Χωρίς να το θέλω… μεγάλωσα.

Χωρίς να το θέλω… μεγάλωσα.

megalosa

Τυφλοί είμαστε. Προχωρούμε με τα τυφλωμένα μας μάτια. Πέρα από τους ωκεανούς, ένα φως, το φως της αυγής, οι πρώτες αχτίδες, μας καθοδηγούν. Δεν τις βλέπουμε, μα τις νιώθουμε. Αυτός ο αγώνας, για μία ζωή. Συναντήσεις, συναντήσεις. Πόσοι άνθρωποι! Ψυχές..

[babyPostAd]Χωρίς να το θέλω, μεγάλωσα. Κάποτε, έφτιαχνα λασπότουρτες και τις πασπάλιζα με αλεύρι: η ζάχαρη άχνη από πάνω. Ήμουν, δημιουργός. Πόση χαρά είχα με τις λασπότουρτές μου! Δεν περιγράφεται!! «Κουζινικά». Ειδικά εκείνη τη στιγμή που από πάνω τις πασπάλιζα με τη ζάχαρη-αλεύρι-άχνη. Έπεφτε από το σουρωτήρι σαν χιόνι. Δημιουργούσε ωραίους σχηματισμούς, πάνω στο καφέ. Έχωνα μετά την παλάμη μέσα-τι απόλαυση ανάμεσα στα δάχτυλα-τι μαλακή λασπότουρτα! και την κατέστρεφα με την ίδια ηδονή που μόλις πριν από λίγο την είχα «μαγειρέψει». Η λάσπη έμενε στα νύχια.

H γραφειοκρατία του τοκετού….

Μέσα, ήταν η μαμάκα. Τότε, έφτιαχνε βυσσινάδα. Ήταν η εποχή που τρώγαμε βανίλια υποβρύχιο τα καλοκαίρια, με το μεγάλο κουτάλι της κουζίνας. Πέφταμε με την αδελφή μου στα κρεβάτια για ύπνο, με την τηλεόραση στη μέση αναμμένη και παίζαμε «Μπιπ»: ποιος θα προλάβει πρώτος να βρει τι διαφημίζει η διαφήμιση.’80’s. Στο μέσα δωμάτιο ξέραμε ότι θα κοιμούνται, η μαμά και ο μπαμπάς.

Δεν υπήρχε σκοπός, όταν ξεκίναγε η μέρα. Απλώς, πέρναγε. Συχνά τα απογεύματα πηγαίναμε στο «Γρηγόρη», το μπακάλικο της γειτονιάς και παίρναμε παγωτό «πατούσα» ή «μπανάνα»-αυτά με τη λεπτή στρώση σοκολάτας στην κορυφή. Άλλοτε, πακοτίνια ή δρακουλίνια. Τα μοιραζόμασταν με φίλους.

Η μαμά τα μεσημέρια φώναζε: «πήγαινε να πάρεις ψωμί!» καi πόσο κουραστική αγγαρεία φάνταζε αυτό! «Είναι δική σου σειρά, εγώ πήγα χτες». «Όχι, εσύ να πας γιατί εγώ είχα πάει δύο φορές συνεχόμενα την προηγούμενη εβδομάδα, είναι δική σου σειρά», τέτοια λέγαμε, η αδελφή μου κι εγώ.

Γυρνούσαμε την τηλεόραση να βλέπει έξω και καθόμασταν όλοι στην αυλή βλέποντας «Μακγάιβερ». Είχε επιστρέψει ο μπαμπάς απ’τη δουλειά, και μόλις του είχε βάλει η μαμά να φάει. Μετά, έφερνε και το «καρπούζι για όλους». Βάζαμε και «φιδάκι» για τα κουνούπια. Μερικές νύχτες ακούγαμε τα βατράχια να κοάζουν απ’ τα μακριά.

Το καλύτερο όμως από όλα ήταν, οι βόλτες με τα ποδήλατα. Ήμασταν παιδομάνι. «Θα πάμε Κεραία;». Η Κεραία ήταν…μια απλή κεραία της ΔΕΗ, που σηματοδοτούσε, σαν τύπου πύργος του Άιφελ, την περιοχή. Ήταν το σημείο αναφοράς και προσανατολισμού: πόση ώρα είσαι απ΄ την Κεραία; Πού είμαι; (βλέμμα στον ουρανό)-α! να η Κεραία. Ουφ, ευτυχώς, δεν χάθηκα.

Αφού αφήναμε τον κεντρικό δρόμο με τα αυτοκίνητα, μπαίναμε στο «δρόμο της Κεραίας». Αυτός πήγαινε, ουυυ μακριά, ως το Καπανδρίτι. Αλλά το καλύτερο ήταν ο δρόμος του γυρισμού, γιατί υπήρχαν πολλοί δρόμοι ν’ ανακαλύψεις, πολλά δρομάκια και χωμάτινα μονοπάτια ανάμεσα στα χωράφια για να γυρίσεις. Διάλεγες στη στιγμή, όποιο σου έκανε κέφι καλύτερα. Και όποιος σ’ ακολουθούσε.

Πάνω ακόμα στα ποδήλατα κόβαμε ταχύτητα, προσπαθώντας να ισορροπήσουμε αποχαιρετιόμασταν. Και έσπαγε η παρέα. Ο καθένας στο σπίτι του. Γιατί μας περίμεναν. «Να έχετε γυρίσει μέχρι τις εφτάμισι-οχτώ το αργότερο». Υπακούγαμε τις εντολές των γονιών. Ήμασταν «καλά παιδιά».

