Πάντα θεωρούσα πως το να μεγαλώνεις ένα παιδί είναι ένας λαβύρινθος.
Δε σου φτάνει που δε γνωρίζεις από πού και πώς είναι η έξοδος, αλλά κι ο μίτος που έχεις στα χέρια σου είναι τόσο ευαίσθητος, που ανά πάσα στιγμή μπορεί να κοπεί και να σε κάνει να ψάχνεις ξανά για μια καινούργια αρχή.
Αγαπημένη μου πριγκιπέσσα, γι᾽ αυτόν το λαβύρινθο θέλω να σου μιλήσω.
Γεννήθηκες μετά κόπων και βασάνων μιας και δεν ήθελες να έρθεις εύκολα σ᾽ αυτό τον κόσμο. Δε μ᾽ ενόχλησε, όμως, ποτέ μιας κι απ᾽ τη στιγμή που ήρθες όλα απέκτησαν μια άλλη πνοή.
Η στιγμή που ήρθες στη ζωή δεν νομίζω να μπορεί ν᾽ αντικατασταθεί με τίποτα στον κόσμο.
Από εκείνη την ημέρα, έφτιαχνα και συνεχίζω να φτιάχνω παραμύθια όμορφα, ρομαντικά, ονειρεμένα, μ᾽ εσένα πριγκίπισσα κι εμένα άλλοτε στον ρόλο του βατραχιού, άλλοτε στον ρόλο του πρίγκιπα κι άλλοτε στον ρόλο του κακού βασιλιά-πατέρα.
Σε φυλάκισα για να μη φύγεις ποτέ σ᾽ ένα παλάτι που χτίζω πέτρα-πέτρα για να ζήσεις μέσα του μ᾽ ασφάλεια.
Την ίδια στιγμή, όμως, σπάω πόρτες, παράθυρα και τοίχους για να βγεις, να ζήσεις, να γνωρίσεις, και μετά ξανά πάλι απ᾽ την αρχή.
Στη μέχρι τώρα μικρή ζωή σου, μερικές φορές, πιστεύω πως πρέπει ήδη να έχεις βαρεθεί ν᾽ ακούς να σου λέω πως πρέπει να μελετάς τα μαθήματά σου, να μην παραμελείς το πρόγραμμά σου και τις δραστηριότητές σου.
Είναι η ίδια ακριβώς στιγμή που θέλω να σου φωνάξω: «Παράτα τα! Βγες και παίξε, γέλασε, διασκέδασε. Ξέρω πως, ίσως, δεν είναι η κατάλληλη στιγμή, ίσως δεν είναι ο σωστός τρόπος, μα ποιος νοιάζεται για τον σωστό τρόπο όταν η ζωή δεν περιμένει;»
Αυτό που δε θα πρέπει να παραμελήσεις ποτέ είναι η ζωή κι όχι τα μαθήματα.
Απ᾽ τη μέρα που γεννήθηκες, δεν μπορώ να βρω μια στιγμή στην οποία δεν είσαι η έμπνευσή μου για ό,τι κάνω, πω, ή σκεφτώ.
Η θέλησή σου, η τακτικότητά σου, το χιούμορ σου, η αγάπη για τους φίλους σου, η επιβλητικότητά σου είναι για εμένα καθημερινά παραδείγματα προς μίμηση.
Θα ᾽θελα να μάθεις στη ζωή σου να συγχωρείς και ν᾽ αγαπάς μα, πάνω απ’ όλα, να μην έχεις έπαρση. Να μην ξεχνάς να χαμογελάς μα και ν᾽ απλώνεις χαμόγελα γύρω σου, να είσαι φιλάνθρωπη.
Πάντα θα υπάρχουν άνθρωποι που θα το έχουν ανάγκη, πάντα ο κόσμος θα έχει ανάγκη κάποιον να μοιράζει χαμόγελα ˙ τέτοια χαμόγελα που ριγούν το κορμί σου απ᾽ την πληρότητα της ευτυχίας.
Να μην ξεχνάς να ταξιδεύεις, να επιδιώκεις να γνωρίσεις καινούργιους ανθρώπους, γιατί οι άνθρωποι -καλοί ή κακοί- έχουν κάτι να σου δώσουν να μάθεις, έστω και χωρίς να το γνωρίζουν.
Φοβάμαι, μικρή μου. Φοβάμαι τις σκιές που σ᾽ αγγίζουν. Μάχομαι καθημερινά με τις σκέψεις πως μπορεί να μη σου μεταφέρω σωστά τι σημαίνει να έχεις εμπιστοσύνη στον εαυτό σου, τι σημαίνει ανθρωπιά και τι σημαίνει ταπεινότητα.
Κρέμομαι απ᾽ το λεπτό σχοινί της αποτυχίας γιατί, για εμένα αλλά και για τους περισσότερους, περνάνε χρόνια μέχρι να πειστούν και να καταφέρουν να έχουν εμπιστοσύνη στον εαυτό τους.
Δε θέλω να χάσεις τα ίδια χρόνια.
