Σε ποια ηλικία τα παιδιά αρχίζουν να ζωγραφίζουν;

kids_drawingΕίναι κατά κανόνα πλούσιες και ευφάνταστες στη διάρκεια της προσχολικής ηλικίας, για να αραιώσουν και να φτωχύνουν όσο περνάνε τα χρόνια, και να σταματήσουν σχεδόν τελείως κατά τη διάρκεια της εφηβείας. Ο λόγος για τις παιδικές ζωγραφιές που μπορούν εκτός από τη δημιουργική έκφραση των παιδιών να αποτελέσουν κι ένα πολύ χρήσιμο εργαλείο για τη διερεύνηση της συναισθηματικής, ψυχικής και νοητικής τους κατάστασης σύμφωνα με το in.gr.

Ζωγράφοι ετών 1,5

Για τα πολύ μικρά παιδιά το μολύβι δεν είναι τίποτα παραπάνω από ένα οποιοδήποτε άλλο αντικείμενο. Όταν τους δείξουμε και καταλάβουν ότι μπορεί να κάνει σημάδια, αρχίζουν να το χρησιμοποιούν μουντζουρώνοντας και χαράζοντας (συχνά το πιέζουν πάρα πολύ, με αποτέλεσμα να φτιάχνουν ακόμα και «ανάγλυφα» σχέδια) οποιαδήποτε επιφάνεια, ακόμα και το ίδιο τους το σώμα. Ο στόχος τους φυσικά δεν είναι να ζωγραφίσουν κάτι συγκεκριμένο. Οι πρώτες αυτές «ζωγραφιές» μοιάζουν με μπερδεμένα κουβάρια, είναι μουτζούρες που ουσιαστικά θυμίζουν τις κινήσεις τους όταν, σε αυτή την ηλικία, πηδάνε πάνω κάτω ή στροβιλίζονται γύρω από τον εαυτό τους. Σταδιακά βάζουν τις μουτζούρες τους σε έλεγχο, οι οποίες και διαφοροποιούνται σε πολλές μορφές: ευθείες, ελικοειδείς, ζιγκ ζαγκ γραμμές. Στη συνέχεια –από τα 3 τους χρόνια και μετά– σχεδιάζουν μεμονωμένες «φιγούρες» –γραμμές, σπείρες, κύκλους– στις οποίες και δίνουν ονόματα. Τα παιδιά σε αυτή την ηλικία έχουν την τάση να ονομάζουν τις ζωγραφιές τους, λένε δηλαδή πως έχουν ζωγραφίσει τη μαμά ή τον μπαμπά, αλλά μετά το ξεχνάνε κι αν τα ξαναρωτήσουμε μετά από λίγες μέρες για τις ίδιες εικόνες μπορεί να μας πουν πως οι ζωγραφιές τους αναπαριστούν κάτι άλλο.

Η χρυσή εποχή για την παιδική ζωγραφική

Ξεκινά περίπου στην ηλικία των 4,5 με 5 ετών, όταν τα παιδιά περνάνε από τις γραμμές και τις μουτζούρες στα σχήματα που θυμίζουν κηλίδες και που αναπαριστούν αντικείμενα ή ανθρώπους που βλέπουν γύρω τους (π.χ. ο ουρανός, η θάλασσα, ένας άνθρωπος, ένα σπίτι, ένα δέντρο, λουλούδια κ.ά.). Σε αυτές τις ζωγραφιές δεν υπάρχει η έννοια της προοπτικής (όλα όσα θέλουν να αναπαραστήσουν τοποθετούνται το ένα δίπλα στο άλλο χωρίς να αλληλοκαλύπτονται) ούτε οι κανόνες της βαρύτητας (π.χ. τα σπίτια πάνω στο βουνό ζωγραφίζονται πλαγιαστά ακολουθώντας τη γραμμή του βουνού). Από την άλλη πλευρά, ο ουρανός, όπως και η θάλασσα, είναι μια μπλε γραμμή, η γη μια καφέ λωρίδα, το χορτάρι, μια πράσινη, ο αέρας είναι απλώς το υπόλοιπο χαρτί που παραμένει λευκό, τα σπίτια και τα αυτοκίνητα είναι διαφανή (π.χ. βλέπουμε μέσα τις καρέκλες και τα κρεβάτια) κι ό,τι αγαπάνε, προτιμούν, είναι σημαντικό ή μεγάλο το αναπαριστούν χωρίς να σέβονται τις αναλογίες ή τα πραγματικά μεγέθη. Στο δημοτικό πια μπαίνει σαφώς η έννοια των δεξιοτήτων στις παιδικές ζωγραφιές και τα παιδιά σιγά σιγά καταλαβαίνουν την προοπτική (αντιλαμβάνονται το χώρο περίπου στα 11) και χρησιμοποιούν τα χρώματα νατουραλιστικά.

