Τα έθιμα ακολουθούν, έστω και μ’ ένα συντηρητικότερο ρυθμό, τις κοινωνικές και πολιτιστικές αλλαγές κάθε τόπου. Κάποια παλιά έθιμα μπορεί να έχουν “σβήσει” ή να έχουν αναπροσαρμοστεί, αλλά η τάση του ανθρώπου να δημιουργεί νέα έθιμα χαρακτηρίζει σταθερά τη ζωή και τις κοινωνικές εκδηλώσεις του. Ας δούμε μαζί κάποια έθιμα και παραδόσεις, που χαρακτήριζαν στο παρελθόν το θεσμό της βάπτισης στη χώρα μας. Κάποια ξεχάστηκαν, κάποια άλλαξαν, κάποια καταργήθηκαν, κάποια παρέμειναν, κάποια αποτελούν έμπνευση για το μέλλον…
Ανάδοχος
Σημαντικός στη βάπτιση είναι ο ρόλος του αναδόχου,“ο οποίος κρεμά”, όπως έλεγαν στην Κρήτη, “το παιδί στο λαιμό του”, αναλαμβάνει δηλαδή, μαζί με τους γονείς του παιδιού, το καθήκον της χριστιανικής ανατροφής του. Στην προετοιμασία για το βάπτισμα, δεσπόζουν οι εξορκισμοί και οι τελετές της απόταξης του διαβόλου και της σύνταξης του νεοφώτιστου με το Χριστό. Ο ανάδοχος αποκηρύσσει το σατανά στραμμένος προς τη δύση, που συμβολίζει το βασίλειο του σκότους, ενώ απαγγέλλει το σύμβολο της Πίστεως στραμμένος προς την ανατολή, που συμβολίζει το Χριστό, ο οποίος είναι το αληθινό φως.
Βάπτισμα
Το Μυστήριο του Βαπτίσματος αποτελεί την είσοδο του ανθρώπου στην Εκκλησία. Με το βάπτισμα το νήπιο αποκαθαίρεται από το προπατορικό και κάθε προσωπικό αμάρτημα μέσω του νερού, το οποίο συμβολίζει το αίμα του Ιησού Χριστού. Η βύθιση στο νερό συμβολίζει την είσοδο του πιστού στην Εκκλησία. Στα πρώτα χριστιανικά χρόνια κοινή πρακτική ήταν η βάπτιση σε ώριμη ηλικία, αφού προηγουμένως γινόταν η κατήχηση, η διδασκαλία δηλαδή των αρχών της χριστιανικής πίστης. Αργότερα, λόγω του μεγάλου ποσοστού παιδικής θνησιμότητας, υιοθετήθηκε ο νηπιοβαπτισμός και αντί του βαπτιζόμενου βρέφους στην ομολογία πίστης προβαίνει ο νονός, συμβολή του οποίου είναι η ύστερη κατήχηση του νέου μέλους της Εκκλησίας.
Γονείς
Σε πάρα πολλά σημεία της Ελλάδας, η βάπτιση γινόταν χωρίς την παρουσία των γονιών του παιδιού, οι οποίοι περίμεναν στο σπίτι τη χαρμόσυνη αναγγελία του ονόματος. Συνήθως η γιαγιά του μωρού, κυρίως η μητέρα του γαμπρού, ή η μαμή πήγαιναν το μωρό στην εκκλησία. Μόλις ο νονός ή η νονά έλεγε το όνομα του μωρού, όλοι οι πιτσιρικάδες του χωριού έτρεχαν στα σοκάκια για να πουν στους γονείς το όνομα. Ο πρώτος που έφτανε στους γονείς έπαιρνε καλό φιλοδώρημα σε χρήματα της εποχής. Οι υπόλοιποι δέχονταν κεράσματα (καραμέλες, καρύδια, κάστανα, χαλβά ή λουκούμια). Όσο τα παιδιά έτρεχαν, από την εκκλησία ξεκινούσε μια πομπή με τους υπόλοιπους καλεσμένους. Επικεφαλής ήταν ο ιερέας και ακολουθούσε ο νονός ή η νονά με το βαφτισμένο μωρό. Με την άφιξη της πομπής η μητέρα παραλάμβανε από το νονό ή τη νονά το μωρό της, αφού πρώτα φιλούσε το χέρι του ιερέα κι έκανε τρεις μετάνοιες μπροστά τους. Ακολουθούσαν κεράσματα της εποχής, που ήταν συνήθως περιποιημένες πίτες, τα γνωστά “μπουρέκια”.
Δεισιδαιμονίες
Κατά την παράδοση, μετά τη βάπτιση, η μητέρα δεν έπρεπε να ξεπλύνει το παιδί από το λάδι. Εξαίρεση αποτελούσε φυσικά η τοπική πλύση για λόγους υγιεινής. Μετά από τρεις ημέρες, η μητέρα μπορούσε να πλύνει το βρέφος, αλλά έπρεπε να κρατήσει το νερό, το οποίο θα πετούσε είτε στη θάλασσα, είτε σε απάτητο χώμα. Σε κάποια μέρη το χρησιμοποιούσαν, για να ποτίσουν λουλούδια ή φυτά.
