Η τηλεόραση δεν μου αρέσει καθόλου, δεν ξέρω αν ποτέ το έχω αναφέρει, όχι η ίδια η τηλεόραση, αλλά το ελληνικό πρόγραμμα της, με διαλύει και φέτος που είχα την ώρα εύκαιρη, επιβεβαίωσα όλα όσα πίστευα για εκείνη. Οι ταινίες όμως, αχ αυτές οι ταινίες, για εμένα είναι σαν ένα βιβλίο που ξεφυλλίζεται εμπρός μου, ειδικά αν αυτό το βιβλίο, το έχω ήδη διαβάσει κι ακόμη καλύτερα αν η υπόθεση βασίζεται σε αληθινή ιστορία.
Λίγες ημέρες πριν, όταν όλοι έκλεισαν τα μάτια τους και το καλοκαιρινό αεράκι φυσούσε γλυκά κάτω από τα μαλλιά μου, έβαλα να δω την δραματική ταινία The Prize Winner of Defiance γυρισμένη το 2005, μα μέχρι πρότινος δεν είχε πέσει στην αντίληψη μου η ύπαρξή της.
Περιληπτικά η ταινία αναφέρει: «Ο Κέλι και η Έβελιν Ράιαν ζουν στο Ντέφιανς του Οχάιο, μαζί με τα δέκα παιδιά τους. Με μια πρόχειρη ματιά, η ζωή τους φαίνεται ειδυλλιακή. Αλλά ο Κέλι ήταν τραγουδιστής σε γκαράζ μπάντα και η φωνή του αχρηστεύτηκε σε ατύχημα. Δουλεύει σε μικρή βιομηχανία και ο μισθός ίσα που πληρώνει τους λογαριασμούς. Παράλληλα, το ποτό τον οδηγεί σε ξεσπάσματα βίας. Η Έβελιν είναι η κλασική νοικοκυρά και διαχειρίζεται αυτά τα ξεσπάσματα πηγαίνοντας συχνά στον ιερέα της, ο οποίος δεν παρέχει την οποιαδήποτε βοήθεια. Αυτό που βρίσκει καλύτερο να κάνει για τη φτώχια τους, είναι να συμμετέχει στους διαγωνισμούς, οι οποίοι τη δεκαετία του 1950 και του 1960 μεσουρανούσαν. Για περισσότερες ελπίδες, στέλνει ακόμα και πολλαπλές συμμετοχές με τα ονόματα των παιδιών της. Η επιτυχία που γνωρίζει προκαλεί τις ανασφάλειες του Κέλι που πίνει ακόμα περισσότερο».
Μια μητέρα, πρότυπο στα μάτια μου με δέκα παιδιά, ούτε ένα ούτε δύο, αλλά δέκα, (θα έλεγε κανείς ότι εργάζονταν σε σχολείο), με ισοπέδωσε, θυμίζοντας μου, πόσο μικρή είμαι μπροστά σε υπάρξεις σαν εκείνη, μα και πως ο κόσμος δεν είναι τόσο κακός, αφού ζουν τόσο υπέροχοι άνθρωποι σαν την Έβελιν Ράιαν κοντά μας.
Οι οικονομικές δυσκολίες που αντιμετώπιζε εξαιτίας του άντρα της, η ζήλια που έδειχνε εκείνος προς την υπεροχή της σε όλους τους τομείς, η κούραση που αντιμετώπιζε καθημερινά με τα τόσα παιδιά, να καθαρίσει το σπίτι, να μαγειρέψει, να πλύνει ρούχα, να σιδερώσει, η αναγκαστική συμμετοχή της σε διαγωνισμούς, από τους οποίους κέρδιζε αντικείμενα και τα πουλούσε για να πάρει χρήματα, ώστε να μπορούν να ζήσουν, οι δικές τις μικρές ιστορίες που έγραφε με την εξαιρετική της πένα και πουλούσε σε αντάλλαγμα λίγων χρημάτων, ίσα που να πληρώσει το γάλα της οικογένειας, δεν της στέρησαν ΠΟΤΕ την θετική της στάση απέναντι στις δυσκολίες της ζωής, ενώ πάντα διατηρούσε ένα λαμπερό χαμόγελο, τόσο ανεξάντλητο που μπορεί να γίνονταν πολλές φορές ακόμη και ενοχλητικό.
Όλη αυτή την ηρεμία την μετέδιδε στα παιδιά της σαν στάση ζωής, έτσι κι εκείνα, όταν από λάθος έκαναν κάποια αταξία, δεν τους στερούσε τη στοργή της, παρά ζητούσε την βοήθειά τους, να μαζέψουν ότι έκαναν μα και να κατανοήσουν πως όλα για κάποιο ΚΑΛΟ λόγο γίνονται. Δεν κατηγόρησε ποτέ τον πατέρα για το οτιδήποτε, δεν έφερε σε ρήξη ποτέ εκείνα μαζί του, τον δικαιολογούσε σε κάθε του λάθος, έτσι πρόσφερε στα παιδιά της μια εικόνα ενός πατέρα που τα ίδια μπορούσαν να σχηματίσουν. Κι επειδή τα παιδιά είναι πιο έξυπνα από εμάς τους ενήλικες, μπορούσαν να αντιληφθούν, όσα η μητέρα ύμνος έκρυβε πίσω από το χαμόγελό της.
Τα παιδιά μεγάλωσαν και υιοθέτησαν την στάση ζωής της μητέρας τους, όλα σπούδασαν και δημιούργησαν υγιείς οικογένειες, όχι γιατί είχαν αυτό το πρότυπο οικογένειας μπροστά τους, αλλά γιατί με πολλή δουλειά της μητέρας τους, μπόρεσαν να κατανοήσουν, ότι πρέπει να μοιάσουν στο καλό, στο σωστό, στο άξια αναφερόμενο.
Όχι δεν κατακρίνω καμία μητέρα που έφυγε από ένα δύσκολο γάμο, ούτε κάποιον πατέρα, φυσικά, αλλά αναρωτιέμαι στα χρόνια μας πια, πόσο εύκολο είναι να μην προσπαθούμε πάνω από το εγώ μας, να μην δώσουμε ξανά πνοή στον άνθρωπό μας που χάθηκε στην πορεία, να μην αντιληφθούμε πως κι εκείνος θέλει μια ευκαιρία θετικής αντιμετώπισης μέσα στο γάμο μας και πόσο τελικά σημαντικό είναι σε ένα διαζύγιο να αφήνεις το παιδί να κατανοήσει μόνο του, τις πράξεις και το χαρακτήρα των γονιών του.
ΜΑΚΑΡΙ κι εγώ, έστω στο ελάχιστο, να μπορώ να απαντώ στην κάθε στιγμή της καθημερινότητας μας, με τόση ηρεμία και στοργή στα παιδιά μου, ΜΑΚΑΡΙ σε κάθε λάθος του συζύγου μου να θυμίζω στον εαυτό μου τα τόσα καλά του, ΜΑΚΑΡΙ σε κάθε μας δυσκολία να φορώ το πλατύ χαμόγελό μου, κάνοντας τους γύρω μου να ελπίζουν. ΜΑΚΑΡΙ, αλλά που; Λέμε δεν υπάρχει η τέλεια μητέρα… Κι όμως υπήρξε, την έλεγαν Έβελιν Ράιαν και πλέον είναι το πρότυπό μου.