Βραδινές ιστορίες… για αγρίους. Από την Βανέσα Αδαμοπούλου.

Βραδινές ιστορίες… για αγρίους. Από την Βανέσα Αδαμοπούλου.

ADAMOPOULOU_h_630_450

Βραδινός ύπνος.

Η αχίλλειος πτέρνα των μωρών και δη των βρεφών. Κι εκεί που έλεγες ότι όλα πήγαν περίφημα, η πρώτη μέρα, με το νέο μέλος στο σπίτι, κύλησε υπέροχα, όσοι σου ορκίζονταν για το αντίθετο ήταν απλά ή κακοήθεις ή άσχετοι, έρχεται το βραδάκι για να ανατρέψει όλα αυτά τα σουρεάλ και ρομαντικά που φανταζόσουν για το βρεφάκι σου, «αχ, είναι τόσο ήρεμο το γλυκό μου, που σίγουρα θα παραδοθεί νηφάλια στην αγκαλιά του Μορφέα…».

Αμ δε! Το καλοκάγαθο, ροδαλό πλασματάκι που πρωτογνώρισες στο μαιευτήριο, ήσυχο και μετρημένο, αλλαγμένο και μυρωδάτο, έχει πολλές, πολλές πιθανότητες να μεταμορφωθεί σε ένα τερατάκι με τσιριχτή, ακούραστη φωνή, πολλών ντεσιμπέλ, που θα καταστρέψει πανηγυρικά τα βραδινά σου όνειρα και θα τα μετατρέψει σε εφιάλτες. Οποία έκπληξης!

Τουλάχιστον αυτό συνέβη σε εμένα.

Ημέρα Πέμπτη επιστρέψαμε από το μαιευτήριο στο σπίτι, με όνειρα πολλά και προσδοκίες, μια βαλίτσα πράγματα, για την ακρίβεια τη βαλίτσα του μαιευτηρίου, και το αξιολάτρευτο μικρό μας, που τρεις μέρες στο μαιευτήριο είχε επιδείξει διαγωγή κοσμιοτάτη. Αφού αναρωτιόμουνα αν όλα τα μωρά του κόσμου είναι τόσο ήσυχα και καλόβουλα, κι έφτυνα κρυφά τον κόρφο μου, που ο δικός μου καρπός βγήκε ‘παραγγελία’. Αργότερα, συζητώντας και με άλλες μανούλες το επίμαχο θέμα, αναφωνήσαμε πολλές φορές φωναχτά, «Μα τι τους κάνουν εκεί στα μαιευτήρια και είναι όλα τους τόσο καλοκουρδισμένα!».

Αφού, λοιπόν, κάνουμε τις απαραίτητες συστάσεις, μωρού με γάτο και ανακουφιζόμαστε που η γνωριμία πήγε καλά, τρέχουμε να ‘παρκάρουμε’ τον μπέμπη στην κούνια του, γιατί ήδη  κοιμάται στην αγκαλιά μας του καλού καιρού.

Όσο ο μικρός παίρνει τον υπνάκο του, οι ρυθμοί της μέρας στο σπίτι συνεχίζονται κανονικά, άλλωστε το μωράκι μας δείχνει να μην έχει διάθεση να ξυπνήσει, ακόμα κι αν σκάσει πυρηνική βόμβα στην αλλαξιέρα του. Οι ώρες κυλούν ευχάριστα, ο μικρός έχει ήδη αρχίσει να μας λείπει και τρεις και λίγο μπαστακωνόμαστε πάνω απ’ την κούνια του να τον χαζεύουμε που κοιμάται, σαν αγγελούδι παραδεισένιο. Με μια κρυφή ελπίδα, ότι ίσως ανοίξει τα ματάκια του, να τον χαρούμε και λίγο ξύπνιο. Αυτή την παλαβή σκέψη δε θα την κάνουμε ουδέποτε εφεξής. Εφόσον το μωρό κοιμήθηκε, απλά παρακαλάμε να μην ξυπνήσει.