Στη Μικρά Ασία και στη Ρόδο, τρεις μέρες μετά τη βάπτιση, στο σπίτι του νεοφώτιστου γινόταν ένα γλέντι μόνο για τις γυναίκες, όπου η νονά έβγαζε το λάδι από το μωρό. Κατά τη διάρκεια του “ξελαδώματος” η νονά έβαζε ένα αυγό στο νερό, για να είναι ατελείωτες οι μέρες του μωρού, όπως και το αυγό δεν είχε αρχή και τέλος. Οι υπόλοιπες γυναίκες έριχναν μέσα στη σκάφη του μωρού χρήματα, για να είναι αγαπητό όπως το χρήμα, λέγοντας η καθεμιά τις ευχές της. Κάποια έθιμα απαιτούσαν το παιδί να μην κουρευτεί μέχρι τη βάπτισή του. Ακόμα και τα νύχια του που κόβονταν πριν τη βάπτιση, έπρεπε να φυλαχτούν και να ριχτούν στην κολυμπήθρα.
Ελαιόλαδο
Στο βάπτισμα, λίγο πριν την τριπλή κατάδυση και ανάδυση από το νερό, ο βαπτιζόμενος αλείφεται με λάδι από τον ιερέα σε ορισμένα μέλη του σώματος και από το νονό ή τη νονά σε όλο το σώμα. Το λάδι, που συγκρατεί και μεταφέρει τη φώτιση στο βαπτιζόμενο, είναι και το βασικό υλικό για την παρασκευή του Άγιου Μύρου, με το οποίο ο ιερέας χρίζει το νεοφώτιστο, για να του μεταδώσει τη χάρη του Αγίου Πνεύματος. Η βαθύτερη σημασία της άλειψης με λάδι κατά τη στιγμή της βάπτισης, είναι να τονιστεί η έννοια του αγώνα του βαπτιζόμενου μετά το βάπτισμα. Επιπλέον, σημαίνει το έλεος και τη χάρη του Θεού, καθώς και τη δύναμη που λαμβάνει ο νεοφώτιστος ενόψει των πνευματικών αγώνων για την τελείωσή του. Η επάλειψη ολόκληρου του σώματος συμβολίζει την ανάπλαση και την αναδημιουργία του ανθρώπου μέσω του βαπτίσματος.
Ζάχαρη
Η βάφτιση ήταν πάντα μια γλυκιά αφορμή για άφθονη κατανάλωση ζάχαρης από μικρούς, αλλά και από μεγάλους… Αμυγδαλωτά πασπαλισμένα με άχνη, κουλούρες στολισμένες με ζαχαρωτά, ζαχαρωμένοι ξηροί καρποί, καραμέλες, σιμιγδαλένιος χαλβάς, γλυκές κολοκυθόπιτες, λουκούμια, λουκουμάδες, ζαχαρωμένα λουλούδια, γλυκά του κουταλιού, μπακλαβάδες, δίπλες, παστέλια, παξιμάδια σκεπασμένα με κοπανιστή ζάχαρη και βέβαια γλυκά κουφέτα…
Στη Χίο, μετά τη λήξη του μυστηρίου, αν γινόταν στην εκκλησία, όλος ο κόσμος μαζί με τον παπά, το ψάλτη και τους γονείς συνόδευαν το νεοφώτιστο στο σπίτι, όπου γινόταν το “γλυκό κέρασμα”. Πρώτα η σουμάδα, μετά το λικέρ με σοκολατάκια και κουφέτα, μετά τα γλυκά και τα κοπανισμένα στραγάλια με τη ζάχαρη για τους γέρους… Και όλα αυτά μαζί με μπόλικο ρακί.
Ημερομηνία
Το μυστήριο γινόταν σχεδόν πάντα Κυριακή, μετά τη Θεία Λειτουργία και το παρακολουθούσαν όλοι οι εκκλησιαζόμενοι. Σε πολλά χωριά της Πίνδου, πριν χρονίσει το μωρό και πριν ακόμα περπατήσει, αποφάσιζαν για τη βάφτισή του. Η ειδοποίηση του νονού ήταν μέσα στις πρώτες φροντίδες, για να ετοιμαστεί και να καθοριστεί και η ημερομηνία.
Στη Ρόδο συνήθιζαν κάποτε να βαπτίζουν τα μωρά όταν ήταν δεκαπέντε περίπου ημερών και άλλοτε όταν ήταν δύο ή τριών μηνών. Την Τετάρτη πριν τη βάπτιση οι γιαγιάδες του καλούσαν τους συγγενείς και φίλους της οικογένειας δίνοντάς τους ψωμί.
