Η ανθρώπινη όρεξη είναι ένας σύνθετος μηχανισμός που άγεται από μηνύματα του εγκεφάλου, των εντέρων, των λιπωδών κυττάρων, των αδένων, των γονιδίων και της ψυχής.
Εν τούτοις, ορισμένες ορμόνες που σχετίζονται με την όρεξη, ιδίως η γκρελίνη που την «ανοίγει», είναι γνωστό ότι καθορίζουν σε μεγάλο βαθμό πόσο πολύ θα φάμε.
Έρευνα από το Αγγλικό Πανεπιστήμιο του Loughborough μελέτησε τη διαφορά της επίδρασης τόσο της δίαιτας όσο και της άσκησης όσον αφορά τη μείωση των θερμίδων.
Οι ερευνητές μελέτησαν την ορμονική, ψυχολογική και συμπεριφορική αντίδραση 12 γυναικών σε σχέση με το φαγητό τόσο μετά από άσκηση όσο και κατά τη δίαιτα.
Στη μία περίπτωση μείωσαν τις θερμίδες που έπαιρναν οι γυναίκες κατά 836 και τις παρακολούθησαν για 9 ώρες και στην άλλη περίπτωση τους ζήτησαν να τρέξουν τόσο, ώστε να κάψουν περίπου τον ίδιο αριθμό θερμίδων (836).
Και στις δύο περιπτώσεις τις πήγαν σε έναν μπουφέ στο τέλος της ημέρας και τους είπαν να φάνε όσο ήθελαν. Οι ερευνητές βρήκαν ότι οι γυναίκες που έκαναν δίαιτα έφαγαν κατά μέσο όρο 944 θερμίδες στο δείπνο, ενώ όταν είχαν κάνει γυμναστική έφαγαν κατά μέσο όρο 660 θερμίδες.
Αυτό σημαίνει ότι οι γυναίκες που έκαναν δίαιτα έτρωγαν κατά 1/3 περισσότερο στον μπουφέ από ότι όταν ασκούνταν. Οι επιστήμονες βρήκαν επίσης ότι η δίαιτα αύξανε την γκρελίνη, την «ορμόνη της πείνας» και μείωνε το πεπτίδιο ΥΥ, που είναι επιφορτισμένο με το να μειώνει το αίσθημα της πείνας.
Η έρευνα αυτή έρχεται να προστεθεί στην αντιπαράθεση μεταξύ των ειδικών για το αν όταν γυμναζόμαστε τελικά τρώμε περισσότερο ή λιγότερο, μια και προηγούμενες έρευνες έχουν καταλήξει στο συμπέρασμα ότι η άσκηση μας οδηγεί να τρώμε περισσότερο.