Η παιδική ηλικία έχει μετατραπεί σε «τρέχουμε να προλάβουμε να φτιάξουμε βιογραφικό». Όμως δεν καλλιεργούμε επιθυμίες και πάθη όταν χτίζουμε βιογραφικό, συνήθως προσπαθώντας να προκαλέσουμε τις εντυπώσεις άλλων. Καλλιεργούμε πάθη όταν κάνουμε αυτό που αγαπάμε, ανεξάρτητα από την γνώμη των άλλων. Δεν αποτελεί έκπληξη το γεγονός ότι διάσημοι για την διάκρισή τους σε αυτό που αγαπούσαν συχνά αναφέρουν ότι είχαν μια απέχθεια για το σχολείο.
Τα στέλνουμε στο σχολείο από μικρά είτε τους αρέσει είτε όχι. Συνήθως πρέπει να βρίσκονται στην ίδια αίθουσα για αρκετές ώρες κάθε μέρα εκτός των διακοπών για περίπου 12 χρόνια, να υπακούσουν σε κανόνες, να ακολουθούν εντολές και να μαθαίνουν πράγματα τα οποία δεν τους ενδιαφέρουν. Αυτό που θέλουν πραγματικά τα παιδιά είναι να διασκεδάζουν, να παίζουν, να επικοινωνούν και να συναναστρέφονται κοινωνικά, να ανακαλύπτουν δραστηριότητες στην ύπαιθρο, να εξερευνούν και να δημιουργούν – και σπανίως τους επιτρέπεται να κάνουν κάτι από αυτά στο σχολείο. Όπως καταλαβαίνετε το σχολείο καταπιέζει τα παιδιά με διαφόρους τρόπους, κάτι που μετατρέπει τη ζωή τους σε μια άσχημη εμπειρία. Πώς να μην μισούν το σχολείο ;
Υποτίθεται ότι το σχολείο είναι το μέρος όπου τα παιδιά μαθαίνουν να σκέφτονται και να γίνονται σοφοί άνθρωποι ενώ στην πραγματικότητα τα αποτρέπει να αναπτύξουν την κριτική τους σκέψη. Εκεί, ένας άνθρωπος εξουσίας προσλαμβάνεται για μαθητές, οι οποίοι με την σειρά τους πρέπει χωρίς δεύτερη σκέψη να τον αποδεχτούν και να επαναλαμβάνουν σαν παπαγάλοι όσα τους διδάσκει. Οι μαθητές που το κάνουν αυτό, επιβραβεύονται με καλούς βαθμούς, ενώ όσοι επιλέξουν να σκεφτούν κάτι δικό τους διαφορετικό, «τιμωρούνται» με χαμηλούς βαθμούς ή με αποβολή.
Δεν διδάσκονται λοιπόν πώς να σκέφτονται αλλά τί να σκέφτονται και η διαφορά μεταξύ των δύο είναι τεράστια. Αντί να μαθαίνεις πώς να χρησιμοποιείς την λογική και να φτάνεις στα δικά σου συμπεράσματα μέσω της κριτικής σκέψης, το σχολείο εμποδίζει την ευστροφία γεμίζοντας το μυαλό τους με πληροφορίες που πρέπει να δεχτούν απλά πιστεύοντάς τις. Αποφοιτώντας, τους έχει γίνει κάτι σε πλύση εγκεφάλου που συχνά δεν τους ωθεί στο να μπορούν να κάνουν έξυπνες επιλογές στη ζωή τους και να διαπραγματευτούν τις προκλήσεις που συναντούν στο ταξίδι αυτό.
