Σχεδόν 9 στις 10 γυναίκες αισθάνονται πόνο κατά την πρώτη σεξουαλική επαφή μετά τη γέννηση του παιδιού τους.
Σύμφωνα μάλιστα με μια νέα αυστραλιανή μελέτη το ¼ εξ αυτών αναφέρει πόνο κατά τη σεξουαλική πράξη ακόμα και 18 μήνες μετά τον τοκετό.
Η μελέτη επίσης αποκάλυψε ότι οι γυναίκες που γέννησαν με καισαρική τομή ή εμβρυουλκία είχαν διπλάσια πιθανότητα να βιώσουν πόνο κατά τη σεξουαλική δραστηριότητα 18 μήνες μετά από τη γέννηση του παιδιού τους, σε σύγκριση με αυτές που γέννησαν φυσιολογικά.
Δύο ήταν τα ευρήματα που προκάλεσαν έκπληξη στους ερευνητές. Το πρώτο σχετιζόταν με το γεγονός ότι οι σχεδόν όλες οι γυναίκες βίωσαν πόνο κατά την πρώτη σεξουαλική επαφή, είτε αυτή έλαβε χώρα στις 6 εβδομάδες, ή ακόμα και στους 6 μήνες μετά τον τοκετό. Το δεύτερο είναι η αναίρεση της πεποίθησης που υπήρχε μέχρι στιγμής, σύμφωνα με την οποία οι γυναίκες που γεννούσαν με καισαρική τομή είχαν λιγότερες δυσκολίες στην ανάκαμψη της σεξουαλικής τους , σε σύγκριση με τις γυναίκες που γεννούσαν κολπικά.
Ο πόνος κατά τη σεξουαλική επαφή, γνωστός ως δυσπαρεύνια, βιώνεται σύμφωνα με τους ειδικούς από το 75% των γυναικών σε κάποια στιγμή της ζωής τους.
Οι ερευνητές επίσης έμαθαν ότι μία στις 6 γυναίκες που έλαβαν μέρος στη μελέτη είχε πέσει θύμα κακοποίησης από το σύντροφο της μέσα στο διάστημα των 12 μηνών μετά τη γέννηση του παιδιού. Οι γυναίκες αυτές είχαν αυξημένο κίνδυνο δυσπαρευνίας σε σύγκριση με τις γυναίκες που δεν είχαν κακοποιηθεί.
Στη μελέτη συμμετείχαν περισσότερες από 1200 γυναίκες που γέννησαν το πρώτο τους παιδί και οι οποίες απάντησαν στις ερωτήσεις των ερευνητών μια φορά κατά τη διάρκεια της κύησης καθώς και στους 3, στους 6 στους 12 και στους 18 μήνες μετά τον τοκετό.
Το 28% των γυναικών δήλωσε ότι είχε βιώσει δυσπαρεύνια μέσα στο χρονικό διάστημα ενός έτους πριν από την εγκυμοσύνη. Σχεδόν οι μισές γυναίκες της μελέτης γέννησαν φυσιολογικά, το 30% υποβλήθηκε σε προγραμματισμένη ή επείγουσα καισαρική τομή και το 22% γέννησε κολπικά, αλλά με τη βοήθεια εμβρυουλκού ή αναρρόφησης.
Από τις γυναίκες που ανέφεραν επώδυνες σεξουαλικές επαφές στους 6 μήνες μετά τον τοκετό, το 1/3 ανέφερε πως ο πόνος επέμενε και στους 18 μήνες.
Άλλοι παράγοντες πέρα από την κακοποίηση που αυξάνουν τον κίνδυνο της δυσπαρευνίας ήταν η παρουσία της δυσπαρευνίας πριν από τη κύηση, η μικρή ηλικία της μητέρας, , τα καταθλιπτικά συμπτώματα και τα υψηλά επίπεδα κόπωσης.
Οι ερευνητές τονίζουν πως παρόλο που η ασφάλεια της μητέρας και του παιδιού κατά τη διάρκεια του τοκετού είναι ο βασικός σκοπός των επαγγελματιών υγείας, χρειάζεται επίσης να ληφθεί υπόψη το πώς οι τεχνικές που χρησιμοποιούνται μπορεί να έχουν επιπλοκές στη ζωή της γυναικάς μετά, όπως είναι για παράδειγμα η επώδυνη συνουσία. Επίσης, σημειώνουν πως η δυσπαρεύνια μπορεί να είναι απάντηση της γυναίκας σε ψυχοσυναισθηματική ή σωματική κακοποίηση από το σύντροφό της και οι κλινικοί θα πρέπει να είναι έτοιμοι να διερευνήσουν αυτό το ενδεχόμενο. Η εμπειρία τους μάλιστα με τις γυναίκες της μελέτης δείχνει πως είναι πολύ μικρή η πιθανότητα μια γυναίκα που κακοποιείται να το αναφέρει αυθόρμητα εάν δεν ερωτηθεί ευθέως από τον επαγγελματία υγείας.
Αν και τα media προβάλλουν όλο και περισσότερο τη σεξουαλικότητα μέσα από την εικόνα, η συζήτηση για αυτή παραμένει ταμπού ιδιαίτερα μέσα το πλαίσιο της μητρότητας. Είναι πολύ σημαντικό οι γυναικολόγοι να ενθαρρύνουν τις γυναίκες να μιλούν για τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν κατά τη σεξουαλική πράξη.
Η μελέτη επίσης είναι πολύ σημαντική γιατί μπορεί σύμφωνα με τους ειδικούς να καθησυχάσει τις γυναίκες που θα γίνουν για πρώτη φορά μητέρες και ανησυχούν μήπως ο φυσιολογικός τοκετός επηρεάσει την ικανότητα τους να απολαμβάνουν τη σεξουαλική τους ζωή περισσότερο από μια καισαρική τομή.
Οι ειδικοί εκτιμούν πως είναι αρκετές οι γυναίκες που φοβούνται την επίπτωση που θα έχει ο φυσιολογικός τοκετός στον κόλπο τους και κατ επέκταση στη σεξουαλική τους ζωή. Αυτές μάλιστα που είναι κάτω των 35 αισθάνονται πιο άνετα να μιλήσουν μαζί τους για τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν κατά τη διάρκεια της σεξουαλικής πράξης, ενώ αυτές που έχουν ηλικία μεγαλύτερη των 50 φαίνεται να δυσκολεύονται περισσότερο να μιλήσουν. Η διαφορά ανάμεσα στις γενιές είναι προφανής και ο ειδικός οφείλει να βρει τον κατάλληλο τρόπο σε κάθε περίπτωση ώστε να ρωτήσει σχετικά με τη σεξουαλική ζωή των γυναικών χωρίς να τις φέρει σε αμηχανία.
Πηγή : nlm.nih.gov
Το άρθρο επιμελήθηκε ο Κ.Κωνσταντινίδης, Χειρουργός, Ουρολόγος-Ανδρολόγος, Πρόεδρος του Ανδρολογικού Ινστιτούτου Αθηνών, andrologia.gr