Τα αδέλφια μοιράζονται πολλά, και μάλιστα χωρίς να το έχουν επιλέξει: σπίτι, παιχνίδια, γονείς και άλλους συγγενείς και κυρίως την αγάπη, την προσοχή και την αποδοχή τους.
Αδελφική σχέση: μια σχέση ‘δοτή’ και όχι επιλογής, ωστόσο καθοριστική και -αναγκαστικά- παντοτινή. Τα αδέλφια μοιράζονται πολλά, και μάλιστα χωρίς να το έχουν επιλέξει: σπίτι, παιχνίδια, γονείς και άλλους συγγενείς και κυρίως την αγάπη, την προσοχή και την αποδοχή τους.
Ωστόσο, επειδή έτυχε να γεννηθούν στην ίδια οικογένεια, από τους ίδιους γονείς, δεν σημαίνει ότι θα πρέπει -ή ότι μπορούν- να έχουν συνεχώς καλή σχέση μεταξύ τους.
Όλα τα αδέλφια καβγαδίζουν κάποιες φορές.
Πιο συχνά αυτά που έχουν μικρή διαφορά ηλικίας ή είναι του ίδιου φύλου, καθώς έχουν περισσότερα να μοιραστούν και να συγκρίνουν, παρόμοιες ανάγκες, δικαιώματα και υποχρεώσεις και υπάρχει μεγαλύτερος ανταγωνισμός μεταξύ τους.
Και το κάνουν για τους ίδιους λόγους που τσακώνονται και οι μεγάλοι: το καθένα θέλει να γίνει το δικό του εκείνη ακριβώς τη στιγμή, βλέπει μόνο τη δική του πλευρά, θυμώνει όταν δεν αποκτά αυτό που θέλει, θέλει να αλλάξει και να υποχωρήσει μόνο ο άλλος, επιδιώκει να προσελκύσει την προσοχή, είναι κουρασμένο, εκνευρισμένο ή θυμωμένο για άλλους λόγους…
Τελικά, τα αδέλφια είναι διαφορετικοί άνθρωποι και είναι φυσιολογικό πολλές φορές να διαφωνούν.
Οι καβγάδες των παιδιών, ιδίως όταν είναι συχνοί και έντονοι, πολλές φορές προβληματίζουν, κουράζουν ή οδηγούν σε απόγνωση τους γονείς.
Ειδικά όταν συμβαίνουν μπροστά σε άλλους, στον ‘έξω κόσμο’, μπορούν να τους φέρουν σε πολύ δύσκολη θέση και αμηχανία. Έτσι, οι περισσότεροι γονείς νιώθουν επιτακτικά την ανάγκη να επέμβουν, να κάνουν κάτι για να σταματήσουν τις διαμάχες και να βοηθήσουν τα παιδιά να βελτιώσουν τη σχέση τους.
Το πρώτο -και απαραίτητο- βήμα είναι να κατανοήσουμε ότι δεν μπορούμε να επιβάλλουμε στα παιδιά μας (όπως και σε κανέναν άλλον άνθρωπο) πώς να σκέφτονται ή να νιώθουν το ένα για το άλλο, παρά μόνο -σε κάποιο βαθμό- πώς να συμπεριφέρονται, δηλαδή ποιες αντιδράσεις τους δεν επιτρέπονται και με ποιες θετικές και αποδεκτές μπορούν να τις αντικαταστήσουν.
Η απαίτηση – υποχρέωση ‘να αγαπάς το αδελφάκι σου’ μόνο ενοχές μπορεί να δημιουργήσει. Αντίθετα, είναι σημαντικό να δείξουμε στα παιδιά ότι και τα αρνητικά συναισθήματα είναι φυσιολογικά και αποδεκτά, ενθαρρύνοντάς τα να τα εκφράσουν με τρόπους που δεν πληγώνουν τους άλλους.
Τι μπορείτε να κάνετε για την εξομάλυνση των σχέσεων μεταξύ των παιδιών σας:
Βοηθήστε τα να βλέπουν και να καταλαβαίνουν και την άλλη πλευρά (τι σκέφτεται και πώς νιώθει το αδελφάκι τους για το αντικείμενο του καβγά) και να δείχνουν σεβασμό, ακόμα κι αν δεν συμφωνούν. Τα παιδιά λόγω της ηλικίας τους είναι πολύ ‘εγωκεντρικά’ πλάσματα και δυσκολεύονται να μπουν στη θέση του άλλου.
