Εγκυμοσύνη: Δημιούργησαν τεστ για την πρόβλεψη της προεκλαμψίας
Συμβουλές υγείας και φροντίδας για βρέφη και παιδιά
Σύμφωνα με το Royal Women’s Hospital που εδράζει στη Μελβούρνη, μία στις 20 εγκύους εμφανίζει προεκλαμψία η οποία ευθύνεται για το χαμηλό βάρος των νεογνών, τους πρόωρους τοκετούς και για το θάνατο του εμβρύου από έλλειψη οξυγόνου και τροφής. Άγνωστη παραμένει μέχρι σήμερα η αιτία της επιπλοκής αυτής, όμως οι γυναίκες που έχουν ένα ιστορικό, διατρέχουν μεγαλύτερο κίνδυνο να την εμφανίσουν.
Πώς λειτουργεί το νέο τεστ για προεκλαμψία στην εγκυμοσύνη
Το Τεστ ελέγχου προεκλαμψίας (PERT) όπως ονομάζεται, μετρά δύο πρωτεΐνες που απελευθερώνονται από τον πλακούντα και η ποσότητα τους μπορεί να υποδείξει την πιθανότητα εμφάνισης προεκλαμψίας στις εγκύους. Το πιο σημαντικό είναι ότι το νέο τεστ εκτός το ότι βοηθά στη διάγνωση της προεκλαμψίας, προβλέπει ποιά γυναίκα θα εμφανίσει και ποιά δεν θα εμφανίσει προεκλαμψία, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που δεν έχουν σαφή συμπτώματα ή σημάδια κατά τους επόμενους μήνες. Σήμερα ο μόνος τρόπος αντιμετώπισης της προεκλαμψίας είναι η διακοπή της εγκυμοσύνης και ο πρόωρος τοκετός, ο οποίος όμως μπορεί να έχει σημαντικές επιπτώσεις μακροπρόθεσμα στην υγεία του νεογνού, εκτιμούν οι επιστήμονες.
Το νέο τεστ θα δοκιμασθεί σε γυναίκες οι οποίες έχουν εμφανίσει προεκλαμψία σε προηγούμενη εγκυμοσύνη ή έχουν παρουσιάσει συμπτώματα. Αναμένεται να επιτρέψει στους γιατρούς να κατανοήσουν καλύτερα την σοβαρότητα της κατάστασης και να αποφασίζουν ποιά είναι η καλύτερη χρονική στιγμή να σώσουν το έμβρυο. Σημερινά τεστ δείχνουν ότι τα δύο τρίτα των γυναικών με συμπτώματα εκλαμψίας θα παρουσιάσουν αρνητικά αποτελέσματα, εκτιμούν ειδικοί.
Με το νέο τεστ, οι γυναίκες που εμφανίζουν αρνητικά αποτελέσματα μπορούν να είναι ήσυχες ότι δεν πρόκειται να εμφανίσουν την επιπλοκή αυτή στη συνέχεια της εγκυμοσύνης. Αυτό, κατά τους ειδικούς, μειώνει σημαντικά το άγχος, ειδικά για τις γυναίκες που έχουν εμφανίσει στο παρελθόν προεκλαμψία και συνεπώς διατρέχουν μεγαλύτερο κίνδυνο να εμφανισθεί ξανά.
Από το ΑΠΕ-ΜΠΕ