Απολαύστε τα παιδιά σας – μην αφήνετε τις στιγμές να χάνονται γιατί έχετε δουλειές
«Απολαύστε τα παιδιά σας» διάβαζα στα περιοδικά για νέες μαμάδες και ήθελα τόσο μα τόσο να το κάνω, αλλά δεν μου έβγαινε στην πράξη. Βίωνα μία καθημερινότητα μαρτυρική: δούλευα ένα πλήρες δεκάωρο, είχα δύο παιδιά με τρία χρόνια διαφορά μεταξύ τους, το σπίτι ήταν πάντα ακατάστατο, τα ρούχα μας βρόμικα ή ασιδέρωτα, και εγώ ένιωθα διαρκώς κουρασμένη με μία κούραση που άγγιζε την εξάντληση. Δεν απολάμβανα τίποτα. Γκρίνιαζα… Γκρίνιαζα για τις μύξες τους, γκρίνιαζα για τον χυμό που είχε πέσει στο πάτωμα, γκρίνιαζα που τα κυνηγούσα στην παιδική χαρά, γκρίνιαζα που είχα διαρκώς μαγείρεμα, γκρίνιαζα που χαλούσαν την τάξη στο δωμάτιό τους, γκρίνιαζα το βράδυ που τα έβαζα για ύπνο. Δεν προλάβαινα να απολαύσω, γιατί γκρίνιαζα… Και είχα δίκιο που γκρίνιαζα. Είχα κουραστεί. Ένιωθα πως δεν είχα τον έλεγχο στο σπίτι, ένιωθα πως έμεναν πάντα εκκρεμότητες που δεν κατάφερνα να διευθετήσω, ένιωθα ανεπαρκής, ένιωθα άσχημη και απεριποίητη, ένιωθα πως έδινα τα πάντα και σε αντάλλαγμα δεν έπαιρνα παρά κλάματα, απίθανες απαιτήσεις, πείσματα, αντίσταση, αμφισβήτηση. Το μεγάλωμα των παιδιών μού φάνταζε σαν απαιτητικό καθήκον, που ρουφούσε σαν βαμπίρ την ενέργειά μου, αφήνοντας με εξουθενωμένη.
Μια μαμά απαντά στην ερώτηση : «Μα τι κάνεις όλη μέρα στο σπίτι;»
Για ποια απόλαυση μιλούσαν οι άλλες;
Ναι, τα αγαπούσα τα παιδιά μου, δε θα τα άλλαζα με τίποτα… Τα αγκάλιαζα και έλιωνα από αγάπη, αλλά αυτή η υπέροχη αίσθηση έμοιαζε να έχει σκληρό τίμημα.
Και τότε, ένα απόγευμα, στα πλαίσια της δουλειάς μου, έτυχε να επισκεφτώ ένα σπίτι. Μου άνοιξε μία γυναίκα λυγερόκορμη και αιθέρια, με ένα χαμόγελο υγείας και χαράς, με μία φωνή κελαρυστή που φανέρωνε ψυχική και σωματική ξεκούραση. Το ίδιο το σπίτι φάνταζε παραμυθένιο. Πολύχρωμοι τοίχοι, κολλημένες ζωγραφιές στους τοίχους, μία φωτογραφία του παιδιού σε διαστάσεις αφίσας – η ωραιότερη φωτογραφία που είχα δει στη ζωή μου- παιχνίδια σπαρμένα παντού, αυτοσχέδια κάστρα και μία ινδιάνικη σκηνή στην μέση. Το παιδί με περίμενε με τα τεράστια μάτια του γεμάτα χαρούμενη προσμονή. Κι ας ήταν καθηλωμένο σε αναπηρική πολυθρόνα…