Έχω πολλές αναμνήσεις από την παιδική μου ηλικία, Κάποιες είναι όμορφες και μαρτυρούν μια φυσιολογική ζωή: οι ατελείωτες ώρες παιχνιδιού με τον αδερφό μου και τους φίλους μου, οι απογευματινές βόλτες στην πλατεία και αργότερα στο εμπορικό κέντρο της περιοχής με την παρέα μου…
Όμως στην πλειονότητα των αναμνήσεών μου πρωταγωνιστεί η εικόνα ενός σπιτιού που βράζει… Οι πιο ζωντανές μνήμες που έχω από παιδί περιλαμβάνουν τη μητέρα μου να μου ουρλιάζει, να με προσφωνεί με ταπεινωτικούς χαρακτηρισμούς και να με εξευτελίζει με κάθε ευκαιρία. Α, κάποιες φορές και να χειροδικεί σε εμένα και τον αδερφό μου. Για να φτάσει βέβαια στο σημείο να το κάνει αυτό, σήμαινε ότι ήταν εκτός εαυτού, ότι δεν μπορούσε να ελέγξει με τίποτα το θυμό της. Συγκεκριμένα, όταν θύμωνε μαζί μου, μου φώναζε δυνατά χρησιμοποιώντας επίτηδες λέξεις και φράσεις που ήξερε ότι θα με πληγώσουν.
Η πρώτη τέτοια ανάμνηση που έχω είναι στα πέντε μου έτη. Ετοιμαζόμασταν να πάμε στον παιδίατρο, αλλά εγώ δεν μπορούσα να βρω πουθενά το ένα μου παπούτσι. Όταν το είπα στη μητέρα μου, εκείνη άρχισε να ωρύεται ότι το έχασα επίτηδες έτσι ώστε να μην μπορώ να πάω στο γιατρό. Στο δρόμο προς το ιατρείο συνέχισε να μου λέει ότι είμαι ίδια ο διάβολος και ότι όλες μου οι πράξεις το αποδεικνύουν.
Στην τετάρτη δημοτικού πήγα σε καινούριο σχολείο. Το πρώτο τρίμηνο δεχόμουν bullying. Όταν το εκμυστηρεύτηκα στη μητέρα μου, η πρώτη της αντίδραση ήταν να με ρωτήσει τι είχα κάνει και τους ανάγκασα να μου κάνουν bullying. Ήταν η πρώτη φορά που άρχισαν να πιστεύω ότι δεν ήμουν το ίδιο καλή σαν τα άλλα παιδιά. Και κουβαλούσα αυτό το συναίσθημα ότι δεν αξίζω σε όλη την ενήλικη ζωή μου και ακόμα και σήμερα μάλιστα παλεύω να το νικήσω.
Μια μέρα ενός καλοκαιριού πριν πάω γυμνάσιο, έφτιαχνα ένα παζλ όταν χτύπησε το τηλέφωνο του σπιτιού μας. Ήταν μια φίλη μου. Επειδή δεν ήθελα να διακόψω αυτό που έκανα, ζήτησα από τη μητέρα μου να τη ρωτήσει αν μπορώ να την πάρω λίγο αργότερα γιατί ήμουν απασχολημένη. Το έκανε και όταν έκλεισε το τηλέφωνο ήρθε με φόρα στο δωμάτιο μου και μου είπε ότι φερόμουν σαν σκύλα και ότι έτσι δεν θα έκανα ποτέ φίλους. Ακόμα με πληγώνει αυτή η συμπεριφορά που είχε απέναντί μου τότε.
Ως έφηβη, μου δόθηκε η ευκαιρία να προπονηθώ με την ομάδα συγχρονισμένης κολύμβησης με σκοπό τη συμμετοχή μου σε διεθνές τουρνουά. Αυτό με είχε ενθουσιάσει. Ήταν ένα μεγάλο μου όνειρο. Η μητέρα μου όμως αρνήθηκε την πρόταση. Όταν τη ρώτησα το λόγο, μου είπε ότι δεν είχε χρόνο για χάσιμο.
Αυτά τα περιστατικά συνέβαιναν πολύ συχνά. Εκείνη μου ούρλιαζε θυμωμένη και με εξευτέλιζε όποτε της δινόταν η παραμικρή ευκαιρία. Όλο αυτό αποτελούσε μέρος της καθημερινότητάς μου. Το μόνο θετικό στη απαράδεκτη συμπεριφορά της μητέρας μου ήταν ότι όταν εξοργιζόταν δεν μου μιλούσε για λίγες μέρες. Αυτή η ησυχία από μέρους της λειτουργούσε λυτρωτικά για εμένα. Παρ΄όλα αυτά, την αγαπούσα τη μητέρα μου και ξέρω ότι και εκείνη με αγαπούσε. Έκανε πολλές θυσίες τόσο για μένα όσο και για τον αδερφό μου για να μας παίρνει αυτά που θέλαμε και για να κάνουμε διακοπές.
Όμως το πρόβλημα γινόταν πολύ έντονο όταν θύμωνε. Μου φερόταν όπως της φερόταν και η γιαγιά της. Πάντα με απογοήτευε το ότι δεν προσπάθησε να γίνει καλύτερη από εκείνη. Τελικά βρήκα παρηγοριά στα ναρκωτικά προς το τέλος του γυμνασίου, αλλά κατάφερα να τα σταματήσω όταν τελείωσα το λύκειο. Τότε όμως ξεκίνησα το αλκοόλ.
Στα είκοσί μου ξεκίνησα ψυχοθεραπεία και πολύ γρήγορα μου συστήθηκε να επισκεφτώ ψυχίατρο. Τα τελευταία 25 χρόνια ξεκινάω και σταματάω τις συνεδρίες και τη φαρμακευτική θεραπεία. Αυτή τη στιγμή που γράφω αυτές τις γραμμές βρίσκομαι σε περίοδο που παίρνω αγχολυτικά και αντικαταθλιπτικά φάρμακα και είμαι πολύ ικανοποιημένη με τον θεραπευτή μου αλλά και με τον εαυτό μου. Κάθε μέρα για μένα είναι μια καινούρια μάχη για να κερδίσω την αυτοπεποίθησή μου. Κάθε μέρα παλεύω να πιστέψω ότι δεν είμαι το άτομο που έλεγε η μητέρα μου ότι είμαι. Η μεγαλύτερη όμως μάχη είναι που προσπαθώ παράλληλα με το δικό μου πρόβλημα να χτίσω σωστά την αυτοπεποίθηση των παιδιών μου. Ως μαμά προσπαθώ να μην χάνω την ψυχραιμία μου με τα παιδιά εστιάζοντας στα λάθη τους. Προσπαθώ να μην τους φωνάζω, να μην τα χτυπάω και να μην είμαι κακιά σαν τη μητέρα μου. Όταν θυμώνω πολύ για κάποιο λόγο, απλώς φροντίζω να πάρω λίγο χρόνο για να σκεφτώ πιο λογικά και ψύχραιμα. Γιατί φοβάμαι μην αρχίσω να χάνω τον έλεγχο κι εγώ όπως η μητέρα μου και σημαδέψω την ψυχή των παιδιών μου…
Γιάννα Μ.