Στην Κάρπαθο τα παλαιότερα χρόνια το παιδί βαπτιζόταν στις 8 ημέρες από την γέννησή του. Τώρα μεσολαβεί ένα άλλο έθιμο, περισσότερο στη κάτω Κάρπαθο, “τα εφτά”. Μετά δηλαδή από 7 ημέρες από τη γέννηση του παιδιού και χωρίς ιδιαίτερη πρόσκληση, οι συγγενείς του νεογέννητου μαζεύονται στο σπίτι του και παίρνουν μέρος στην τελετή των εφτά ημερών. Γυναίκες και κορίτσια τυλίγουν το παιδί μέσα σε μεταξωτές κουβέρτες και κάνοντας ένα είδος κούνιας κρατώντας τες με τα χέρια, κουνούν το μωρό και τραγουδούν διάφορα τραγούδια στο σκοπό του νανουρίσματος. Μετά από τις ευχές οι συγγενείς τρώνεαλευρά (ένα είδος πηκτού χυλού με μέλι και βούτυρο) και στη συνέχεια ντύνουν το παιδί φορώντας του, αν είναι αγόρι ένα πουκάμισο του πατέρα ή αν είναι κορίτσι ένα εσώρουχο της μητέρας. Μετά βάζουν το παιδί πάνω σε ένα μεγάλο τραπέζι και πετάνε πάνω σ’ αυτό τα διάφορα δώρα που προσφέρουν οι συγγενείς, ενώ βάζουν πάνω στο παιδί χρυσά ρολόγια, βραχιόλια και κολαΐνες (χρυσά νομίσματα με θηλειές δεμένα το ένα κοντά στο άλλο).
Θεία Κοινωνία
Παλαιότερα, ο νονός ή η νονά συνόδευαν τους γονείς και το νεοφώτιστο στην εκκλησία, όπου το μωρό ντυμένο με τα βαπτιστικά του κοινωνούσε τρεις συνεχόμενες Κυριακές μετά τη Βάπτιση. Οι γονείς έφερναν μαζί και τη λαμπάδα του παιδιού, την οποία κάθε φορά άναβαν για όση ώρα βρίσκονταν στην εκκλησία. Την τρίτη φορά έβγαζαν το στολισμό από το κερί, γιατί έπρεπε να αφήσουν τη λαμπάδα στην εκκλησία.
Ιερό Μυστήριο
Στην κυρίως τελετή της βάπτισης τα βασικότερα σημεία είναι: ο καθαγιασμός του νερού, η επάλειψη του βαπτιζομένου με λάδι, η τριπλή κατάδυση στο νερό, το χρίσμα, η τριχοκουρία, η ένδυση και ο κύκλος γύρω από την κολυμπήθρα. Η τελετή στο σύνολό της, καθώς και τα υλικά που χρησιμοποιούνται, κρύβουν βαθύτατους συμβολισμούς! Το νερό αποτελεί το βασικό στοιχείο του βαπτίσματος. Η τριπλή βύθιση στο νερό στο όνομα της Αγίας Τριάδος σημαίνει τη συμμετοχή του στο θάνατο και την Ανάσταση του Χριστού. Το νερό γίνεται μέσο ψυχικού καθαρμού, “λουτρόν παλιγγενεσίας”, μέσα στο οποίο θάπτεται ο παλαιός άνθρωπος και από το οποίο εξέρχεται αναγεννημένος ο νέος άνθρωπος, ο χριστιανός. Ο σταυρός που δίνεται στο νεοφώτιστο είναι η σφραγίδα του Χριστού και συμβολίζει το πνεύμα της θυσίας και της αυταπάρνησης, που συνεπάγεται η αποδοχή της χριστιανικής ζωής. Η λαμπάδα είναι σύμβολο του φωτός του Χριστού, το οποίο στο εξής ο νεοφώτιστος θα πρέπει να σκορπίζει στον κόσμο με την παρουσία και τη ζωή του. Τέλος, η τριχοκουρία (κόψιμο των μαλλιών) σημαίνει, ότι πλέον ο νεοφώτιστος ανήκει στο Θεό, είναι αφιερωμένος σ’ Αυτόν. Παραδοσιακά, τα μαλλιά των μωρών δεν έπρεπε να κοπούν πριν τη βάπτισή τους.
