«Οι γονείς μου είναι κωφοί, αλλά με άκουγαν πάντα με την καρδιά τους»

Το να είναι κανείς παιδί κωφών γονιών, ενώ ο ίδιος έχει την ακοή του, είναι μια από εκείνες τις περιπτώσεις που σπανίως αναρωτιόμαστε πώς μπορεί να είναι. Ποιες είναι οι δυσκολίες και ποιες οι ιδιαιτερότητες που προκύπτουν από έναν τέτοιο συνδυασμό; Ποια είναι η πρώτη γλώσσα που μαθαίνει κανείς και ποιος είναι ο ρόλος του στην οικογενειακή καθημερινότητα; Αυτή η γυναίκα είχε δύο κωφούς γονείς και μας μεταφέρει την ιδιαίτερη εμπειρία του να μεγαλώνεις ανάμεσα σε δύο όμοιους κόσμους, αλλά με διαφορετικούς κώδικες επικοινωνίας.

«Ήμουν μόλις τεσσάρων ετών, όταν χάθηκα μέσα σε ένα πολυκατάστημα ενώ η μητέρα μου ψώνιζε. Ο υπάλληλος που με βρήκε, με πήγε δίπλα στα ταμεία, ρώτησε πως λένε τη μάνα μου και άρχισε να την καλεί από ένα μικρόφωνο. Μετά από λίγα λεπτά και τρεις ανακοινώσεις, νάσου η μαμά μου, έξαλλη μαζί μου να γνέφει σαν τρελή.

“Μα αφού η κυρία σε φώναξε τρεις φορές”, της είπα. Εκείνη με κοίταξε απορημένη και μου απάντησε με τα χέρια της, στη γλώσσα που μιλούσαμε πάντα: “Δεν ξέρεις ότι δεν μπορώ να ακούσω;”

Ήταν η στιγμή που κατάλαβα ότι οι γονείς μου ήταν διαφορετικοί από μένα. Μπορούσα να ακούσω, ενώ εκείνοι όχι.

Από εκεί κι έπειτα, άρχισα ν’ αντιλαμβάνομαι καθημερινά ότι βρισκόμουν ανάμεσα σε δύο κόσμους. Με το ένα πόδι πατούσα στον κόσμο των κωφών και με το άλλο σε έναν κόσμο όπου η επικοινωνία βασίζεται στον ήχο. Αυτό έγινε πιο έντονο όταν πήγα στο νηπιαγωγείο, αφού μέχρι τότε έκανα παρέα μόνο με παιδιά κωφών – των φίλων των γονιών μου.

Ως μωρό, η πρώτη γλώσσα που έμαθα ήταν η νοηματική. Ήταν σαφώς πιο εύκολο, αφού δεν είχα ακόμη αναπτυχθεί αρκετά ώστε να εκφράζομαι με την ομιλία. Ευτυχώς, η γιαγιά μου με προετοίμασε από νωρίς για τον κόσμο των ομιλούντων. Έχω φίλους που δυσκολεύτηκαν στο ξεκίνημά τους στο σχολείο γιατί ο τρόπος έκφρασης είναι διαφορετικός όταν συνεννοείσαι στη νοηματική.

Απ’ τα πέντε μου, έγινα ο επίσημος διερμηνέας των γονιών μου. Δεν είναι ωραίο πράγμα για ένα παιδί, σε αναγκάζει κατά κάποιον τρόπο να μεγαλώσεις πριν την ώρα σου.

Πρέπει να μεταφέρεις στους γονείς σου όλα όσα έχει να τους πει ο γιατρός, ευχάριστα και μη, ή ο δημόσιος υπάλληλος – ακατάληπτες διαδικασίες που όμως νιώθεις πως πρέπει να μεταφέρεις κατά γράμμα. Πέρα από ευθύνη είναι και τεράστια αγγαρεία. Απ’ την άλλη, πάλι, έμαθα πως ανοίγεις λογαριασμό στην τράπεζα ή πώς αγοράζεις ένα σπίτι σχεδόν πριν μάθω ποδήλατο.

Άσε το να μεταφράζεις ανούσιες συζητήσεις στις οικογενειακές μαζώξεις, αντί να παίζεις ανέμελη με τα ξαδέρφια σου. Με τόσους “ρόλους” που έχω παίξει – λόγω της εκφραστικότητας της νοηματικής – απορώ πως δεν ασχολήθηκα με το θέατρο.

Στην εφηβεία, τους ζόρισα λιγάκι τους καημένους. Πόσες φορές δε φώναξα στη μάνα μου “δεν είμαι η γραμματέας σας!” κι εκείνη έκανε πως δεν κατάλαβε για να μην στενοχωρηθούμε κι οι δύο. Πόσο τους αγαπώ που έδειξαν τόση κατανόηση όταν η ζωή μου μού φαινόταν κομμένη στα δύο. Που με άκουγαν αληθινά με την καρδιά τους!

Βεβαίως, υπήρχαν και θετικά στο να μην ακούνε οι γονείς σου. Μπορούσα π.χ. ν’ απολαύσω τη μουσική μου όσο δυνατά ήθελα, αν και κάπου κάπου ο πατέρας μου ενοχλούνταν απ’ τις δονήσεις και μου ζητούσε να… το χαμηλώσω. Ή να βγω απ’ το σπίτι χωρίς να με πάρει κανείς χαμπάρι και να ξαναμπώ στο κρεβάτι μου λίγο πριν ξημερώσει.

Τώρα που το ξανασκέφτομαι, το ότι ήξερα τόσα για τον κόσμο των μεγάλων από μικρή μου έδωσε την αυτοπεποίθηση και την αντίληψη ώστε να προφυλάσσω τον εαυτό μου. Δεν θέλω να σκέφτομαι πως, αν πάθαινα κάτι, οι γονείς μου μπορεί να κατηγορούσαν τον εαυτό τους γι’ αυτό.

Μεγάλη πλέον, προσπαθώ να τους κρατώ μέσα στη ζωή μου όσο γίνεται περισσότερο και η τεχνολογία – οι βιντεοκλήσεις, ειδικά – μας επιτρέπουν πια να μιλάμε απευθείας και στη… γλώσσα μας, όπου και αν βρίσκομαι.

Και αντιλαμβάνομαι ότι ήμουν πολύ τυχερή.

Όχι για το πριβέ ξεφάντωμα και τα ξεπορτίσματα, φυσικά, αλλά επειδή μου δόθηκε η ευκαιρία να είμαι μέρος μιας ολόκληρης κουλτούρας που είναι απίστευτα ζωντανή, εξελίσσεται διαρκώς και περιλαμβάνει μια ιδιαίτερη εκδοχή για τα πάντα: το χιούμορ, το φλερτ, τη γκρίνια, αλλά και την ποίηση, τον συναισθηματισμό και την πνευματικότητα. Και φυσικά την οικογένεια.

Είναι ένας υπέροχος παράλληλος κόσμος, που μπορεί κανείς να πει ότι τέμνεται με τον άλλον χάρη και σε μας, τα παιδιά κωφών που ακούνε