Παιδιά με εγκεφαλική παράλυση. Η πιο κοινή αιτία αναπηρίας σε παιδιά και εμφανίζεται με μεγαλύτερη συχνότητα στα πρόωρα βρέφη και στα δίδυμα
Γράφει η Σοφία Μαυρέα, Λογοθεραπεύτρια MSc
Η εγκεφαλική παράλυση είναι μια πάθηση του κεντρικού νευρικού συστήματος η οποία προκαλείται από βλάβες σε αυτό. Οι βλάβες αυτές δεν εξελίσσονται σε βάθος χρόνου. Οι κυριότερες εκδηλώσεις της νόσου περιλαμβάνουν τις κινητικές διαταραχές, τις διαταραχές ακοής, ομιλίας και κατάποσης, διαταραχές συμπεριφοράς και ψυχοδυναμικής ανάπτυξης ενώ σε κάποιες περιπτώσεις μπορεί να συνυπάρχουν νοητική υστέρηση και επιληψία. Η εγκεφαλική παράλυση είναι η πιο κοινή αιτία αναπηρίας σε παιδιά και εμφανίζεται με μεγαλύτερη συχνότητα στα πρόωρα βρέφη και στα δίδυμα. Υπολογίζεται ότι στην Ελλάδα κάθε χρόνο γεννιούνται κατά μέσο όρο 200 βρέφη με εγκεφαλική παράλυση ανά 100.000 γεννήσεις.
Συμβουλές υγείας και φροντίδας για βρέφη και παιδιά
[babyPostAd]Αιτιολογία
Οι αιτίες που μπορούν να προκαλέσουν εγκεφαλική παράλυση σε ένα παιδί ποικίλουν και εντοπίζονται κατά τη διάρκεια της κύησης, κατά τη διάρκεια του τοκετού αλλά και από τη γέννηση του παιδιού μέχρι την ωρίμανση του κεντρικού νευρικού συστήματος (περίπου μέχρι τα 2-3 έτη).
Πιο συγκεκριμένα κατά τη διάρκεια της κύησης η προσβολή της μητέρας από τοξοπλάσμωση, ερυθρά, τον ιό του απλού έρπη, σύφιλη, γρίπη, ανεμοβλογιά ή ιλαρά μπορούν να προκαλέσουν εγκεφαλική παράλυση. Κατά τον τοκετό, ανησυχητικοί παράγοντες θεωρούνται οι ισχαιμικές αιμορραγικές βλάβες, η περιγεννητική ασφυξία και ο νεογνικός πυρηνικός ίκτερος, ενώ από τη γέννηση μέχρι την ωρίμανση του κεντρικού νευρικού συστήματος οι κρανιοεγκεφαλικές κακώσεις, η μηνιγγίτιδα και η εγκεφαλίτιδα και μπορεί να έχουν ως αποτέλεσμα την εγκεφαλική παράλυση.
Ταξινόμηση
Με βάση το είδος της νευροµυϊκής διαταραχής, η εγκεφαλική παράλυση χωρίζεται στις εξής κατηγορίες:
- Σπαστική μορφή με συχνότητα 65%
- Αθετωσική μορφή με συχνότητα 20%
- Αταξική μορφή με συχνότητα 5%
- Δυσκαμπτική μορφή
Επίσης, με βάση την ανατομική θέση, μπορεί να εμφανιστεί ως:
- Ημιπληγία: όταν πάσχουν το ένα άνω άκρο και το ένα κάτω άκρο από την ίδια πλευρά
- Παραπληγία: όταν πάσχουν τα δύο κάτω άκρα
- Μονοπληγία: όταν πάσχει μόνο ένα είτε άνω είτε κάτω άκρο
- Τετραπληγία: όταν πάσχουν τα δύο άνω και τα δύο κάτω άκρα
- Διπληγία: όταν πάσχουν και τα τέσσερα άκρα, αλλά τα δύο κάτω περισσότερο από τα άνω
- Διπλή ηµιπληγία: προσβολή των άνω και κάτω άκρων αλλά εντονότερα των άνω
Η διάγνωση της εγκεφαλικής παράλυσης
Η διάγνωση της εγκεφαλικής παράλυσης γίνεται από τον παιδίατρο σε συνεργασία με τον παιδονευρολόγο. Επιτυγχάνεται στην ηλικία των 12 με 24 μηνών περίπου αν και πλέον είναι δυνατή η έγκαιρη διάγνωση στην ηλικία των 12 εβδομάδων. Όσο πιο έγκαιρη και ακριβής είναι η διάγνωση τόσο καλύτερη θα είναι η αποκατάστασή. Τα πιο συνηθισμένα σημεία που μπορεί να οδηγήσουν τους γονείς στον παιδονευρολόγο είναι η αδυναμία του βρέφους να στηρίξει το κεφάλι του, ο μειωμένος μυϊκός έλεγχος, η δυσκολία του παιδιού κατά τον θηλασμό και οι ασυντόνιστες κινήσεις.
