Οι γυναίκες σε αναπαραγωγική ηλικία καλό θα είναι να υιοθετήσουν έναν ισορροπημένο τρόπο ζωής, διατροφής και άσκησης, βελτιώνοντας την κατάσταση θρέψης και την συνολική τους υγεία. Αυτό θα συμβάλλει στην επίτευξη της βέλτιστης εμβρυϊκής ανάπτυξης, στην μείωση του κινδύνου επιπλοκών κατά τον τοκετό, καθώς και στην μείωση των πιθανοτήτων ανάπτυξης χρόνιων προβλημάτων υγείας, τόσο στη μητέρα, όσο και στο παιδί.
Τα συστατικά που οδηγούν στην υγιή έκβαση της εγκυμοσύνης περιλαμβάνουν: το υγιές βάρος πριν την εγκυμοσύνη, την κατάλληλη αύξηση βάρους και τη σωματική δραστηριότητα κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης, την κατανάλωση μιας ευρείας ποικιλίας τροφίμων, την κατάλληλη συμπλήρωση βιταμινών και ανόργανων συστατικών, την αποφυγή του αλκοόλ και άλλων επιβλαβών ουσιών και την ασφαλή διαχείριση τροφίμων.
Αν και η παλιά παροιμία του «φαγητό για δύο» δεν είναι απολύτως σωστή, κατά την διάρκεια της εγκυμοσύνης, το σώμα της μέλλουσας μαμάς έχει αυξημένες διατροφικές απαιτήσεις σε μικροθρεπτικά (βιταμίνες, μέταλλα, ιχνοστοιχεία) και μακροθρεπτικά συστατικά (πρωτεΐνη, υδατάνθρακες, λιπαρά).
Οι ενεργειακές ανάγκες της μέσης γυναίκας είναι περίπου 2000-2200 θερμίδες ανά ημέρα. Κατά την περίοδο της εγκυμοσύνης, οι ενεργειακές ανάγκες αυξάνονται κατά περίπου 300 το δεύτερο τρίμηνο και το τρίτο τρίμηνο της εγκυμοσύνης.
Αυτό σημαίνει ότι οι έγκυος δεν χρειάζεται να τρώει για δύο σε ποσότητα.
Αντιθέτως, χρειάζεται να τρώει για δύο σε ποιότητα, καθώς οι ανάγκες σε διάφορα μικροθρεπτικά συστατικά αλλάζουν και τυχόν ανεπάρκεια, η οποία εκτός εγκυμοσύνης πιθανόν να περνούσε απαρατήρητη, κατά την διάρκεια της λοχείας και του θηλασμού μπορεί να προκαλέσει δυσάρεστες ή ακόμα ανεπανόρθωτες επιπτώσεις, τόσο στην γυναίκα, όσο και στο παιδί. Για παράδειγμα, οι ανάγκες σε ασβέστιο παραμένουν σχεδόν ίδιες (όλες οι γυναίκες, συμπεριλαμβανομένων των εγκύων, 19+ ετών θα πρέπει να λαμβάνουν 1.000 mg ασβεστίου ημερησίως, ενώ 14-18 ετών 1.300 mg ημερησίως), οι ανάγκες σε σίδηρο αυξάνονται σε 27mg από 18mg, ενώ σε φολικό σε 600μg. Οι παραπάνω αλλαγές καθιστούν την διαιτολογική συμβολή υψίστης σημασίας για την συμβουλευτική της μέλλουσας μαμάς και την υιοθέτηση υγιεινών συνηθειών από νωρίς για όλη την οικογένεια.
Συνοπτικά, η εγκυμοσύνη είναι μια κρίσιμη περίοδος κατά την οποία η μητρική διατροφή και οι επιλογές του τρόπου ζωής αποτελούν κρίσιμο παράγοντα για την υγεία της μητέρας και του παιδιού.
Τα ανεπαρκή επίπεδα βασικών θρεπτικών συστατικών κατά τη διάρκεια κρίσιμων περιόδων εμβρυϊκής ανάπτυξης μπορεί να οδηγήσουν σε επαναπρογραμματισμό γονιδίων εντός των εμβρυϊκών ιστών, αυξάνοντας την προδιάθεση του βρέφους για χρόνιες παθήσεις στη μετέπειτα ζωή. Η βελτίωση της ευημερίας των μητέρων, των βρεφών και των παιδιών είναι καθοριστική για την υγεία της επόμενης γενιάς.
Πηγή: acog.org