Κουμπάρος
Στο νομό Πέλλας, όταν το μωρό γινόταν σαράντα ημερών, ο πατέρας ρωτούσε τον κουμπάρο, αν ήθελε να βαπτίσει το μωρό. Για να τον καλέσουν, έπαιρναν μια λαμπάδα και μια πετσέτα και πήγαιναν να του πουν ποια μέρα θα γινόταν η βάφτιση. Την ημέρα της βάπτισης ο κουμπάρος έφερνε στην εκκλησία δύο κουβάδες ζεστό νερό. Το μωρό ερχόταν με κάποιον συγγενή και εκεί το έπαιρνε ο κουμπάρος, αφού του έδινε λεφτά. Η μητέρα δεν πήγαινε στην εκκλησία. Την ώρα της βάπτισης όλοι έριχναν λεφτά στη κολυμπήθρα. Ο κουμπάρος έλεγε το όνομα του παιδιού, που δεν το ήξερε κανείς, και τα παιδιά έτρεχαν στη μητέρα για να της το πουν. Σ’ όποιο παιδί έφτανε πρώτο η μητέρα του έδινε περισσότερα λεφτά από τ’ άλλα. Μετά το τέλος της βάπτισης οι καλεσμένοι σήκωναν τον κουμπάρο ψηλά και φώναζαν “άξιος” και οι συγγενείς, αντί για μπομπονιέρες, μοίραζαν λεφτά και σταυρουδάκια. Ο κουμπάρος έφερνε το μωρό στο σπίτι και η μητέρα γονάτιζε τρεις φορές και του φιλούσε το χέρι για να το πάρει. Όταν έφευγε από το σπίτι ο κουμπάρος, πήγαινε απ’ την κούνια του μωρού, το φιλούσε και του έριχνε λεφτά.
Στα περισσότερα μέρη, για το πρωτότοκο παιδί νονός ήταν πάντοτε ο κουμπάρος που είχε στεφανώσει το ανδρόγυνο. Γι’ αυτό και στη Χίο στο τραπέζι του γάμου λεγόταν το ακόλουθο τετράστιχο: “Κουμπάρε που στεφάνωσες, κι έσμιξες το ζευγάρι, να σ’ αξιώσει ο Θεός, να βάλεις και το λάδι.”
Λευκά ρούχα
Ο νονός σύμφωνα με την παράδοση της Εκκλησίας αγόραζε λευκά ενδύματα για το μωρό που θα βάπτιζε. Τα λευκά ρούχα, που ονομάζονταν και “εμφώτεια” ή “φωτίκια”, συμβόλιζαν τη λαμπρότητα της ψυχής, τον εσωτερικό φωτισμό, το φως και το κάλλος του Χριστού, που ενδύθηκε ο νεοφώτιστος. Το λευκό συμβόλιζε επίσης την καθαρότητα και τη φωτεινότητα της ψυχής του βαπτισθέντος.
Μαρτυρικά
Στο νησί της Λέσβου τα βαφτίσια ήταν πάντα ένα χαρμόσυνο γεγονός για τους γονείς του παιδιού και τους συγγενείς και συνήθως γιορταζόταν με φαγοπότι και ολονύχτιο γλέντι. Όταν τελείωνε η τελετή της βάφτισης, ο νονός στην αυλή της εκκλησίας γέμιζε τις χούφτες του με νομίσματα και τα σκόρπιζε στον αέρα, για να τα πάρουν τα συγκεντρωμένα παιδιά. Αν το νεοφώτιστο είχε μεγαλύτερα αδέρφια, τους έδινε το δικό τους νόμισμα στο χέρι. Η κίνηση αυτή γινόταν για τη“μαρτυρία”. Σήμερα τη θέση των νομισμάτων έχουν πάρει τα σταυρουδάκια που δίνονται στον κόσμο, τα γνωστά “μαρτυρικά”. Στις μέρες μας, μετά το τέλος της βάφτισης, οι γονείς μοιράζουν στους καλεσμένους κάποιο γλυκό, συνήθως αμυγδαλωτά. Οι μπομπονιέρες έχουν προηγηθεί με το κάλεσμα.
Νονός
Κατά την Ορθόδοξη Εκκλησία, ο νονός, που θεωρείται ο πνευματικός πατέρας του παιδιού, δεν επιτρέπεται να βαφτίσει παιδιά διαφορετικού φύλου. Ταυτόχρονα, η εκκλησία μας απαγορεύει την τέλεση γάμου σε ένα ζευγάρι, το οποίο είχε τον ίδιο νονό. Στο παρελθόν ο ρόλος του νονού ήταν ουσιαστικός και οπωσδήποτε δεν περιοριζόταν στο να αγοράσει κάποια δώρα στο παιδί στις γιορτές. Ο νονός αναλάμβανε την υποχρέωση να κατηχήσει το παιδάκι, όταν αυτό άρχιζε να καταλαβαίνει, στη χριστιανική πίστη και ζωή.
Ξεροτήγανα
Η συνταγή για τα ξεροτήγανα συνδυάζει τα κύρια παραδοσιακά προϊόντα της κρητικής κουζίνας: μέλι, πορτοκάλι, ελαιόλαδο. Βυζαντινής καταγωγής, αυτό το γλύκισμα προσφερόταν και προσφέρεται σε βαπτίσεις, αλλά και γάμους.