Θεραπευτική αντιμετώπιση
Είναι πολύ σημαντική η έγκαιρη παρέμβαση και η έναρξη ενός εξατομικευμένου προγράμματος αποκατάστασης από τους ειδικούς γιατρούς και θεραπευτές. Πρώτα θα πρέπει να αξιολογηθούν οι δυσκολίες που αντιμετωπίζει το κάθε παιδί ώστε να γίνει η επιλογή των καταλληλότερων μεθόδων αποκατάστασης. Όσο πιο νωρίς γίνει η αξιολόγηση και ξεκινήσει η αποκατάσταση, τόσο πιο θετικά θα είναι τα αποτελέσματα του προγράμματος. Είναι σημαντικό να αναφερθεί ότι για την σωστή αποκατάσταση θα πρέπει να υπάρχει η συνεργασία της διεπιστημονικής ομάδας η οποία θα αποτελείται από παιδονευρολόγο, φυσικοθεραπευτή, εργοθεραπευτή, λογοθεραπευτή αλλά και ψυχολόγο. Πολύ σημαντικό ρόλο παίζει και η οικογένεια του παιδιού.
Ο φυσικοθεραπευτής αποτελεί αναπόσπαστο μέλος της ομάδας θεραπείας και αποκατάστασης. Καθώς η πάρεση των άκρων και η αδυναμία συντονισμού των κινήσεων χαρακτηρίζουν την εγκεφαλική παράλυση, ο φυσικοθεραπευτής αναλαμβάνει να βελτιώσει την κίνηση και την γενικότερη κατάσταση του παιδιού ώστε να προληφθούν οι παραμορφώσεις και να επιτευχθεί η βέλτιστη κινητικότητα και αυτονομία του.
Ο εργοθεραπευτής ασχολείται με τις δυσλειτουργίες και τις διαταραχές που εμποδίζουν την φυσιολογική ανάπτυξη των παιδιών. Επιπλέον, έχει ως στόχο την ανάπτυξη της λεπτής κινητικότητας και του οπτικοκινητικού συντονισμού, ώστε το παιδί να καταφέρει να αυξήσει την λειτουργικότητά του στην καθημερινή του ζωή στο σπίτι, στο σχολείο.
Ο λογοθεραπευτής κατέχει εξίσου σημαντική θέση στην διεπιστημονική ομάδα καθώς είναι υπεύθυνος για την ομιλία και την σίτιση του παιδιού. Μια από τις συνηθέστερες διαταραχές του λόγου στην εγκεφαλική παράλυση είναι η δυσαρθρία, η οποία προκαλείται λόγω της αδυναμίας συντονισμού του στοματοκινητικού μηχανισμού. Μπορεί επίσης τα παιδιά αυτά να παρουσιάζουν δυσκολίες στην ροή του λόγου και στην αναπνοή. Επιπλέον, η αδυναμία του στοματοκινητικού μηχανισμού προκαλεί σοβαρά προβλήματα στη μάσηση και την κατάποση. Οι δυσκολίες εμφανίζονται από τις πρώτες μέρες γέννησης του παιδιού κατά τη διάρκεια του θηλασμού και προοδευτικά δυσχεραίνουν τη μετάβαση στην αυτόνομη σίτιση. Ο λογοθεραπευτής αναλαμβάνει να βελτιώσει την αναπνοή του παιδιού και να το βοηθήσει με ασκήσεις ενδυνάμωσης να βελτιώσει τον μυϊκό τόνο στην στοματική κοιλότητα ώστε να επιτευχθούν τα βέλτιστα αποτελέσματα στην ομιλία και την σίτιση.
Τέλος πολύ σημαντική είναι η συμβολή του ψυχολόγου, ο οποίος αναλαμβάνει την συναισθηματική ενδυνάμωση του γονέα, προκειμένου αυτός να βοηθήσει το παιδί του να ανταπεξέλθει στο θεραπευτικό πρόγραμμα, να το βοηθήσει να αλληλοεπιδρά με όσο το δυνατόν πιο λειτουργικό τρόπο και να αξιοποιήσει στο μέγιστο τις δυνατότητες του. Επίσης, ο ψυχολόγος θα βοηθήσει το γονέα να κατανοήσει και να αποδεχτεί τις δυσκολίες του παιδιού του και θα του παρέχει τα ψυχολογικά εφόδια που χρειάζεται προκειμένου να συμμετέχει ενεργά στην κοινωνική προσαρμογή του παιδιού.
Πηγή:psycholozin.gr