Καθόμουν στο σαλόνι με το κινητό στο χέρι όταν η γυναίκα μου με ρώτησε κάτι. Σηκώνοντας το βλέμμα μου από την οθόνη, δεν υπήρχε αμφιβολία ότι είχε νευριάσει. Φαίνεται πως μου είχε κάνει την ίδια ερώτηση ήδη δύο φορές κι εγώ της είχα απαντήσει μηχανικά «ναι, αμέ», ενώ προφανώς δεν με είχε ρωτήσει κάτι που θα μπορούσε να απαντηθεί με ένα «ναι» ή ένα «όχι».
Με ρωτούσε για την εκδρομή που κανονίζαμε για το Σαββατοκύριακο και εγώ δεν είχα ακούσει, γιατί απαντούσα σε ένα μήνυμα από κάποιον στη δουλειά. Λίγο πριν, είχα προγραμματίσει τα αυριανά ποστ για την επαγγελματική μου σελίδα στο Facebook. Καμία από τις δύο αυτές δουλειές δεν ήταν επείγουσα, αλλά με είχε πιάσει αυτό που πιάνει συχνά όλους τους εργαζόμενους μπαμπάδες: ήθελα να τελειώσω με τη δουλειά για να ξαπλώσουμε λίγο νωρίτερα ή αν αντέχαμε και οι δύο, να βλέπαμε κανένα επεισόδιο από τη σειρά μας αφού θα βάζαμε τα παιδιά για ύπνο.
«ΤΩΡΑ ΘΑ Τ’ ΑΚΟΥΣΩ»
Σήκωσα τα μάτια και την κοίταξα. Είχε πάρει την τσαντισμένη πόζα: με κοιτούσε αμίλητη, με τα χείλη σφιχτά και το χέρι στη μέση. Γεμάτος ενοχές που δεν είχα ακούσει τι μου είχε πει, άφησα το κινητό κάτω, σαν παιδάκι που κρύβει βιαστικά το βάζο με τη μερέντα, ελπίζοντας (μάταια) ότι θα την σκαπουλάρω.
Έπαιξα το τελευταίο μου χαρτί. «Σε άκουσα», της είπα. Κάθε φορά που συμβαίνει αυτό, μου ζητάει να επαναλάβω τι μου έχει πει, απλά και μόνο για να μου αποδείξει ότι δεν έχω ακούσει τίποτα.
Αλλά και με τα παιδιά κάτι ανάλογο συμβαίνει: το σλόγκαν της οικογένειας, η φράση που ακούγεται συχνότερα από οποιαδήποτε άλλη, τείνει να γίνει το «Μπαμπά, σβήσε επιτέλους το τηλέφωνο!», στο οποίο απαντώ με ένα αόριστο α-χαααα, το οποίο φυσικά κανείς δεν πιστεύει πια.
Η γυναίκα μου δεν μου ζήτησε αυτή τη φορά να της επαναλάβω ό,τι είχε πει. Κάθισε δίπλα μου, με κοίταξε στα μάτια και είπε: «Όταν δεν με ακούς, νιώθω σαν να μου λες ότι δεν σε νοιάζει ούτε αυτό που λέω, ούτε εγώ».
Σιγή. Όχι αυτή του κινητού, αληθινή.
«ΑΠΟ ΤΗ ΜΙΑ Η ΔΟΥΛΕΙΑ, ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΛΛΗ ΤΟ ΣΠΙΤΙ ΚΙ ΕΓΩ ΕΚΕΙ, ΑΝΑΜΕΣΑ»
Με έναν αναστεναγμό, σκέφτηκα τη διελκυστίνδα που νιώθω σαν να παίζω συνεχώς από τότε που έγινα γονιός. Αυτό το παιχνίδι που δύο ομάδες πιάνουν από τη μία άκρη ενός σχοινιού και τραβούν. Από τη μία είναι η δουλειά, από την άλλη το σπίτι κι εγώ ανάμεσα… Πολλές φορές χρειάζεται να απαντήσω στο κινητό όταν είμαι σπίτι και προκύπτει κάτι επείγον στη δουλειά. Εξίσου πολλές όμως είναι και οι φορές που ένα μήνυμα ή μια κλήση μπορεί κάλλιστα να περιμένει μέχρι την επομένη.
Φυσικά αν δεν υπήρχε το κινητό, δεν θα μπορούσα καν να είμαι σπίτι, θα έπρεπε να είμαι στη δουλειά μέχρι πολύ αργότερα. Το ότι όμως πρέπει να είμαι διαθέσιμος για κάθε κλήση ή μήνυμα από τη δουλειά, ανεξάρτητα από το αν είναι επείγον ή όχι, δημιουργεί σοβαρό πρόβλημα όταν είμαι στο σπίτι.
