Τα γεμιστά της γιαγιάς…

Τα γεμιστά της γιαγιάς…

Τα γεμιστά της γιαγιάς

Όταν ήμουν μικρή, οι γονείς μου μας πήγαιναν δύο μήνες το χρόνο στη γιαγιά και τον παππού.Περνούσαμε υπέροχα, καθώς έμεναν στην Κηφισιά (τότε ήταν εξοχή!) σε μια μονοκατοικία με ένα τεράστιο κήπο. Στο διπλανό σπίτι έμενε ο ιδιοκτήτης των σπιτιών, ο οποίος ήταν κηπουρός, ο κύριος Άγγελος. Κάθε πρωί ξυπνούσα και έτρεχα στο σπίτι του. Φροντίζαμε τον κήπο, σκάβαμε, σκαλίζαμε, ήμουν η μικρή τους βοηθός. Στο πίσω σπίτι έμεναν δύο κυρίες, η κυρία Μαργαρίτα με την αδερφή της την κυρία Χαρίκλεια. Και κάθε μέρα το σπίτι μας ήταν γεμάτο κόσμο, η γιαγιά είχε πολλές φίλες που έμεναν εκεί κοντά και οι επισκέψεις ήταν καθημερινές.

Όλα ήταν όσο παραμυθένια ακούγονται, εκτός από μια μικρή λεπτομέρεια: Όλες οι φίλες της γιαγιάς μου όσο συχνά και αν ερχόντουσαν, μου έφερναν και κάτι, μια σοκολάτα, ένα σακούλι καραμέλες, ένα κομμάτι πίτα που είχαν φτιάξει. Εγώ ως μικρή λιχούδα τα έτρωγα όλα χωρίς δεύτερη σκέψη. Και όταν ερχόταν η μαμά μου να με πάρει άρχιζε να ουρλιάζει γιατί έβλεπε τα φουσκωτά μου μαγουλάκια να κοντεύουν να σκάσουν. Τα ‘βαζε με τη γιαγιά μου φυσικά, της έλεγε ότι δεν θα με ξανά -αφήσει εκεί, η γιαγιά της έλεγε ότι δεν θα με αφήνει να τρώω και πάει λέγοντας. Η μαμά μου είχε μεγάλη αγωνία μη γίνω χοντρή και πρόσεχε πάρα πολύ τι έτρωγα. Φυσικά αυτό με είχε κάνει όταν έβρισκα γλυκά οπουδήποτε αλλού να τα καταβροχθίζω.

Διαβάστε τη συνέχεια εδώ

Διαβάστε ακόμη:

Στη μαμά του παιδιού που ούρλιαζε στο πάρκο…

Ο μύθος του «η μαμά πάντα ξέρει καλύτερα» καταρρίπτεται!