Υλικά
- 2 φλιτζάνια του τσαγιού αλεύρι
- 1 κουταλάκι αλάτι
- 1,5 φλιτζάνι ελαιόλαδο
- 0,5 φλιτζάνι χυμός πορτοκαλιού
- 3 κουταλιές της σούπας νερό
- 0,5 φλιτζάνι λάδι
- 1 φλιτζάνι ζάχαρη
- Τριμμένα καρύδια
- Κανέλα σε σκόνη και ολόκληρη
- Σουσάμι
- Δύο μοσχοκάρφια
Εκτέλεση
Σε μια γαβάθα ανακατεύουμε το αλεύρι, το αλάτι, το χυμό του πορτοκαλιού, δύο κουταλιές λαδιού και το νερό, μέχρι να έχουμε μια σφιχτή ζύμη. Σκεπάζουμε και αφήνουμε το μείγμα να ξεκουραστεί για μια ώρα. Στη συνέχεια, απλώνουμε τη ζύμη σε στρώσεις λεπτές σα χαρτί, πάνω σ’ ένα τραπέζι αλευρωμένο από πριν και κόβουμε φέτες περίπου 10Χ15 εκατοστών. Βάζουμε το υπόλοιπο λάδι να ζεσταθεί και μόλις κάψει, ρίχνουμε σ’ αυτό μία – μία τις φέτες. Παίρνουν έτσι διάφορα σχήματα. Τις βγάζουμε, μόλις ροδίσουν ελαφρά. Τέλος, απλώνουμε τις φέτες της ζύμης σε μια πιατέλα με απορροφητικό χαρτί, για να ρουφήξει το λάδι και τις περιχύνουμε με το σιρόπι (για το σιρόπι: βάζουμε σε μια κατσαρόλα το μέλι, τη ζάχαρη, το φλιτζάνι νερό, ένα κομμάτι κανέλα και 2 μοσχοκάρφια. Αφαιρούμε τον αφρό που βγαίνει στο βράσιμο), τα καρύδια, το σουσάμι και τη σκόνη κανέλας.
Ονοματοδοσία
Στην πραγματικότητα η βάπτιση δεν πρέπει να ταυτίζεται με την ονοματοδοσία. Η αναφορά του ονόματος του βαπτιζόμενου υπάρχει στη βάπτιση (όπως και σε άλλες ακολουθίες) και δηλώνει, ότι για το Θεό κάθε ένας από εμάς είναι ένα πρόσωπο για το οποίο Εκείνος ενδιαφέρεται ξεχωριστά. Δεν είναι η βάπτιση ο τρόπος για να αποκτήσει το παιδί ένα όνομα.
Η Εκκλησία έχει ευχή ονοματοδοσίας, που συνήθως διαβάζεται οκτώ μέρες μετά τη γέννηση -μπορεί και αργότερα- και το όνομα του παιδιού μπορεί να αναφέρεται και πριν από τη βάπτιση.
Όμως, ας δούμε τι γίνεται στην ελληνική παράδοση, που θέλει το πρώτο παιδί του ζευγαριού να “κληρονομεί” το ένα όνομα εκ των δυο γονέων του συζύγου. Σε πολλά χωριά, ακόμη και σήμερα ακολουθείται πιστά το έθιμο, ιδίως για τα αγόρια που θεωρείται ότι “συνεχίζουν” το όνομα της οικογένειας, καθώς στην αντίθετη περίπτωση μπορεί να δημιουργηθούν ακόμη και έριδες μεταξύ των δυο οικογενειών. Για ευνόητους λόγους, κρίνεται σκόπιμο να αποφεύγεται το παιδί να φέρει ίδιο όνομα με τους γονείς του.
Παστέλι
Στη Σίφνο, τη Ρόδο και την Κάσο το παστέλι είναι συνδεδεμένο με τα μυστήρια του γάμου και της βάπτισης. Ανήκει στην ειδική κατηγορία των “τραγανών παστελιών”, δηλαδή στη σύστασή του υπερισχύει το σουσάμι (περίπου 60% σουσάμι και 40% μέλι). Στη Ρόδο, όπου ονομάζεται μελεκούνι, καρυκεύεται με κύμινο και κανέλλα. Στην Κάσο, προστίθενται μερικές φορές και καρύδια στο μείγμα. Στην Άνδρο, την Τήνο και τα Κουφονήσια σερβίρεται πάνω σε φύλλα λεμονιού. Στην Αμοργό προσθέτουν κύμινο.