Μάθετέ τους να διεκδικούν αυτά που θέλουν με κατάλληλο τρόπο και δείξτε τους πιο αποδεκτούς τρόπους έκφρασης του θυμού, της απογοήτευσης, της ζήλιας, της δυσαρέσκειας και άλλων αρνητικών συναισθημάτων, ώστε να μην τα εκφράζουν μέσα από καβγάδες. Τονίστε τους ότι τα ίδια τα συναισθήματα, όσο αρνητικά κι αν είναι, δεν είναι κακά. Κακός και μη αποδεκτός μπορεί να είναι μόνο ο τρόπος με τον οποίο τα εξωτερικεύουν, δηλαδή η συγκεκριμένη συμπεριφορά.
Προσπαθήστε να επικεντρώνεστε στις θετικές συμπεριφορές των παιδιών σας και να τις επιβραβεύετε όταν εμφανίζονται. Μην περιμένετε να μαλώσουν για να τα τιμωρήσετε, πείτε τους ‘μπράβο’ όταν συνεργάζονται αρμονικά, μοιράζονται τα παιχνίδια τους, παίζουν ήσυχα κ.λπ. Μην αγνοείτε τις καλές συμπεριφορές γιατί θα τις… εξαφανίσετε. Οι συμπεριφορές των παιδιών τις οποίες προσέχουν οι γονείς είναι αυτές που τελικά εμφανίζονται συχνότερα, ενώ αυτές που αγνοούν ή δεν τις παρατηρούν μειώνονται.
Εξηγήστε τους με όσο το δυνατόν μεγαλύτερη σαφήνεια ποιες συμπεριφορές τους θεωρείτε αποδεκτές και ποιες όχι. Μη δίνετε αόριστες και σύνθετες εντολές που δεν μπορούν να ακολουθήσουν (π.χ. η οδηγία ‘να παίζετε όμορφα’ δεν λέει και πολλά πράγματα, καλύτερα πείτε ‘να μη φωνάζετε, να μοιράζεστε τα παιχνίδια, να μην πετάτε πράγματα ο ένας στον άλλον, αν διαφωνήσετε να έρθετε να μου το πείτε’ κ.λπ.).
Καταστρώστε ένα σχέδιο δράσης εκ των προτέρων, ώστε να ξέρετε -και να το ξέρουν και τα παιδιά σας- τι θα κάνετε όταν καβγαδίζουν έντονα. Προκαθορίστε ποιες θα είναι οι συνέπειες – ‘τιμωρίες’ (π.χ. στέρηση βόλτας και τηλεόρασης κ.λπ.) και ενημερώστε τα.
Να είστε συνεπείς με τις συνέπειες που καθορίσατε. Η τιμωρία πρέπει να είναι υπόσχεση και όχι απειλή -δηλαδή να πραγματοποιείται πάντα.
Δώστε έμφαση στον αυτοέλεγχο των παιδιών: η ‘καλή’ συμπεριφορά είναι επιλογή τους, όπως και το να υποστούν τις συνέπειες της ‘κακής’ συμπεριφοράς τους. Ας διαλέξουν.
Να επαινείτε ή να επιπλήττετε τη συγκεκριμένη συμπεριφορά, όχι το ίδιο το παιδί: μη λέτε: ‘δεν είσαι καλό παιδί’, αλλά ‘αυτό που έκανες δεν είναι καλό’. Είναι σημαντικό να μη νιώθουν τα παιδιά ότι τα απορρίπτουμε, ακόμα κι αν δεν μας αρέσει η συμπεριφορά τους.
Γενικότερα, είναι σημαντικό να ενισχύετε την αυτοεκτίμηση των παιδιών σας ώστε να νιώθουν καλά με τον εαυτό τους, καθώς και να έχετε ισότιμη αντιμετώπιση απέναντί τους, να σέβεστε την προσωπικότητα και τη διαφορετικότητά τους.
Μην ξεχνάτε ποτέ ότι είναι ξεχωριστά άτομα, με ιδιαιτερότητες, διαφορετικές ανάγκες και ικανότητες, επομένως δεν μπορείτε να απαιτείτε να έχουν πάντα την ίδια συμπεριφορά, επίδοση κ.λπ.
Προσπαθήστε να μην ενισχύετε τον ανταγωνισμό μεταξύ τους, την αντιζηλία και τα μειονεκτικά συναισθήματα που μπορεί να νιώθουν, συγκρίνοντάς τα διαρκώς και επιδιώκοντας να κάνουν τα ίδια πράγματα και να αποδίδουν ανάλογα.
iatronet
Εαν σας άρεσε το άρθρο,πατήστε Share… και μοιραστείτε το με τους φίλους σας