‘Μηδένα προ του τέλους μακάριζε’, λέει η ρήση, αλλά εμείς ήμασταν πολύ αφελείς και άπειροι για να σκεφτούμε κάτι τέτοιο. Αντιθέτως, θεωρήσαμε πως αυτά που μας έλεγαν φίλοι και γνωστοί, ήταν, το λιγότερο, παρατραβηγμένα. «Εντάξει, μωρέ, δεν είναι και τόσο δύσκολα. Και τις δουλείες μας κάναμε και το μεσημεριανό μας φάγαμε και στον καναπέ μας χαλαρώνουμε».

Και φτάνει η αποφράδα ώρα που ο ουρανός νυχτώνει.

Το βράδυ των μεγάλων οδυρμών! Το αξιολάτρευτο μωρό μας, ξυπνά κάθε μια ώρα για να θηλάσει, να κλάψει, να ρευτεί, να κάνει τα νεύρα μας κρόσσια.

Άλαλοι και ξεπατωμένοι πηγαινοφέρνουμε το βλαστάρι μας, πάνω κάτω στο υπνοδωμάτιο, μήπως το καταφέρουμε να κοιμηθεί. Οι διαδρομές συνεχίζονται όλο το βράδυ, εμείς μετράμε προβατάκια και άλλα συμπαθή τετράποδα, για να κυλήσει η ώρα και να ξεχάσουμε τη νύστα μας, αλλά ο μόνος που δεν φαίνεται να νυστάζει είναι ο μπέμπης μας, ο οποίος συνεχίζει να μας παρατηρεί με το βλέμμα του γαρίδα.

Το επόμενο πρωινό με βρίσκει με μάτια κατακόκκινα σαν του δράκουλα, να παραπαίω μεταξύ κρεβατοκάμαρας και διαδρόμου, αντικρίζοντας, φευ, τα  μπλε, χαριτωμένα μπαλόνια που έχουν κατακλείσει το σαλόνι μου, ξεφούσκωτα, να πνέουν τα λοίσθια, χαμογελώντας μου σαρδόνια.

Και όμως υπάρχει και …καλός καυγάς!

Αυτά, εν ολίγης, θα συνεχιστούν για αρκετά βράδια ακόμα. Και θα διανθιστούν βεβαίως με ακατάσχετους λόξιγκες, ακούραστους θηλασμούς και ευκαιριακούς εμετούληδες!

Πλέον, βρισκόμαστε στην ευχάριστη θέση να ανακοινώσουμε ότι το μωρό μας έχει βρει μια καλή ρέγουλα στον ύπνο, πεντάωρα κι εξάωρα συνεχόμενα, που με κάνουν να σταυροκοπιέμαι για την καλή μου τύχη.

Δεν συμβαίνει όμως το ίδιο με πολλά μωρά, που συνεχίζουν να ξαγρυπνούν τους ταλαίπωρους γονιούς για αρκετό καιρό, μέχρι ακόμα και να χρονίσουν.

Εκείνο που αποφάσισα να κάνω εγώ και δεν ξέρω τελικά αν αυτό ήταν που λειτούργησε, γιατί κάθε μωρό βαράει το δικό του βιολί, ήταν να μην πετάγομαι με το παραμικρό να το καθησυχάσω, άλλωστε κοιμάται δίπλα μου και αφουγκράζομαι πότε έχει πράγματι ανάγκη για κάτι, δίνοντας του έτσι χρόνο να αποκοιμηθεί μόνο του, χωρίς απαραίτητα τη δική μου παρηγοριά.

Κλείνοντας το δακρύβρεχτο θέμα ‘ύπνος’, καταλήγω πως αυτό που έχει αξία για μας τις μαμάδες τελικά, είναι να μας έχει ο Θεός καλά και να κοιμόμαστε που και που και κανένα βράδυ σαν άνθρωποι!