Εκείνη η ηλικία τώρα κάπου κοιμάται μέσα μου. Ενήλικας. Τι άχαρη ηλικία! Πρόγραμμα, ευθύνες ,σκοποί, επιδιώξεις, προσδοκίες..Πόσο έχει παραγεμίσει το μυαλό! Πόσο έχει χιλιοπονέσει η ψυχή και κρατιέται τώρα σκληρή, συμπαγής, είτε επιφυλακτική, είτε φοβισμένη. Είμαστε, παραγεμισμένοι. Κάθε πληροφορία σκανάρεται και αμέσως ταξινομείται σ’ ένα γνωστικό κουτί που ήδη προϋπάρχει. Καθόλου κενός χώρος, για να μείνει μια εμπειρία αταξινόμητη, καθαρή. Παραγεμίσαμε, γαμώτο!

Είμαστε η «έτοιμη» εκδοχή του εαυτού μας. Ένα μάτσο κουτιά και κανονικότητες και συστήματα. Ουφ! Τι κουραστικό! Γιατί όλα να πρέπει να είναι σε τάξη; Γιατί κάθετί πρέπει να μπαίνει σε μια κανονικότητα;

Νομίζω, γιατί δεν υπάρχει χώρος κενός πια. Έτσι, πρέπει να στριμωχτεί κάπου η καινούρια εμπειρία.

Πώς γίνεται να ανοίξουμε νέο χώρο; Ή αυτό θα πει να είσαι ενήλικας; Ότι, πας να «λήξεις»; Ότι μέρα με τη μέρα σου μειώνεται ο χώρος; : « Σας απομένει 30% στο σκληρό δίσκο». Και όταν φτάσει 100%, πεθαίνεις;

Τώρα πια υποφέρω από αϋπνίες. Περπατώ όμως στο δρόμο και νιώθω τα βήματά μου. Νιώθω πώς το σώμα μου συντονίζεται για να κάνει την κίνηση και είμαι ευγνώμων γι αυτό. Ξέρω, ότι είμαι τυχερή που μπορώ και περπατάω.

Κατεβαίνω στο κέντρο της Αθήνας με τα πόδια, αν είναι καλή η μέρα και έχει ήλιο. Νοέμβριος. Περπατώ μέσα στο ανώνυμο πλήθος των συμπολιτών μου. Όλοι κάπου πάνε. Ανάμεσά τους, κάπου πάω και εγώ. Δεν τους ξέρω, αλλά είμαι μέρος τους. Όλοι μαζί είμαστε το μελίσσι των Αθηνών. Μας βλέπω από ψηλά σαν μινιατούρες, τα ανθρωπάκια που σβουρίζουνε πέρα-δώθε. «Λίγο κενό χώρο, μου δίνετε παρακαλώ;» Μπα. Ένας ενήλικας, δεν κοιτάζει για κενούς χώρους, ένας ενήλικας έχει σκοπό. Έχει στόχο. Ουφ, τόσοι στόχοι, τόση κατάθλιψη! Ρε παιδιά, πού πάμε; , που πάμε; Ε! Άσε μας και εσύ στην ησυχία μας, πάμε, πάμε, τι σε νοιάζει που πάμε; , πάμε!

Προχωρούμε τυφλοί με σκοπό στους γνώριμους δρόμους.

Και στο 100%, 100%. Αυτό ήταν! Τι θες κι εσύ και ρωτάς;

Τι θέλω κι εγώ και ρωτάω; Σάμπως διαφέρω κατά πολύ; «’ΕΪ, Παιδιά! Πόσος χώρος απομένει σε σένα; Και σε εσένα; Και σε εσένα;»

Αχ και να μπορούσα να αφήσω μια εμπειρία αταξινόμητη, έστω και μια φορά ακόμα πριν τα 100! Αχ και να μπορούσα να την αφήσω να μπει και να παραμείνει καθάρια..Σαν ένα άσπρο σύννεφο που απλά στέκεται αμέριμνο σ’ έναν μπλε ουρανό. Δεν ξέρει για πόσο θα συνεχίσει να υπάρχει. Όταν μένει, μένει και στολίζει τον ουρανό, χωρίς σκοπό. Απλά δημιουργήθηκε τώρα εκεί και στέκεται, κατάλευκο, περήφανο, με το ακριβές δαντελωτό του περίγραμμα, βαμβακερό, πλούσιο, σφύζει από συννεφο-υγεία, είναι σύννεφο με τα όλα του!

Τέτοια εμπειρία, τυφλοί-αχ αυτοί οι γνώριμοι δρόμοι!-συννεφάκια μου στα μηχανικά σου πόδια η τριβή χιλιοπατημένη άσφαλτος, περπατήστε και πριν το 100% μια προσευχή. Για μια εμπειρία πασπαλισμένη με αλεύρι-ζάχαρη άχνη, για εδώ μιλάμε- για αυτή τη ζωή. Ζωή-μια περιπέτεια, ένα χοντρό, μεστό, καυτό, αλμυρό δάκρυ. Να σου το σκουπίσω συννεφάκι μου. Να , έχω μαντήλια μαλακά, αρωματισμένα, να σου το σκουπίσω. Θα δεις, όλα θα πάνε καλά..

babyads.gr

Διαβάστε ακόμη:

Στην κουρασμένη μαμά…

Αϋπνία… Η έμπιστη φίλη κάθε νέας μαμάς