«Παιδί χωρισμένων γονιών» μια έκφραση που λέγεται σαν κάτι κακό, αρνητικό, θλιβερό. Σαν λέπρα, σαν κατάντια. Εγώ όμως είμαι παιδί παντρεμένων γονιών κι αυτό, όσο θετικό κι αν ακούγεται, καμιά φορά δεν είναι. Όχι στη δική μου ιστορία.
Με λένε Ισμήνη και είμαι 30 χρονών. Πολλές φορές όσο ήμουν παιδί, ευχήθηκα να είχαν χωρίσει οι γονείς μου για να σταματήσω να ζω μέσα στους καυγάδες, στην ένταση, στις βρισιές, στις προσβολές, στη σιωπή και στα τασάκια που πετάγονταν και έσκαγαν στον τοίχο. Κατηγορώ τους γονείς μου που αντί να κοιτάξουν το δικό μου καλό, κοιτούσαν πώς να πληγώσουν περισσότερο ο ένας τον άλλον, ποιος θα πεί τη τελευταία λέξη, ποιος θα βγεί από πάνω όταν εγώ το παιδί τους, ήμουν πάντα κάτω απ’ όλα αυτά χωρίς να φταίω.
Μικρή φοβόμουν, έτρεμα μην κάνω κάτι, οτιδήποτε, που θα τους έκανε μαλώσουν εξαιτίας μου. Έτρωγα χωρίς να θέλω, διάβαζα χωρίς να θέλω, έβγαινα χωρίς να θέλω (για να μην τους ακούω) και έκανα πάντα όλα όσα δεν ήθελα, για να μην τσακωθούν, για να μην μου έρθει πάλι το πιάτο με τα μακαρόνια καπέλο, για να μην μου πατήσουν και χαλάσουν τα παιχνίδια πάνω στο χαμό. Κι όταν μεγάλωσα συνέχισα στο ίδιο μοτίβο, να φοβάμαι μην πω ή κάνω κάτι που θα τους δώσει αφορμή για καυγά. Φυσικά δεν τα κατάφερνα. Φυσικά δεν μπορούσα να φέρω καμία φίλη μου στο σπίτι χωρίς έστω μια φορά να ακουστούν Χριστοπαναγίες και να ντραπώ σε αυτό το έκτρωμα που εγώ έπρεπε να αποκαλώ «οικογένεια». Φυσικά μου ήταν αδύνατον να διαβάσω σε ένα τέτοιο κλίμα και ήταν θαύμα που πέρασα στο Πανεπιστήμιο. Μου ήταν αδύνατον να δω τηλεόραση, να ακούσω μουσική, να ετοιμαστώ για να πάω κάπου χωρίς να παθαίνω τρία εγκεφαλικά απ’ τους καυγάδες τους ή από τη νεκρική σιγή τους, επειδή φοβόμουν μήπως ο ένας είχε (επιτέλους) σκοτώσει τον άλλον.
Κάποια στιγμή όταν ήμουν 14, η μητέρα μου έκανε παράλληλη σχέση και ως εκ θαύματος οι γονείς μου σταμάτησαν να μαλώνουν. Εκείνη είχε απορροφηθεί τόσο πολύ στον γκόμενο, που δεν έδινε καμία σημασία ούτε καν απαντούσε στις προσβολές του πατέρα μου. Κι έτσι ο πατέρας μου, έβρισκε τοίχο και δεν μπορούσε να μαλώσει μόνος του. Ήταν η πιο ευτυχισμένη περίοδος της ζωής μου και συγγνώμη που το λέω, αλλά ευχήθηκα αυτή η εξωσυζυγική σχέση της μητέρας μου να κρατήσει για πάντα. Πώς έμαθα ότι είχε άλλον; Το είδα με τα μάτια μου και δεν είπα τίποτα. Ντρέπομαι που το λέω αλλά δεν μίλησα για να μην χαλάσω εκείνη την ηρεμία που είχα βρεί έστω και υπό αυτές τις συνθήκες. Δεν με ένοιαζε ο γάμος τους, γιατί τόσα χρόνια μου είχε κάνει μόνο κακό.
