της μαλακής υπερώας, της γλώσσας και του φάρυγγα).
  • Μασητήριους μύες. Προσφύονται στην κάτω γνάθο και την κινούν. Οι μύες οι οποίοι κατεβάζουν την κάτω γνάθο δεν ανήκουν στους μασητήριους.
  • Δερματικούς ή μιμικούς μύες ή μύες προσώπου. Χρησιμεύουν στις κινήσεις του προσώπου που οδηγούν στις ποικίλες εκφράσεις του. 
  • Μύες του στόματος. Βρίσκονται γύρω από τη στοματική σχισμή και συμβάλλουν στο να ανοιγοκλείνει το στόμα, να σηκώνεται το άνω χείλος και να έχει ο άνθρωπος τη δυνατότητα να σφυρίζει, να φυσάει και να γελάει.

Νεύρωση της στοματικής κοιλότητας και του προσώπου

Στη νεύρωση της στοματικής κοιλότητας συμμετέχουν έξι κρανιακά νεύρα, τα οποία αλληλεπιδρούν προκειμένου να συντονιστούν οι λειτουργίες της αναρρόφησης, της κατάποσης και της αναπνοής.

Κρανιακά νεύρα που σχετίζονται με την αναρρόφηση, κατάποση και αναπνοή:

  • I – Οσφρητικό νεύρο: Υπεύθυνο για την αίσθηση της όσφρησης, που επηρεάζει το πώς αντιλαμβανόμαστε τη γεύση.
  • V – Τρίδυμο νεύρο (μικτό νεύρο): Υπεύθυνο για την αισθητικότητα του προσώπου και των κινητικών λειτουργιών που αφορούν τη μάσηση.
  • VII – Προσωπικό νεύρο (μικτό νεύρο): Η κινητική μοίρα ελέγχει τους μιμικούς μύες του προσώπου και ελέγχει λειτουργίες όπως το κλείσιμο των βλεφάρων, τη μετακίνηση των φρυδιών, το χαμόγελο, το κλείσιμο του στόματος και τη μάσηση. Η αισθητική μοίρα εξυπηρετεί την αίσθηση της γεύσης και την αισθητικότητα των πρόσθιων 2/3 της γλώσσας και του δέρματος του έξω ακουστικού πόρου. Επίσης, με το στέλεχος του προσωπικού νεύρου φέρονται παρασυμπαθητικές ίνες για τον υπογνάθιο και τους υπογλώσσιους σιελογόνους αδένες.
  • ΙΧ – Γλωσσοφαρυγγικό νεύρο (μικτό νεύρο): Ελέγχει την αίσθηση της γεύσης για το οπίσθιο 1/3 της γλώσσας (αίσθηση του πικρού), την αισθητικότητα του ρινοφάρυγγα, την εκκριτική νεύρωση παρωτίδας και τη νεύρωση του βελονοφαρυγγικού μυός.
  • Χ – Πνευμονογαστρικό νεύρο (μεικτό νεύρο): Όσον αφορά τον στοματοφάρυγγα, είναι υπεύθυνο για τη νεύρωση των μυών του λάρυγγα, της μαλθακής υπερώας και του φάρυγγα και την αισθητική νεύρωση του λάρυγγα. Συμβάλλει στη λειτουργία της κατάποσης και της φώνησης.
  • ΧΙΙ – Υπογλώσσιο νεύρο: Αποτελεί το κινητικό νεύρο της γλώσσας.

Αντανακλαστικά και σίτιση

Τα τελειόμηνα νεογνά διαθέτουν καλά αναπτυγμένα αρχέγονα αντανακλαστικά που σχετίζονται με τη σύλληψη και κατάποση της τροφής.

Αυτά τα αντανακλαστικά είναι ανεπτυγμένα στο έμβρυο και μετά τη γέννηση πρέπει να συνδυαστούν με τη λειτουργία της αναπνοής.

Η πλειοψηφία των αντανακλαστικών εξαφανίζεται μεταξύ των 2 και 4 μηνών.

  • Αναζήτησης: Το αντανακλαστικό της αναζήτησης εμφανίζεται μετά τις 32 εβδομάδες κύησης. Εκλύεται με την επαφή ενός αντικειμένου με το μάγουλο του νεογέννητου, οπότε εκείνο στρέφει την κεφαλή προς τη σύστοιχη μεριά. Το βρέφος αναζητά με τον τρόπο αυτό την θηλή του μαστού της μητέρας του. Το αντανακλαστικό είναι ιδιαίτερα έντονο μετά τις 40 εβδομάδες κύησης και εξαφανίζεται μετά από 3 μήνες.
  • Θηλασμού: Σχετίζεται στενά με το αντανακλαστικό της αναζήτησης. Το μωρό μόλις πιάσει με το στόμα του την θηλή αρχίζει αμέσως να κάνει τις απαραίτητες θηλαστικές κινήσεις, ώστε να μπορέσει να αντλήσει το γάλα από το στήθος της μητέρας του. Οι κινήσεις του θηλασμού ξεκινούν από τις 15 με 24 εβδομάδες κύησης και χαρακτηριστικά το έμβρυο μιμείται τις θηλαστικές κινήσεις βάζοντας τα δάκτυλά του στο στόμα του. Ο θηλασμός μετά την ηλικία των 3 μηνών μεταβάλλεται από αντανακλαστικός σε εκούσιος.
  • Κατάποσης: Η ικανότητα της κατάποσης παρατηρείται από τις 12 εβδομάδες κύησης. Ενδομήτρια το έμβρυο «εξασκείται» καταπίνοντας το αμνιακό υγρό. Ωστόσο, ο πλήρης συντονισμός της αναρρόφησης, κατάποσης και αναπνοής κατακτάται από την 28η έως και 37η εβδομάδα κύησης.
  • Αντανακλαστικό εξεμέσεως: Είναι παρόν από τις 26 εβδομάδες κύησης και είναι αρκετά έντονο στα νεογνά.
  • Αντανακλαστικό της δήξεως ή δαγκώματος: Όταν ερεθίζονται τα ούλα του νεογνού τότε παρουσιάζει ρυθμικές κινήσεις ανοίγματος και κλεισίματος της γνάθου σαν να δαγκώνει.
Πηγή: epilegothilasmo.gr

Το διαβάσαμε στο : mitrikosthilasmos.com

Διαβάστε ακόμη:

Κάπνισμα και θηλασμός: Πόσο επηρεάζει την υγεία του παιδιού;

Θηλασμός και βαφή μαλλιών: Τι επιτρέπεται και τι απαγορεύεται

Θηλασμός: Βραχυπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα οφέλη – Ανατρεπτική έρευνα