«Δεν θέλω να πηγαίνω με τα παιδιά στην πλατεία, φοβάμαι ότι θα χτυπήσουν», «μη χοροπηδάς, μπορεί να πέσεις», «δεν αφήνω τους γιους μου να κάνουν ποδήλατο, διότι μπορεί να τραυματιστούν», «σήμερα πήραμε μπράβο από τη δασκάλα», «δεν ξέρεις εσύ τι είναι καλό για σένα, εγώ ξέρω», «όπως ο μπαμπάς έπαιζε μπάσκετ, έτσι θα παίζεις κι εσύ». Σας θυμίζουν κάτι αυτές οι φράσεις; Εχετε ακούσει φίλους γονείς να τις λένε στα παιδιά τους ή μήπως κάποιες λέτε και εσείς στα δικά σας; Πολλοί είναι οι γονείς που θα ήθελαν να «σκεπάσουν» τα παιδιά τους με μια προστατευτική ομπρέλα, περίτρανη απόδειξη της αγάπης τους και ασπίδα ενάντια σε κάθε κακό, ή να «περιπολούν» τον χώρο τους, για να απομακρύνουν εχθρούς και κινδύνους, αλλά η ζωή έχει αποδείξει ότι αυτό είναι αδύνατο και η ψυχολογία έχει διαπιστώσει ότι είναι ταυτόχρονα επιβλαβές για την ψυχική τους υγεία και ανάπτυξη.
Ο όρος helicopter parents (γονείς-ελικόπτερα) χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά από τον Dr Haim Ginott το 1969 στο βιβλίο του «Parents & Teenagers» και προήλθε από εφήβους που είπαν πως νιώθουν ότι οι γονείς τους «αιωρούνταν» από πάνω τους σαν ένα ελικόπτερο. «Πρόκειται για γονείς υπερβολικά εμπλεκόμενους στη ζωή των παιδιών τους, υπερκαθοδηγητικούς, υπερεπικεντρωμένους σε αυτά, υπερπροστατευτικούς και συχνά τελειομανείς. Ο τρόπος με τον οποίο εμπλέκονται στη ζωή των παιδιών τους ξεπερνά κατά πολύ το γονεϊκό τους καθήκον» μας δίνει το προφίλ τους η Εύα Τορνάρη, σύμβουλος ψυχικής υγείας. Οι γονείς αυτοί ανησυχούν και φοβούνται υπερβολικά για το παιδί τους και προσπαθούν να καλύψουν κάθε επιθυμία του πριν ακόμα αυτή εκφραστεί. «Βέβαια», διευκρινίζει, «η υπερπροστασία δεν ικανοποιεί κάποια πραγματική ανάγκη των παιδιών, αλλά την ανάγκη, την ανασφάλεια και τον φόβο των ίδιων των γονιών». Έτσι, καταλήγουν να υποκαθιστούν τα παιδιά τους στις υποχρεώσεις τους, κάνουν γι’ αυτά όσα θα μπορούσαν να καταφέρουν αν προσπαθούσαν μόνα τους και παίρνουν αποφάσεις βασισμένες στο «εγώ» τους.
Καταπιεσμένα παιδιά
Αυτού του είδους η γονεϊκή συμπεριφορά μπορεί να ναρκοθετήσει την ομαλή ψυχική και πνευματική ανάπτυξη ενός παιδιού. «Η τακτική των καταπιεστικών γονιών είναι να καταπνίγουν τις επιθυμίες των παιδιών· δεν τους δίνουν τα περιθώρια για πρωτοβουλία και αυτονομία και καταλήγουν στο μέλλον να διαμορφώσουν σχέσεις και χαρακτήρες εξαρτητικού τύπου» διευκρινίζει η παιδοψυχίατρος Βασιλική Θεμελή και προσθέτει, «επίσης οι καταπιεστικοί γονείς συχνά αποξενώνουν το παιδί από τον εξωτερικό κόσμο, κάνοντάς το αρκετά ντροπαλό, εσωστρεφές, μοναχικό, αυξάνοντας τις πιθανότητες στο μέλλον να γίνει ένας ενήλικας με δυσκολίες στην κοινωνική του συμπεριφορά ή να πέσει σε μια καταθλιπτικόμορφη κατάσταση».