Ας δούμε, όμως, μια παραδοσιακή συνταγή της Ελένης Αντ. Τρούλλου από το βιβλίο “Λιχουδιές της Σίφνου”:
Υλικά
- 1 κιλό μέλι Σίφνου
- 1.200 γραμμάρια σουσάμι
Εκτέλεση
Βάζουμε το μέλι στη φωτιά σε μεγάλη πλατιά κατσαρόλα. Το ανακατεύουμε συνέχεια με ξύλινη κουτάλα, για να μην πιάσει. Όταν αρχίζει να δένει, ρίχνουμε το σουσάμι και συνεχίζουμε να ανακατεύουμε. Για να είμαστε σίγουροι πως έχει δέσει και είναι έτοιμο το υλικό, παίρνουμε ένα ποτηράκι με νερό και στάζουμε μέσα μια σταγόνα με ένα κουταλάκι. Αν δε διαλυθεί η σταγόνα αμέσως, τότε είναι έτοιμο το παστέλι. Όσο περισσότερο ψήνεται, παίρνει μια ωραία μυρωδιά και διατηρείται περισσότερο χρονικό διάστημα, χωρίς να αλλοιωθεί. Ετοιμάζουμε ένα μεγάλο τραπέζι ή ένα φαρδύ μάρμαρο, αλείφουμε με βούτυρο και απλώνουμε το υλικό. Το δουλεύουμε απ’ όλες τις πλευρές του, ώσπου ν’ αρχίσει να κρυώνει, για να του δώσουμε το τελικό του σχήμα. Μ’ έναν πλάστη δουλεύουμε καλά το παστέλι και το στρώνουμε, για να έχει το πάχος που θέλουμε. Σ’ ένα πιατάκι βάζουμε κόκκινο γλυκό κρασί και βουτάμε τα χέρια μας, για να του δώσουμε το σχήμα και το πάχος που θέλουμε και να γίνει ομοιόμορφο. Την τελική μορφή τη δίνουμε με τον ξύλινο πλάστη. Όταν κρυώσει τελείως, το κόβουμε σε μικρά κομμάτια.
Ρούχα
Σε πολλά μέρη της Ελλάδας, οι μητέρες των νεοφώτιστων φρόντιζαν με προσοχή τα ρούχα και τις πετσέτες, που χρησιμοποιήθηκαν στο μυστήριο. Συνήθως, τα ρούχα που ήταν βρεγμένα με το λάδι, το αγιασμένο νερό της κολυμπήθρας και με τα υπολείμματα του Αγίου Μύρου, τα έπλεναν με ξεχωριστή φροντίδα πρώτα σε ποτάμι ή θάλασσα (όπου αυτό ήταν δυνατό) και μετά στο σπίτι. Επίσης, φρόντιζαν το νερό που χρησιμοποιούσαν να μη χυθεί σε ακάθαρτο τόπο.
Συχαρίκια
Σε πολλά χωριά της χώρας μας οι γονείς του παιδιού παρέμεναν στο σπίτι. Ο νονός ή νονά έδιναν στο παιδί όποιο όνομα ήθελαν, χωρίς να ρωτήσουν τους γονείς. Συνήθως, όμως, έδιναν το όνομα του παππού ή της γιαγιάς (των γονιών του πατέρα) στο πρώτο παιδί, ενώ στο δεύτερο παιδί έδιναν όνομα από τους γονείς της μητέρας. Βέβαια, επειδή στο παρελθόν οι οικογένειες αποκτούσαν πολλά παιδιά, σπάνια υπήρχε πρόβλημα στην επιλογή του ονόματος. Όσο ο ιερέας διάβαζε στο Νάρθηκα το πρώτο μέρος της ακολουθίας, τα μικρά παιδιά, ηλικίας 8 – 12 χρόνων, περίμεναν με αγωνία να ακούσουν το όνομα του παιδιού. Δεν προλάβαινε ν’ αποτελειώσει το όνομα η νονά και οι νεαροί έφευγαν σαν αστραπή από την εκκλησία για να πάνε στο σπίτι, να πουν τα “συχαρίκια” στους γονείς. Εκεί ο πατέρας έδινε χρήματα στα παιδιά -το μεγαλύτερο, βέβαια, ποσό το έπαιρνε ο πρώτος- και η μητέρα τα κερνούσε γλυκά.
Τηγανίτες
Αν βρεθείτε στη Σκύρο παραμονές κάποιας βάφτισης, θα διαπιστώσετε ότι η πρόσκληση δε γίνεται με το κλασικό τυπωμένο προσκλητήριο με την αναγγελία του χαρμόσυνου γεγονότος. Από το πρωί οι γυναίκες του σπιτιού ετοιμάζουν τις τηγανίτες, που πρέπει να προσφέρονται φρέσκες. Οι γονείς του παιδιού που θα βαφτιστεί, περνάνε από κάθε σπίτι του χωριού και προσφέρουν τηγανίτες με μέλι, σε ένα πιάτο τυλιγμένο σε καθαρό πανί. Το έθιμο θέλει, οι προσκαλεσμένοι να επιστρέψουν το πιάτο άπλυτο.