Όταν λοιπόν το σχολείο απαιτεί από το κάθε παιδί να κάνει τα ίδια στον ίδιο χρόνο, δεν καλλιεργεί επιθυμίες και πάθη. Δεν είναι δυνατόν όλα τα παιδιά στην αίθουσα να έχουν το ίδιο ενδιαφέρον για το ίδιο θέμα την ίδια χρονική στιγμή. Επιπλέον, με το να αντικαθιστά τα ενδογενή κίνητρα με εξωγενή κίνητρα όπως οι βαθμοί και τα τρόπαια, ενθαρρύνει τον εντυπωσιασμό των άλλων ή την κατάκτηση βραβείων ενώ δεν αφήνει χώρο να κυνηγήσει ένα πάθος του, του οποίου προϋπόθεση είναι η επικέντρωση σε αυτό που πραγματικά επιθυμεί.
Επιπλέον, προκαλεί φόβο απειλώντας τους μαθητές με αποτυχία ή ντρόπιασμα για κάποια συμπεριφορά παρουσία τρίτων. Ο φόβος παγώνει το μυαλό και το ωθεί σε αυστηρούς τρόπους σκέψεις που εκμηδενίζουν την πιθανότητα για εκδήλωση αυθόρμητου ενδιαφέροντος και επιθυμίας. Και φυσικά ο ασφαλέστερος τρόπος να φρενάρεις οποιαδήποτε πιθανό ενδιαφέρον πριν καν ξεμυτήσει είναι διδάσκοντας ότι υπάρχει μία σωστή απάντηση σε κάθε ερώτηση ή ένας σωστός τρόπος να κάνεις αυτό που πρέπει να κάνεις.
Κάτι βασικό. Διδάσκει στα παιδιά ότι η μάθηση είναι δουλειά και το παιχνίδι στην καλύτερη είναι ένα διάλειμμα από την μάθηση. Θεωρώ ότι οποιοσδήποτε έχει καταφέρει να καταπιαστεί σοβαρά επαγγελματικά με κάτι που αγαπάει, ξέρει ότι το παιχνίδι και η μάθηση και η δουλειά είναι ένα πράγμα.
Άρα, αν θέλουμε τα παιδιά μας να μεγαλώσουν με έντονα ενδιαφέροντα, πρέπει να βρούμε εναλλακτικές του σχολείου. Ή τουλάχιστον πρέπει να μειώσουμε τον ρόλο του σχολείου και των σχολικών δραστηριοτήτων στη ζωή τους και να αυξήσουμε σημαντικά τις ευκαιρίες να ανακαλύψουν και να κάνουν αυτό που τους αρέσει να κάνουν – δηλαδή, να παίζουν.
Όμως όλοι έχουμε ακούσει παιδιά να λένε ότι τους αρέσει το σχολείο. Συνήθως, υπό όρους. Δηλαδή αυτό που τους αρέσει είναι ότι θα συναντήσουν τους φίλους τους εκεί. Ή μπορεί να μην τους αρέσει το σχολείο αλλά η ώρα της γυμναστικής. Ή να αγαπούν την ώρα των αγγλικών ή των καλλιτεχνικών και όχι κάποιες άλλες ώρες. Έχουν λοιπόν λίγους και καλούς λόγους να τους αρέσει το σχολείο, συνήθως όμως λόγους μη-σχετικούς με τη βασική δομή του σχολείου.
Θεωρώ λοιπόν ότι δεν έχει νόημα να λέμε ότι τα παιδιά δεν έχουν κίνητρο να πάνε στο σχολείο και να συμμετέχουν. Το πρόβλημα είναι τα κίνητρα που δίνει το ίδιο το σχολείο για αυτά που πρέπει να κάνει ένα παιδί εκεί. Κι αυτό επιδέχεται βελτίωσης. Οι έρευνες δείχνουν ότι τα παιδιά, ανεξαρτήτως ηλικίας, καταγωγής ή τόπου διαμονής, θέλουν να νοιώθουν ότι ανήκουν στο σχολείο. Θέλουν να νοιώθουν κομμάτι του και οτιδήποτε κάνουν εκεί να έχει αξία για αυτά, αλλά και για τους γονείς και τους δασκάλους τους.