Έκανα τη πρώτη μου σχέση στο Λύκειο. Σε ένα τσακωμό με τον φίλο μου, στον πρώτο μας καυγά, άρχιζα να ουρλιάζω. Για μια απλή διαφωνία, για το πού θα πάμε το βράδυ, άρχισα να τον κάνω σκουπίδι. Φυσικά το παιδί έφυγε. Και ύστερα ήρθε κι άλλος κι άλλος κι άλλος. Και πάντα σε κάθε καυγά, με το παραμικρό, έκανα σαν σχιζοφρενής. Σαν τους γονείς μου. Οι εντάσεις τους είχαν μπεί μέσα μου, στο αίμα μου. Δεν μπορούσα να συνυπάρξω και να συννενοηθώ με κανέναν. Κάτι έπρεπε να κάνω.
Ξεκίνησα ψυχοθεραπεία γιατί αν δεν ξεκινούσα, δεν θα έκανα ποτέ καμιά υγιή σχέση στη ζωή μου και πιθανόν να τους είχα σκοτώσει. Όταν το έμαθαν, η μητέρα μου πήρε τον γκόμενο να του το πεί και η απάντηση του πατέρα μου, ήταν «Καλά τώρα θες και τρελογιατρό;». Είπε ο τρελλός. Ο ψυχάκιας. Που αν είχαν κάνει ψυχοθεραπεία κι αυτός κι η μάνα μου, ίσως να ήταν σε θέση να πάρουν την απόφαση να ρημαδο-χωρίσουν και να μην μου τρώνε τη ζωή όλα αυτά τα χρόνια για ένα σωρό μ@κίες όπως το ποιος φέρνει περισσότερα λεφτά στο σπίτι, τι είπε η μάνα του ενός στη μάνα του άλλου, ποιος δουλεύει πιο πολύ και ποιος έφαγε τα καλύτερα χρόνια της ζωής του άλλου. Όχι της δικής μου.
Πέρασα στο Πανεπιστήμιο, ΕΥΤΥΧΩΣ εκτός πόλης και δεν τους ξαναείδα. Κυριολεκτικά. Με έπαιρναν τηλέφωνο και αντί να με ρωτάνε τι κάνω και πώς πάω με τη σχολή και τα μαθήματα, με έπαιρναν να παραπονεθούν και να βρίσουν ο ένας τον άλλον, μεταφέροντας τον καυγά 400 χλμ. από την Αθήνα γιατί εν τω μεταξύ όταν έφυγα, ΕΔΕΗΣΕ να πάρουν διαζύγιο και μου τα έπρηξαν. Δεν απάντησα ποτέ ξανά στα τηλεφωνήματά τους και δεν ξαναγύρισα. Έπιασα δουλειά στη πόλη που τελείωσα το Πανεπιστήμιο, παντρεύτηκα και έχω και ένα κοριτσάκι. Ούτε να τους ξαναδώ ούτε να ακούσω ξανά γι’ αυτούς.
Σήμερα απλά προσπαθώ να μην κάνω τα ίδια λάθη και να φτιάξω ,έστω και αργά, την οικογένεια που πίστευα ότι θα είχα όταν ήμουν παιδί. Θέλησα να μοιραστώ την ιστορία μου μαζί σας για να πω σε όλους τους γονείς που δεν περνάνε καλά μέσα στο γάμο τους, που κερατώνονται, που μαλώνουν ή που απλά υπάρχουν-και ειδικά σε αυτούς που κάνουν κήρυγμα περί ενωμένης οικογένειας που δεν πρέπει να χωρίζει ποτέ των ποτών- να πάρουν διαζύγιο. ΤΩΡΑ. ΑΜΕΣΑ. Δεν χρωστάνε σε τίποτα τα παιδιά σας να ζουν μέσα στη δική σας παράνοια, επειδή εσείς φοβάστε μη χάσετε τη βολή σας. Είναι άδικο τα παιδιά αυτά να περνάνε τη μισή τους ζωή, πιστεύοντας πως αυτό σημαίνει οικογένεια και αγάπη. Δεν ξέρω τι είναι χειρότερο πια. Να είσαι παιδί χωρισμένων γονιών ή παντρεμένων;
Ισμήνη
Aν σας άρεσε το άρθρο,πατήστε Share… και μοιραστείτε το με τους φίλους σας!