«ΧΑΝΩ ΤΟ ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ: ΤΟ ΝΑ ΕΙΜΑΙ ΚΑΛΟΣ ΜΠΑΜΠΑΣ ΚΑΙ ΣΥΝΤΡΟΦΟΣ»
Πίστευα ότι ήμουν καλός στο multitasking ως εργαζόμενος γονιός, αλλά φαίνεται πως μάλλον δεν είμαι. Με το νου μου συνέχεια στο τηλέφωνό μου ακόμα κι όταν είμαι με τα παιδιά, είναι σαν να είμαι συνεχώς ο μισός στη δουλειά και ο μισός στο σπίτι. Χάνω το μεγαλύτερο στοίχημα: το να είμαι καλός μπαμπάς.
Το ξέρω πως δεν είμαι ο μόνος που ζει σε αυτούς τους τρελούς ρυθμούς.
Σίγουρα υπάρχουν στιγμές που δεν είμαι καλός ακροατής για την οικογένειά μου, αλλά δεν το είχα καταλάβει. Μέχρι τη στιγμή που η γυναίκα μου μου είπε πώς νιώθει όταν δεν ακούω πραγματικά ό,τι μου λέει.
Ένα από τα σημαντικότερα πράγματα που μπορεί να δώσει ο ένας σύντροφος στον άλλο είναι η προσοχή του, ό,τι κι αν είναι αυτό που λέει ο άλλος. Το να ακούς είναι ένας από τους καλύτερους τρόπους για να επιβεβαιώσεις στον άλλο ότι νοιάζεσαι. Παρ’ όλα αυτά, είναι τόσο δύσκολο στην καθημερινότητα να αφήσω στην άκρη όσα μου αποσπούν την προσοχή και να καθίσω να ακούσω τι έχει να μου πει η γυναίκα μου.
Ειλικρινά όμως, αν κάνω ένα βήμα πίσω και δω την κατάσταση από μια απόσταση, είναι γεγονός ότι με τον τρόπο μου είναι σαν να λέω στη γυναίκα μου, τη μητέρα των παιδιών μου και τον άνθρωπο που αγαπώ περισσότερο στον κόσμο, ότι δεν είναι σημαντικό ούτε αυτό που λέει ούτε η ίδια.
Αυτό που έκανα ήταν να πάρω το κινητό, να το βάλω στην άλλη άκρη του δωματίου και να της απαντήσω: «Λυπάμαι. Δεν είχα τέτοιο σκοπό, να σου δείξω ότι δεν με νοιάζει».
Δεν μπορώ να πω ότι με συγχώρεσε 100% ούτε ότι δεν θα ξαναγίνει να χάσω εντελώς την ισορροπία ανάμεσα στη δουλειά και το σπίτι. Μπορώ όμως να πω με βεβαιότητα ότι καθίσαμε ο ένας δίπλα στον άλλο και της έδωσα το 100% της προσοχής μου. Γιατί αυτό είναι το ελάχιστο που μπορώ να κάνω για εκείνη…
*Η παραπάνω μαρτυρία αποτελεί φανταστικό παράδειγμα ενός Μηνύματος-εγώ, όπως τα διδασκόμαστε στο Εργαστήριο Αποτελεσματικού Γονέα. Η σύζυγος του συντάκτη θα μπορούσε να έχει αφήσει να ξεχυθεί ένας ολόκληρος χείμαρρος από κατηγορίες («Ποτέ δεν μ’ ακούς» / «Είχαμε πει ότι υποτίθεται θα με βοηθούσες στο σπίτι, αλλά είσαι συνέχεια στο τηλέφωνο για τη δουλειά»…). Κάτι τέτοιο όμως θα έβαζε τον άντρα της σε αμυντική θέση (κι εκείνος με τη σειρά του θα μπορούσε δίκαια να της απαντήσει: «Τι είναι αυτά που λες; Δεν βοήθησα εχθές που…»).
Διάβασε περισσότερα: «Εγώ-μηνύματα»: το κόλπο για να βάλετε όρια χωρίς τιμωρία
Αντίθετα, διατυπώνοντας ένα Μήνυμα-εγώ, περιγράφουμε την κατάσταση και τα συναισθήματά μας με ειλικρίνεια. Όταν ο άνθρωπος που έχουμε απέναντί μας -είτε πρόκειται για το σύντροφό μας είτε για το παιδί- πραγματικά νοιάζεται για εμάς, αποκλείεται να μείνει ασυγκίνητος στην ειλικρίνεια των συναισθημάτων μας <3
Διαβάστε ακόμα:
- “Distracted”: Ένα animation για τον μπαμπά… με το κινητό του
- Gordon: Πώς να δείξω αποδοχή στο παιδί μου