Ξέρουμε ότι ένα παιδί δένεται με το σχολείο όταν έχει τακτική παρουσία, όταν σκέφτεται ότι του κάνει καλό και νοιώθει ότι οι άνθρωποι στο σχολείο δίνουν αξία σε όσα έχει ο ίδιος να προσφέρει. Αφελώς θεωρούμε ότι μπορούμε να κάνουμε τα παιδιά να φέρονται, να σκέφτονται και να νοιώθουν ενταγμένα προσφέροντάς τους γιορτές, πάρτι και εντυπωσιακά παιχνίδια. Δεν λένε αυτό οι έρευνες. Αυτό που πραγματικά θέλουν είναι έναν δάσκαλο που τα χαιρετάει με το όνομά τους και την επιβεβαίωση ότι αυτό που μαθαίνουν θα κάνει τη ζωή τους καλύτερη. Σε μερικά σχολεία είναι προτεραιότητα, σε άλλα όχι. Και όταν δεν υπάρχει, τα παιδιά βρίσκουν τα δικά τους κίνητρα για να πάνε στο σχολείο. Ένα τέτοιο είναι οι τσακωμοί και η ακατάλληλη συμπεριφορά εντός της αίθουσας, ας πούμε. Τα παιδιά μπορούν να κάνουν διάφορα για να σπάσουν την μονοτονία της τάξης και να μπορέσουν να αντέξουν το σχολείο. Μερικές από τις στρατηγικές επιβίωσης είναι να πηγαινοέρχονται στο καλάθι των σκουπιδιών, να λένε πράγματα της φαντασίας τους, να γελάνε ή να αποφεύγουν να κάνουν αυτό που δεν θέλουν. Οι δάσκαλοι αυτό το θεωρούν κακή διαγωγή. Έτσι απλά. Προφανώς κανείς δεν αναρωτήθηκε αν το σχολείο έχει ενδιαφέρον για τα παιδιά. Δεν κάθισε στην θέση του και αναρωτήθηκε αν βλέπει και πολύ ουσία στο να μάθει να διαβάζει στα 5 ή 6 του χρόνια.
Κλείνοντας θέλω να τονίσω ότι όλη τη δουλειά για την δέσμευση του παιδιού με το σχολείο δεν μπορούμε να περιμένουμε να την κάνουν μόνο τα σχολεία. Όσο πιο πολύ ασχολούνται οι γονείς με τα παιδιά και το σχολείο τους, τόσο πιο πιθανό είναι τα παιδιά να αισθάνονται ότι ανήκουν εκεί. Πριν συμπεράνετε όμως ότι οι βαθμοί του παιδιού βελτιώνονται επειδή νοιώθουν καλά και ότι ανήκουν στο σχολείο, καλύτερα να θυμηθείτε ότι δεν είναι πάντα έτσι τα πράγματα. Μέσω ερευνών γνωρίζουμε ότι τα παιδιά που νοιώθουν ότι ανήκουν στο σχολείο πάνε πιο συχνά αλλά όχι ότι οι βαθμοί τους είναι καλύτεροι. Οι βαθμοί είναι μία πτυχή από αυτό που παίρνουν από το σχολείο. Έχουν πολλές άλλες ανάγκες να καλύψουν όπως η ανάγκη τους να καθοδηγηθούν από ενήλικες, η ρουτίνα και η επιβεβαίωση ενός δομημένου περιβάλλοντος, η επαφή με φίλους και οι κοινωνικές δεξιότητες και τα μαθήματα ζωής που πρέπει να μάθουν, όπως πώς να λύνουν προβλήματα και πώς να αγωνίζονται για τα δικαιώματά τους. Κι εδώ ανοίγει ένα άλλο θέμα για το οποίο ελπίζω να μου δοθεί σε δεύτερο χρόνο η ευκαιρία να γράψω για αυτό.
Για την επαναπλαισίωση του εκπαιδευτικού μας συστήματος.
Πρακτικά και όχι θεωρητικά σαφώς.