Η μετάβαση σε μία βασικά χορτοφαγική διατροφή μπορεί να βοηθήσει στην καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής, επισήμαναν, χθες, ειδικοί επιστήμονες του ΟΗΕ, κατά τη δημοσιοποίηση της μεγάλης έκθεσης της Διακυβερνητικής Επιτροπής για την Κλιματική Αλλαγή. Η έκθεση έχει ως βασικό αντικείμενο τη χρήση της γης και την κλιματική αλλαγή.
Η υπερθέρμανση του πλανήτη, αναφέρει η έκθεση, αυξάνει δραματικά τα επεισόδια ξηρασίας, τη διάβρωση του εδάφους και τις δασικές πυρκαγιές, ενώ ταυτόχρονα περιορίζει την απόδοση των καλλιεργειών στους τροπικούς και προκαλεί την τήξη των αιώνιων πάγων στους πόλους. Τι, όμως, μπορούμε να κάνουμε σε προσωπικό επίπεδο για την καταπολέμησή της; Μπορούμε να αλλάξουμε τις διατροφικές μας συνήθειες. Η υπέρμετρη κατανάλωση κρέατος και γαλακτοκομικών προϊόντων στη Δύση πυροδοτεί την κλιματική κρίση, λένε οι επιστήμονες, χωρίς, ωστόσο, να συνιστούν να γίνουμε χορτοφάγοι ή vegan.
«Δεν λέμε στον κόσμο να σταματήσει να καταναλώνει κρέας. Σε κάποιες περιοχές, οι άνθρωποι δεν έχουν άλλη επιλογή. Είναι, ωστόσο, προφανές ότι στη Δύση η κατανάλωση αυτών των διατροφικών επιλογών είναι υπέρμετρη», τόνισε ο καθηγητής Πιτ Σμιθ, περιβαλλοντολόγος του πανεπιστημίου του Αμπερντίν, που είναι ένας των συντακτών της έκθεσης. «Προφανώς κανείς δεν μπορεί να επιβάλει στον κόσμο το σιτηρέσιό του, αλλά μπορεί να δώσει σημαντικά κίνητρα». Η κλιματική αλλαγή αποτελεί μία μείζονα απειλή για την επισιτιστική μας ασφάλεια. Η άνοδος της θερμοκρασίας, η αύξηση των βροχών και τα συχνότερα ακραία καιρικά φαινόμενα θα έχουν σοβαρές συνέπειες τόσο για τις καλλιέργειες όσο και για τα ζώα εκτροφής.
Την ίδια στιγμή, η παραγωγή τροφίμων συμβάλλει σημαντικά στην κλιματική αλλαγή. Η αγροκτηνοτροφία και η δασοκομία ευθύνονται περίπου για το ένα τέταρτο του συνόλου εκπομπών αερίων που σχετίζονται με το φαινόμενο του θερμοκηπίου. Επίσης, η εντατική εκτροφή ζώων συμβάλλει στην υπερθέρμανση του περιβάλλοντος εξαιτίας της παραγωγής αερίου μεθανίου από τα ζώα, αλλά και της αποψίλωσης των δασών προκειμένου να δημιουργηθούν βοσκότοποι. Άλλωστε, η εκτροφή ζώων παραγωγής κρέατος δεσμεύει υπερβολικά μεγάλες εκτάσεις γεωργικών γαιών. Αν, λοιπόν, περιορίσουμε το κρέας που καταναλώνουμε, όλες αυτές οι γαίες, εκατομμύρια τετραγωνικά χιλιόμετρα, μπορούν να απελευθερωθούν για τη δημιουργία δασών ή ακόμα και για τη φύτευση βιοενεργειακών καλλιεργειών.
Είναι βέβαιο ότι το περιβαλλοντικό αποτύπωμα της εκτροφής ζώων για την παραγωγή κρέατος είναι εξαιρετικά σημαντικό για χορτοφάγους και vegan όταν κάνουν τις διατροφικές τους επιλογές. Ήδη στη Βρετανία δραστηριοποιείται η οργάνωση #ΝοBeef, ασκώντας πιέσεις στις εταιρίες τροφοδοσίας να μην περιλαμβάνουν βόειο και αρνίσιο κρέας στα σχολικά γεύματα.
Στις ΗΠΑ, πολλά ταχυφαγεία έχουν εντάξει στα μενού τους μπιφτέκια vegan, που κατασκευάζονται από υποκατάστατα φυτικού κρέατος. Όσοι τα δοκίμασαν υποστηρίζουν ότι έχουν ακριβώς την ίδια γεύση με τα πραγματικά, εξαιτίας της αιμίνης, μιας ένωσης πλούσιας σε σίδηρο.
Όπως επισημαίνει ο καθηγητής Πίτερ Στίβενσον της οργάνωσης Compassion in World Farming (Ευσπλαχνία στην Παγκόσμια Εκτροφή Ζώων) «είναι σημαντική η μείωση της κατανάλωσης κρέατος, αν θέλουμε να πετύχουμε τους κλιματικούς μας στόχους». Ωστόσο, σε πολλές περιοχές του κόσμου, όπως στην Κίνα, η κατανάλωση κρέατος παρουσιάζει αυξητική τάση, παρά τις συντονισμένες προσπάθειες της κινεζικής κυβέρνησης να επιλέγονται παραδοσιακές διατροφές.
Οι συντάκτες της έκθεσης του ΟΗΕ αναφέρονται και στην ανάγκη δραστηριοποίησης προκειμένου να περιοριστεί η απώλεια τροφίμων, είτε πριν είτε μετά την πώλησή τους στους καταναλωτές. Το φαγητό που πετάμε μπορεί να χρησιμοποιηθεί τόσο ως τροφή των ζώων ή ακόμα, εφόσον φυσικά είναι κατάλληλο, να διοχετευθεί σε οργανώσεις που θα το μοιράσουν σε ανθρώπους που έχουν ανάγκη.
Mία οργάνωση στην Ελβετία, που ονομάζεται Partage (Μοιρασιά) και ιδρύθηκε το 2005 στη Γενεύη, συγκεντρώνει τα απούλητα τρόφιμα που πετούν τα καταστήματα τροφίμων και τα διανέμει σε οικογένειες. Επίσης, συγκεντρώνει το μπαγιάτικο ψωμί και το μετατρέπει σε μπισκότα και φρυγανιές, αποξηραίνει φρούτα και δημιουργεί τουρσιά από λαχανικά. Όλα αυτά συμβάλλουν σημαντικά στον περιορισμό των εκπομπών του διοξειδίου του άνθρακα που απαιτεί η παραγωγή τροφίμων.
Τέλος, στο παρελθόν, κάποιες μελέτες είχαν προτείνει την επιβολή «φόρου κρέατος» προκειμένου να περιοριστεί η κατανάλωση ή ακόμα και την οικονομική επιχορήγηση φρούτων και λαχανικών προκειμένου να ακολουθηθεί μία περισσότερο «οικολογική» διατροφή.