«Παιδί χωρισμένων γονιών» μια έκφραση που λέγεται σαν κάτι κακό, αρνητικό, θλιβερό. Σαν λέπρα, σαν κατάντια. Εγώ όμως είμαι παιδί παντρεμένων γονιών κι αυτό, όσο θετικό κι αν ακούγεται, καμιά φορά δεν είναι. Όχι στη δική μου ιστορία.
Με λένε Ισμήνη και είμαι 30 χρονών. Πολλές φορές όσο ήμουν παιδί, ευχήθηκα να είχαν χωρίσει οι γονείς μου για να σταματήσω να ζω μέσα στους καυγάδες, στην ένταση, στις βρισιές, στις προσβολές, στη σιωπή και στα τασάκια που πετάγονταν και έσκαγαν στον τοίχο. Κατηγορώ τους γονείς μου που αντί να κοιτάξουν το δικό μου καλό, κοιτούσαν πώς να πληγώσουν περισσότερο ο ένας τον άλλον, ποιος θα πεί τη τελευταία λέξη, ποιος θα βγεί από πάνω όταν εγώ το παιδί τους, ήμουν πάντα κάτω απ’ όλα αυτά χωρίς να φταίω.
Μικρή φοβόμουν, έτρεμα μην κάνω κάτι, οτιδήποτε, που θα τους έκανε μαλώσουν εξαιτίας μου. Έτρωγα χωρίς να θέλω, διάβαζα χωρίς να θέλω, έβγαινα χωρίς να θέλω (για να μην τους ακούω) και έκανα πάντα όλα όσα δεν ήθελα, για να μην τσακωθούν, για να μην μου έρθει πάλι το πιάτο με τα μακαρόνια καπέλο, για να μην μου πατήσουν και χαλάσουν τα παιχνίδια πάνω στο χαμό. Κι όταν μεγάλωσα συνέχισα στο ίδιο μοτίβο, να φοβάμαι μην πω ή κάνω κάτι που θα τους δώσει αφορμή για καυγά. Φυσικά δεν τα κατάφερνα. Φυσικά δεν μπορούσα να φέρω καμία φίλη μου στο σπίτι χωρίς έστω μια φορά να ακουστούν Χριστοπαναγίες και να ντραπώ σε αυτό το έκτρωμα που εγώ έπρεπε να αποκαλώ «οικογένεια». Φυσικά μου ήταν αδύνατον να διαβάσω σε ένα τέτοιο κλίμα και ήταν θαύμα που πέρασα στο Πανεπιστήμιο. Μου ήταν αδύνατον να δω τηλεόραση, να ακούσω μουσική, να ετοιμαστώ για να πάω κάπου χωρίς να παθαίνω τρία εγκεφαλικά απ’ τους καυγάδες τους ή από τη νεκρική σιγή τους, επειδή φοβόμουν μήπως ο ένας είχε (επιτέλους) σκοτώσει τον άλλον.
Κάποια στιγμή όταν ήμουν 14, η μητέρα μου έκανε παράλληλη σχέση και ως εκ θαύματος οι γονείς μου σταμάτησαν να μαλώνουν. Εκείνη είχε απορροφηθεί τόσο πολύ στον γκόμενο, που δεν έδινε καμία σημασία ούτε καν απαντούσε στις προσβολές του πατέρα μου. Κι έτσι ο πατέρας μου, έβρισκε τοίχο και δεν μπορούσε να μαλώσει μόνος του. Ήταν η πιο ευτυχισμένη περίοδος της ζωής μου και συγγνώμη που το λέω, αλλά ευχήθηκα αυτή η εξωσυζυγική σχέση της μητέρας μου να κρατήσει για πάντα. Πώς έμαθα ότι είχε άλλον; Το είδα με τα μάτια μου και δεν είπα τίποτα. Ντρέπομαι που το λέω αλλά δεν μίλησα για να μην χαλάσω εκείνη την ηρεμία που είχα βρεί έστω και υπό αυτές τις συνθήκες. Δεν με ένοιαζε ο γάμος τους, γιατί τόσα χρόνια μου είχε κάνει μόνο κακό.
– See more at: http://singleparent.gr/empeiries/exomologiseis/eimai-paidi-pantremenon-gonion/#sthash.mpcze1PR.dpuf