Υποχρεώσεις
Οι υποχρεώσεις του νονού ξεκινούσαν πριν τη βάπτιση. Σύμφωνα με την παράδοση, ο νονός έπρεπε να δώσει το λάδι στον ιερέα που θα τελούσε το μυστήριο τρεις ημέρες πριν τη βάπτιση, για να το ευλογήσει. Ο νονός ήταν εκείνος που όφειλε να αγοράσει τα απαραίτητα για τη βάπτιση: τη λαμπάδα, δύο μικρές πετσέτες και μια μεγάλη, ένα μπουκάλι ελαιόλαδο, σαπούνι, λαδόπανα, τα ρούχα και τα παπούτσια του μωρού και φυσικά τον σταυρό του. Ωστόσο, οι υποχρεώσεις του νονού δεν τελείωναν με το τέλος του μυστηρίου. Αρχικά, η παράδοση ήθελε το νονό να συνοδεύει το μωρό στην εκκλησία τις τρεις πρώτες Κυριακές μετά τη βάπτιση. Επίσης, τρεις ημέρες μετά το μυστήριο ο νονός έπρεπε να κάνει το πρώτο μπάνιο του μωρού στο σπίτι. Επιπλέον, εκείνος φρόντιζε για τη λαμπάδα και το δώρο του Πάσχα, για τα δώρα των Χριστουγέννων, των γενεθλίων και της ονομαστικής εορτής του παιδιού. Σε κάποια άλλα, πιο φτωχά μέρη της Ελλάδας, ο νονός μετά τη βάπτιση φρόντιζε μόνο για τη λαμπάδα και όταν το παιδί συμπλήρωνε τα 6 χρόνια του, τότε ερχόταν η ώρα για τα “φουντούκια”. Στην ορεινή Ναυπακτία τα φουντούκια ήταν παπούτσια και μια καλή φορεσιά, τα οποία ο νονός τα πρόσφερε τις παραμονές του Πάσχα. Οι γονείς του παιδιού για να τον ευχαριστήσουν, του έδιναν για δώρο ένα αρνάκι ή ένα κατσικάκι ή μια κουβέρτα.
Φλουριά
Κατά τη διάρκεια της ακμής της Οθωμανικής αυτοκρατορίας στην ελληνική επικράτεια, οι νονοί αντί του βαπτιστικού σταυρού (που έχει καθιερωθεί τα σύγχρονα χρόνια) έδιναν την ημέρα της βάπτισης στο νεοφώτιστο ή τη νεοφώτιστη ολόχρυσα φλουριά. Οι Έλληνες, αλλά και άλλων εθνοτήτων, χρυσοχόοι τα κατασκεύαζαν και τα φιλοτεχνούσαν κατά παραγγελία του νονού. Ας μην ξεχνάμε, ότι τους προηγούμενους αιώνες και μέχρι τις αρχές του 20ού αι. τα κοσμήματα κατασκευάζονταν μόνο κατά παραγγελία από πλούσιους και επιφανείς πολίτες, που είχαν την δυνατότητα να πληρώσουν το χρυσό ή τους πολύτιμους λίθους, που απαιτούνταν για την περίτεχνη κατασκευή τους. Τα φλουριά κατασκευάζονταν κυρίως από χρυσό Κ22-24, καμιά φορά από χαμηλόβαθμο χρυσό (Κ9-12) και σπανιότερα από αλλά μέταλλα (π.χ. χαμηλόβαθμο ασήμι 400-500 βαθμών ή κεχριμπάρι), εάν το εισόδημα του αγοραστή ήταν χαμηλό. Στα πρώτα μεταβυζαντινά χρόνια τα φλουριά αναπαριστούσαν τα περίφημα “Κωνσταντινάτα” ή άλλα νομίσματα του Βυζαντίου με χριστιανικές παραστάσεις (του Χριστού ή της Παναγίας). Μετέπειτα, όταν η φιλοτέχνηση του βαπτιστικού δώρου είχε πλέον καθιερωθεί ως αυτόνομη τεχνική χρυσοχοΐας, αναπαριστούσαν τελετουργικές παραστάσεις από το χριστιανισμό, όπως η Γέννηση, η Βάπτιση και η Ανάσταση του Χριστού, ο Ευαγγελισμός της Θεοτόκου, η Αγία Τριάδα, η Παναγία καθήμενη σε θρόνο, κ.ά. Πολύ σπάνια οι χρυσοχόοι αναπαριστούσαν χριστιανικά νομίσματα της δύσης (π.χ. δουκάτα της Βενετίας, τα περίφημα “τσεκίνι”). Τα σχήματα αυτών ήταν γεωμετρικά (κύκλος, ρόμβος, τετράγωνο, με κορύφωση τα ομορφότερα και σπανιότερα “αμυγδαλωτά”, όπως οι παλιότεροι ήθελαν να ονομάζουν τα βαπτιστικά φλουριά, που είχαν το σχήμα του “αμυγδάλου”, το σχήμα του ματιού ή το δάκρυ).