Όταν η δημιουργικότητα και η φαντασία μπαίνουν σε καλούπια

Η δημιουργικότητα των παιδιών μειώνεται καθώς μεγαλώνουν, ιδίως από τη στιγμή που ξεκινάνε το σχολείο και μετά (στην εφηβεία μάλιστα τα παιδιά έχουν την τάση να σταματάνε τελείως να ζωγραφίζουν). Αυτό δεν συμβαίνει επειδή ξαφνικά παύουν να έχουν φαντασία, αλλά επειδή όταν τα παιδιά ξεκινούν το δημοτικό αρχίζουν να επηρεάζονται από τα στερεότυπα που υπάρχουν στην κοινωνία κι έτσι οι ζωγραφιές τους κινούνται σε συγκεκριμένα πλαίσια. Αυτό που είναι αναγκαίο για να μπορέσουν να απελευθερωθούν και να απεγκλωβιστούν –καθώς η φαντασία των παιδιών είναι ικανότητα συνεχώς αναπτυσσόμενη και εκπαιδεύσιμη (όπως η νοημοσύνη)– είναι το να έχουν «παραστάσεις» από το σχολείο, τις εξωσχολικές δραστηριότητες, την οικογένεια κ.λπ.

Γιατί δεν ζωγραφίζει;

Ένα παιδί που έχει περάσει την ηλικία των 3–4 ετών και έχει τα ερεθίσματα για να ζωγραφίσει, του έχουμε δηλαδή δώσει χαρτιά, μολύβια, χρώματα και του έχουμε δείξει πώς μπορεί να τα χρησιμοποιήσει αλλά παρ’ όλα αυτά δεν ζωγραφίζει, θα μπορούσε να έχει κάποια δυσκολία που σχετίζεται με τις νοητικές του ικανότητες ή το επίπεδο ωρίμανσής του, οπότε, αν έχουμε και άλλες σχετικές ενδείξεις ώστε να υποψιαζόμαστε κάτι τέτοιο, θα πρέπει να συμβουλευτούμε έναν ειδικό. Το πιθανότερο όμως είναι άλλο. Είναι πολύ πιο συχνό το παιδί που αποφεύγει να σχεδιάσει να έχει έλλειψη δεξιότητας κι έτσι να «μπλοκάρει» και να αρνείται να ζωγραφίσει επειδή ντρέπεται, νιώθει ότι υστερεί, δεν μπορεί να φτιάξει κάτι ικανοποιητικό. Αυτό το παιδί χρειάζεται ενθάρρυνση και πιθανώς να του δείξουμε ότι εκτός από τη σχεδιαστική ικανότητα στη ζωγραφική μεγάλο ρόλο παίζει η χρήση των χρωμάτων, η φαντασία, η έμπνευση.

Τι μπορούμε να καταλάβουμε από τα σχέδια των παιδιών

Ένα παιδικό σχέδιο δεν μπορεί να αποτελεί από μόνο του έναν σίγουρο δείκτη ούτε για τη νοημοσύνη ούτε για την προσωπικότητα ούτε για τη συναισθηματική κατάσταση του παιδιού. Υπάρχουν όμως στοιχεία που θα μπορούσαν να μας θορυβήσουν και να μας ωθήσουν στο να ζητήσουμε τη γνώμη ενός ειδικού όταν βλέπουμε το παιδί μας να:

Ζωγραφίζει συνέχεια τα ίδια ακριβώς σχέδια. Δεν χρειάζεται να ανησυχήσουμε αν το παιδί μας περνάει μια περίοδο κατά την οποία κάνει σχέδια με το ίδιο θέμα, π.χ. τρένα, αλλά όταν για ένα πάρα πολύ μεγάλο διάστημα επιμένει να ζωγραφίζει ένα συγκεκριμένο τρένο.

Επιλέγει συνέχεια τα ίδια χρώματα, ειδικά αν προτιμά τις πολύ σκούρες, μουντές και μαύρες αποχρώσεις.

Μουτζουρώνει αμέσως μετά το σχέδιό του (κάτι τέτοιο θα μπορούσε να είναι στοιχείο έντονης παρορμητικότητας ή επιθετικότητας).

Σβήνει πάρα πολύ στο σχέδιό του, επιμένοντας στις λεπτομέρειες και αναζητώντας την τελειότητα (κάτι τέτοιο θα μπορούσε να είναι στοιχείο ψυχαναγκαστικής προσωπικότητας).

Φτιάχνει ζωγραφιές με περίεργο θέμα (π.χ. αρρώστους σε νοσοκομεία).

Κάνει μικρά και περιορισμένα σχέδια, γιατί κάτι τέτοιο θα μπορούσε να δείχνει ανασφάλεια, όπως αντίθετα ένα πολύ μεγάλο σχέδιο θα μπορούσε να μας παραπέμπει σ’ ένα παιδί με υπερτονισμένη αυτοπεποίθηση.

Φτωχά σχέδια (αναντίστοιχα της ηλικίας του), γιατί μπορεί αυτό να μας βάλει υποψίες για προβλήματα νοημοσύνης και ωριμότητας.