Μήπως λοιπόν οι σημερινοί καταπιεστικοί-υπερπροστατευτικοί γονείς μεγαλώνουν τους αυριανούς καταθλιπτικούς ενηλίκους; Η παιδοψυχολόγος Ειρήνη Γρίβα θεωρεί ότι υπάρχει σχέση ανάμεσα στην καταπίεση στην παιδική ηλικία και στην εμφάνιση κατάθλιψης στην ενήλικη ζωή. «Η κατάθλιψη μπορεί να έρθει», σημειώνει, «όταν τα παιδιά δεν ζουν τη ζωή τους και δεν αποφασίζουν γι’ αυτή». Πότε μπορεί να συμβεί αυτό; Η κ. Γρίβα ξεχωρίζει τρεις περιπτώσεις: Οταν υπάρχουν γονείς αγχώδεις που καλλιεργούν τον φόβο και την ανασφάλεια στα παιδιά τους μέσα από τη δική τους υπερπροστατευτική συμπεριφορά και εμπλέκονται στη ζωή τους με σκοπό να τα προφυλάξουν και να τα κάνουν ευτυχισμένα, αποδυναμώνοντας έτσι τις επιθυμίες και σαμποτάροντας την οποιαδήποτε προσπάθεια του παιδιού για ανεξαρτησία. Με τον τρόπο αυτό το παιδί νιώθει αδύναμο και ανήμπορο και εκεί υπάρχει κατάλληλο έδαφος για να αναπτυχθεί η κατάθλιψη. Επίσης, όταν τα παιδιά βιώνουν συναισθηματική απαξίωση και καταπίεση. Εδώ έχουμε να κάνουμε με γονείς που μονοπωλούν με την αγάπη τους το ενδιαφέρον του παιδιού τους, επενδύοντας στις εξαρτητικές σχέσεις και περιμένουν τα παιδιά τους να τους την ανταποδώσουν, με αποτέλεσμα να τα εμποδίζουν να δημιουργήσουν οποιαδήποτε άλλη σχέση με οποιονδήποτε άλλο άνθρωπο.
Εχθρικοί γονείς
Τέλος, είναι οι γονείς που είναι εχθρικοί, κρίνουν αυστηρά τα παιδιά τους, δεν είναι ικανοποιημένοι με την απόδοσή τους και τα επαινούν πολύ σπάνια ή σχεδόν ποτέ. Οι γονείς αυτοί μεγαλώνουν μοναχικούς ενηλίκους με σοβαρά προβλήματα κοινωνικής και συναισθηματικής συμπεριφοράς, παιδιά που δεν ωριμάζουν, δεν αυτονομούνται, δεν νιώθουν σημαντικά και δεν διαθέτουν κοινωνικές δεξιότητες, έχουν μια αρνητική εικόνα για τον εαυτό τους, τον κόσμο και το μέλλον.
Ερευνα σε 100.000 Αμερικανούς φοιτητές διαπίστωσε ότι το 84% των ερωτηθέντων ένιωθε να μην αντέχει το βάρος των ευθυνών του, το 60,5% ήταν λυπημένο και το 57% μόνο. Αλλες έρευνες έχουν διαπιστώσει ότι τουλάχιστον το 10% των γονέων των πρωτοετών αναμειγνύεται ενεργά στην πανεπιστημιακή τους καθημερινότητα.