Χρίσμα
Το Χρίσμα είναι η ευωδιά του Χριστού και η σφραγίδα της δωρεάς του Αγίου Πνεύματος. Μαζί με το Βάπτισμα τελείται από τον ιερέα και το μυστήριο του Χρίσματος του βαπτιζομένου με Άγιο Μύρο. Απαρχή αυτού του Μυστηρίου αποτελεί η κάθοδος του Αγίου Πνεύματος“εν είδει περιστεράς” την ώρα της Βάπτισης του Χριστού. Ο Χριστός δε χρίστηκε με μύρο ή με λάδι, αλλά με το νοητό μύρο του Πνεύματος. Γι’ αυτό υπάρχει στην Εκκλησία η ιερή συνήθεια να τελείται το μυστήριο του Χρίσματος, με το οποίο ο νεοφώτιστος λαμβάνει τη “σφραγίδα της δωρεάς του Αγίου Πνεύματος” και γίνεται “κεχρισμένος”, δηλαδή αληθινά χριστιανός, αφού φέρει τη σφραγίδα του Αγίου Μύρου, το ορατό σημείο του Πνεύματος.
Ψωμί
Στο Θρακιώτικο λαϊκό πολιτισμό το ψωμί, ως σύμβολο ευτυχίας και ευημερίας, προσφέρεται σε όλες τις οικογενειακές χαρές. “Μπουγανίκια” και ”κάκανα”(κουλούρια) έφτιαχναν σε πολλά μέρη της Θράκης για τα νεογέννητα. “Δουντόπιτα” για το πρώτο δόντι του παιδιού, “στρατόπιτα” για το πρώτο περπάτημά του. Στις βαφτίσεις μοίράζαν γλυκά παξιμάδια, ενώ με περιποιημένο ψωμί οι μάνες της Σαμοθράκης ανταπέδιδαν τα δώρα, που έστελνε ο νονός στο παιδί της την παραμονή των Φώτων τα τρία πρώτα χρόνια. Στο Σουφλί μετά τη γέννηση του παιδιού, μια γυναίκα έκανε μπογάτσες και έστελνε μια στη νονά ως ανακοίνωση της γέννησης, για να προετοιμαστούν για τη βάπτιση. Η βάπτιση του παιδιού γινόταν την πρώτη εβδομάδα της γέννησής του. Η ειδοποίηση της νονάς γινόταν ως εξής: η μαμή έβαζε εκ μέρους της λεχώνας σε ένα δίσκο μια γαλατόπιτα, μια κουλούρα, μια μερίδα φαγητό, ένα μπουκάλι κρασί και πήγαινε στη νονά ή στο νονό, ειδοποιώντας για τη βάπτιση. Η νονά έκοβε ένα κομμάτι πίτα, ένα κομμάτι κουλούρα κι έβαζε σε δικό της πιάτο φαγητό και στο ίδιο μπουκάλι δικό της κρασί και τα έδινε στη μαμή με τον ίδιο δίσκο να τα πάει στη λεχώνα.
Ωτία
Τα ωτία είναι γνωστά ως φιογκάκια. Τα φτιάχνουν οι Πόντιοι σε βαπτίσεις, αλλά και σε γάμους.
Ας δούμε τα υλικά για περίπου 40 κομμάτια:
Υλικά
- 1 κούπα γιαούρτι
- Μισή κούπα λάδι ή βούτυρο λιωμένο
- 3/4 κούπας ζάχαρη
- 3 αβγά
- 1 κουταλάκι σόδα ή 2 κουταλάκια μπέικιν πάουντερ
- Μισό κουταλάκι αμμωνία διαλυμένη σε 2 κουταλιές γάλα
- Μισό κιλό αλεύρι για όλες τις χρήσεις
- Ζάχαρη άχνη για το πασπάλισμα
Εκτέλεση
Ανακατεύουμε σ’ ένα μεγάλο μπολ όλα τα υλικά εκτός από το αλεύρι. Ρίχνουμε σε δόσεις το αλεύρι και ζυμώνουμε ελαφρά, για να πετύχουμε μια ζύμη απαλή και μαλακιά, που δε θα κολλάει στα δάχτυλα. Την ανοίγουμε σε αλευρωμένη επιφάνεια, σε φύλλο με πάχος 0,5 εκ. και μ’ ένα κουπ-πατ την κόβουμε σε ρόμβους. Κάνουμε στο κέντρο κατά μήκος του ρόμβου μια σχισμή, χωρίς να φτάσουμε ως τις άκρες. Πιάνουμε τη μια κορυφή του ρόμβου και την περνάμε μέσα από τη σχισμή, να βγει από την άλλη πλευρά. Αφού ετοιμαστούν όλα, τα τηγανίζουμε σε μπόλικο καυτό λάδι. Όταν ροδίσουν, τα βγάζουμε με τρυπητή κουτάλα και τα ακουμπάμε σε απορροφητικό χαρτί κουζίνας, για να στραγγίσει το λάδι. Πασπαλίζουμε με άχνη ή τα σερβίρουμε περιχύνοντάς τα με μέλι.