Πριν από μερικά χρόνια δέχτηκα ένα ζευγάρι που είχαν έναν γιο και ήθελαν να τον βοηθήσουν. Ήταν βλέπετε «τόσο καλοί»…
Ο γιος ήταν γιατρός. Μόλις είχε πάρει το πτυχίο του και έβγαζε 1200 πέσος στο νοσοκομείο όπου δούλευε, ενώ η νύφη τους έβγαζε 700 από τη δουλειά της ως δασκάλα κηπουρικής στο γειτονικό σχολείο. Οι δυο μαζί, έφταναν σχεδόν τα 2000 πέσος — που δεν είναι και λίγα. Οι γονείς τους, όμως, που τους αγαπούσαν πολύ, συμφώνησαν κι έκαναν δώρο «στα παιδιά» ένα διαμέρισμα στη γωνία Λιμπερταδόρ και Τάγλε, του οποίου τα έξοδα συντήρησης ανέρχονταν σε 1650 πέσος τον μήνα.
Ποια είναι η βοήθεια που τους προσφέρουμε;
Αφού πληρώσουν τα διάφορα έξοδα, το φως, το γκάζι και το τηλέφωνο, δεν τους μένει πια τίποτα για να ζήσουν. Αυτή είναι η βοήθεια κάποιων καλών γονιών: κάτι που δεν έχει νόημα ή, ακόμη χειρότερα, έχει ένα νόημα ολέθριο: σκλαβώνει τα παιδιά και τα αναγκάζει να εξαρτώνται από τους γονείς.
Πρέπει να μάθει κανείς να βάζει ένα τέλος στο ρόλο του γονιού, και αντίστοιχα στο ρόλο του παιδιού. Αυτό σημαίνει να ξεχάσει τον ρόλο και να εστιάσει στο συναίσθημα της αγάπης. Όλες εκείνες οι αμοιβαίες υποχρεώσεις που είχαμε (εγώ: να σε στηρίζω, να σε ενισχύω οικονομικά, να σε βοηθάω, κ.λπ., κι εσύ: να με υπολογίζεις, να μου ζητάς την άδεια, να κάνεις αυτό που λέω) τελείωσαν.
Πρέπει ν’ αφήσουμε τα παιδιά να κάνουν λάθη, να βρεθούν στην ανάγκη και ν’ αντέξουν να παραιτηθούν από κάποια πράγματα, να τ’ αφήσουμε να απογοητευθούν και να πονέσουν, να μάθουν να ταπεινώνονται όταν πρέπει. Να πάψουν να ζητάνε από τους γονείς να ταπεινωθούν οι ίδιοι για να μην ταπεινωθούν εκείνα.