ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΙ
Αρχική Υγεία Οι ενδομήτριες συσκευές προκαλούν αυξημένο κίνδυνο ρευματοειδούς αρθρίτιδας

Οι ενδομήτριες συσκευές προκαλούν αυξημένο κίνδυνο ρευματοειδούς αρθρίτιδας

banner1

Οι γυναίκες που χρησιμοποιούν ενδομήτριες συσκευές (ΕΜΣ) διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο για την παραγωγή αυτοαντισωμάτων που σχετίζονται με τον κίνδυνο ανάπτυξης ρευματοειδούς αρθρίτιδας. Αυτό προκύπτει από τα ευρήματα πρόσφατης έρευνας, τα οποία παρουσιάστηκαν στο διεθνές συνέδριο ρευματοειδούς αρθρίτιδας, που πραγματοποιήθηκε τον περασμένο Νοέμβριο στη Βοστώνη.

Οι γυναίκες που χρησιμοποιούν ενδομήτριες συσκευές (ΕΜΣ) διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο για την παραγωγή αυτοαντισωμάτων που σχετίζονται με τον κίνδυνο ανάπτυξης ρευματοειδούς αρθρίτιδας. Αυτό προκύπτει από τα ευρήματα πρόσφατης έρευνας, τα οποία παρουσιάστηκαν στο διεθνές συνέδριο ρευματοειδούς αρθρίτιδας, που πραγματοποιήθηκε τον περασμένο Νοέμβριο στη Βοστώνη.

Στην εν λόγω μελέτη οι ερευνητές εξέτασαν τις πιθανές επιπτώσεις των διαφορετικών αντισυλληπτικών μεθόδων στα επίπεδα ουσιών του αίματος που σχετίζονται με αυτοαντισώματα (CCP) και πρωτεϊνικά αντιγόνα (ACPA).

Τα αυξημένα επίπεδα των παραπάνω μπορούν να εντοπιστούν στο αίμα αρκετά χρόνια πριν από την εμφάνιση των συμπτωμάτων της ρευματοειδούς αρθρίτιδας.

Οι ερευνητές μελέτησαν 976 γυναίκες που είχαν έναν συγγενή πρώτου βαθμού με ρευματοειδή αρθρίτιδα, που σημαίνει ότι είχαν και οι ίδιες αυξημένο κίνδυνο για μελλοντική εμφάνιση της νόσου. Βρήκαν ότι οι γυναίκες που ήδη χρησιμοποιούσαν ενδομήτρια αντισύλληψη είχαν σημαντικά αυξημένο κίνδυνο παρουσίας των αυτοαντισωμάτων CCP. Μειωμένος ήταν ο κίνδυνος αντιθέτως σε γυναίκες που χρησιμοποιούσαν αντισυλληπτικά χάπια. «Παρά το γεγονός ότι οι μηχανισμοί που συνδέουν τα  ενδομήτρια αντισυλληπτικά με τη ρευματοειδή αρθρίτιδα μας είναι προς το παρόν άγνωστοι, εκτιμούμε ότι το ενδομήτριο σπιράλ μπορεί να δημιουργήσει φλεγμονώδεις αντιδράσεις στη μήτρα», τονίζουν οι ερευνητές.

naftemporiki.gr

Το περιεχόμενο της ιστοθέσης είναι μόνο για ενημερωτικό σκοπό και δεν θα πρέπει να αντικαθιστά οποιαδήποτε ιατρική συμβουλή, διάγνωση ή και θεραπεία που χορηγείται από τον γιατρό σας ή από τον εξειδικευμένο επιστήμονα υγείας.