Συνηθισμένα λάθη γονέων
Δυστυχώς, το ποσοστό των καταπιεστικών/υπερπροστατευτικών γονιών είναι μεγάλο και ανάλογα συχνά είναι τα λάθη στα οποία υποπίπτουν. «Σε πολλές περιπτώσεις δεν σέβονται την προσωπικότητα του παιδιού και το θεωρούν κτήμα τους», εξηγεί η κ. Θεμελή. «Εξασκούν υπερβολική επίβλεψη, του στερούν τα δικαιώματά του, ταπεινώνουν τον εγωισμό του, με αποτέλεσμα το παιδί να νιώθει ανίκανο να κάνει οτιδήποτε. Μεγάλο λάθος είναι και η επιθυμία των γονιών το παιδί τους να είναι τέλειο, λόγω των μεγάλων προσωπικών ναρκισσιστικών αναγκών τους, με αποτέλεσμα να μη βλέπουν τις επιθυμίες του παιδιού, αλλά τις δικές τους», καταλήγει. «Οι γονείς αυτοί συχνά αναλαμβάνουν την ευθύνη για τις πράξεις των παιδιών τους και αυτό έχει ως αποτέλεσμα να τα αποκλείουν από το αυθεντικό βίωμα της εμπειρίας τους. Με αυτό τον τρόπο αναστέλλουν την ωρίμανσή τους και αποδυναμώνουν την αυτοπεποίθησή τους», συμπληρώνει η κ. Τορνάρη.
Οσο για το θέμα της προστασίας είναι προφανές ότι κανείς δεν μπορεί να προφυλάξει το παιδί του από κάθε κίνδυνο. Μάλιστα, η προσπάθεια να το κάνει αυτό κρύβει παγίδες, «μπορεί να ευνουχίσει το παιδί», επισημαίνει η κ. Γρίβα. «Ο φόβος του κινδύνου υπάρχει, όλοι οι γονείς αγχώνονται και φοβούνται για τα παιδιά τους. Το θέμα είναι πως εκφράζουν την ανησυχία τους. Αν είναι συνεχώς από πίσω τους και, για να διαχειριστούν το άγχος τους, φωνάζουν συνεχώς παρατηρήσεις, μην κάνεις αυτό, πρόσεχε εκεί, θα χτυπήσεις, όλο αυτό περνά στο παιδί ως μια μορφή καταπίεσης. Εναλλακτικά, μπορούμε να παρατηρούμε τα παιδιά, να είμαστε σε εγρήγορση και να τα καθοδηγούμε με ψυχραιμία».
Μεγαλώνοντας χαρούμενα παιδιά
«Θα προτιμούσα να σταματούσαμε να λέγαμε “θέλω το καλύτερο για το παιδί μου” και να δίναμε προτεραιότητα στο “θέλω το παιδί μου να είναι ευτυχισμένο, να χαίρεται τη ζωή του”», συμβουλεύει η Βασιλική Θεμελή, όταν της ζητάμε απάντηση στο ερώτημα πώς μπορούμε να μεγαλώσουμε παιδιά αυτόνομα, χαρούμενα, αυτάρκη. Η Ειρήνη Γρίβα προκρίνει «ένα σταθερό, χαρούμενο και υγιές οικογενειακό περιβάλλον για να “ανθίσουν” τα παιδιά». Προτού οι γονείς διαπαιδαγωγήσουν τα παιδιά τους, πρέπει να χτίσουν μια καλή σχέση μαζί τους, μια γόνιμη επικοινωνία. «Οταν το παιδί νιώθει ότι οι γονείς του το εμπιστεύονται, αναπτύσσει δεξιότητες που του επιτρέπουν να χειρίζεται τις καταστάσεις με σιγουριά και αισιοδοξία», προσθέτει. «Τα χαρούμενα παιδιά έχουν αυτοπεποίθηση. Για τον λόγο αυτό, οι γονείς πρέπει να οπλιστούν με υπομονή, να γελούν και να παίζουν με το παιδί τους και να μην ξεχνούν να το αγαπούν γι’ αυτό που είναι και όχι γι’ αυτό που θα ήθελαν να είναι».