Είμαι επιφορτισμένος με την πρόκληση να κρύψω τις αδυναμίες μου για να μην τις καταλάβεις, αλλά παράλληλα να στις δείξω ώστε να μάθεις τις δικές σου και να τις χρησιμοποιείς σαν δυνάμεις.
Να ξέρεις πως χαμογελάω κρυφά μέσα μου όταν μ᾽ αντιγράφεις, αλλά φοβάμαι να στο δείξω, για ν᾽ αποφύγεις ν᾽ αποκτήσεις έπαρση.
Ο κόσμος είναι περίεργος, μικρή μου. Μαθημένος να χρησιμοποιεί την αλαζονεία για να εκμεταλλεύεται άλλους ανθρώπους και για να καλύψει τις αδυναμίες του. Κι εγώ δε θέλω να μάθεις έτσι.
Θέλω να μάθεις να ζεις με τις δικές σου. Κανένας δεν είναι θεός κι ούτε πρόκειται να γίνει. Μην τολμήσεις ποτέ να προσπαθήσεις να γίνεις εις βάρος άλλων. Δεν είναι κακό να έχεις αδύνατα σημεία. Να μάθεις να τα αποδέχεσαι και να εξελίσσεσαι μ᾽ αυτά.
Θα ‘θελα να μείνεις παιδί. Θα ᾽θελα να συνεχίσεις να μ᾽ έχεις ανάγκη για πάντα, να με παίρνεις τηλέφωνο και να με ρωτάς: «Μπαμπά, πώς κάνω αυτήν τη διαίρεση; Ο Tάσος μου είπε πως με αγαπάει. Η Νικόλ είναι η καλύτερή μου φίλη».
Τα πάντα για πάντα.
Ξέρω πως δε γίνεται και φοβάμαι εκείνη τη στιγμή που δε θα με έχεις πια ανάγκη. Εκείνη τη στιγμή που, τελικά, θα μάθω αν κατάφερα να σου μεταφέρω όσα ήθελα, αν σου έμαθα αυτά που έπρεπε με τον τρόπο που έπρεπε, αν τα μετέφρασες σωστά και, πάνω απ᾽ όλα, αν σου έμαθα να ξεχωρίζεις τους ανθρώπους.
Μου χάρισες μια μέρα μια ξύλινη καρδιά που έλεγε: «Μια μέρα θα βρω τον πρίγκιπά μου, μα για εμένα ο μπαμπάς μου θα είναι πάντα ο βασιλιάς μου».
Φοβάμαι, καρδιά μου, αν τελικά θα σε μάθω να ξεχωρίσεις τον σωστό πρίγκιπα.
Αν θα μάθεις ν᾽ ακολουθείς σωστά αυτό που λέει η καρδιά σου.
Αν τ᾽ αναπόφευκτο ταίριασμα του ανθρώπου σου μ᾽ εμένα (γιατί έτσι λένε ότι γίνεται, οι κόρες έχουν σαν είδωλο συντρόφου τον πατέρα τους) θα είναι τελικά σωστό, ή θα έχω γίνει ένα λάθος παράδειγμα για τη ζωή σου.
Μη με παρεξηγείς. Ο φόβος είναι όμορφο συναίσθημα τελικά.
Μου δημιουργεί έναν διάφανο τοίχο προστασίας, μα με ωθεί να μελετάω μία προς μία τις πράξεις μου γιατί μοιάζουν όλες να έχουν αντίκτυπο σ᾽ εσένα.
Ξέρω πως, μέσα στα χρόνια που έρχονται, θα τσακωθούμε. Θα υπάρξουν στιγμές που δε θα μιλάμε, θα κάνουμε λάθη.
Ένα πράγμα θα ήθελα από εσένα. Μη φύγεις ποτέ από κοντά μου.
Θα έρθει η στιγμή που εγώ θα φύγω, μα εσύ δεν μπορείς να μου το κάνεις αυτό, δεν έχεις το δικαίωμα.
Γεννήθηκα ξανά την ημέρα που ήρθες στον κόσμο κι όσο είσαι κοντά μου, σου υπόσχομαι πως δε θα «φύγω» ποτέ.
Θα συνεχίσω να σου προσφέρω αυτό που νομίζω εγώ σωστό και θα χαρώ να έρθει η στιγμή που θα έχεις μεγαλώσει τόσο -και δεν εννοώ ηλικιακά- ώστε να με διορθώσεις.
Θα μετράω και θα ξαναμετράω τ᾽ αποτελέσματά των πράξεών μου με τον καλύτερο γνώμονα που θα μπορούσα να έχω: Εσένα να μεγαλώνεις, και να γίνεσαι από γυναικάκι, γυναίκα. Από παιδί, κυρία.
Σ᾽ ευχαριστώ που μ᾽ έκανες πραγματικά πλούσιο και να ξέρεις πως είναι η υπέρτατη τιμή για εμένα να είμαι μπαμπάς σου. Η μεγαλύτερη περηφάνια είναι να σε βλέπω να μεγαλώνεις σωστά.
Σ’ αγαπώ.