Ενδομητρίωση είναι η πάθηση κατά την οποία κύτταρα και αδένες του ενδομητρίου συναντώνται σε θέσεις εκτός της ενδομητρικής κοιλότητας, όπως στις ωοθήκες, στις σάλπιγγες, στην εξωτερική επιφάνεια της μήτρας, στον τράχηλο, στο αιδοίο, στην περιτοναϊκή κοιλότητα, στο έντερο, στην ουροδόχο κύστη, σπανίως και σε άλλες θέσεις, όπως στους πνεύμονες.
Η αιτία της ενδομητρίωσης παραμένει άγνωστη, με διάφορες θεωρίες για το μηχανισμό της βλάβης. Σύμφωνα με την επικρατέστερη θεωρία, κατά τη διάρκεια της εμμήνου ρύσεως, το αίμα παλινδρομεί από τις σάλπιγγες προς την περιτοναϊκή κοιλότητα μεταφέροντας κύτταρα του ενδομητρίου, τα οποία προσκολλώνται στα διάφορα κοιλιακά και ενδοπυελικά όργανα σχηματίζοντας εστίες. Άλλες θεωρίες υποδεικνύουν γενετικούς μηχανισμούς προδιάθεσης και άλλες περιβαλλοντικούς λόγους. Είναι δυνατόν να συνυπάρχουν περισσότεροι του ενός μηχανισμοί.
Έχει διαπιστωθεί ότι περίπου το 6-10% των γυναικών πάσχει από ενδομητρίωση. Θεωρείται νόσος της αναπαραγωγικής ηλικίας και παρατηρείται από τη στιγμή της έναρξης της περιόδου στις γυναίκες. Η πορεία της ενδομητρίωσης είναι πολλές φορές απρόβλεπτη και διαφορετική από γυναίκα σε γυναίκα.
ΣΥΜΠΤΩΜΑΤΑ
Υπάρχει μεγάλη ποικιλία στην εκδήλωση των συμπτωμάτων λόγω των διαφορετικών θέσεων εντόπισης της ενδομητρίωσης και μία γυναίκα μπορεί να έχει έναν οποιοδήποτε συνδυασμό από τα παρακάτω συμπτώματα:
- Δυσμηνόρροια (έντονος πόνος κατά τη διάρκεια της περιόδου).
- Δυσπαρεύνεια (πόνος και δυσφορία κατά την σεξουαλική επαφή).
- Κοιλιακός και πυελικός πόνος.
- Πόνος στην περιοχή της οσφύος και στη ράχη.
- Άλγος κατά την αφόδευση και δυσκοιλιότητα, λόγω ενδομητρίωσης του κατώτερου τμήματος του παχέος εντέρου που δημιουργεί πίεση στους παρακείμενους ιστούς.
- Ενοχλήσεις κατά την ούρηση ή και παρουσία αίματος στα ούρα, λόγω της παρουσίας εστιών ενδομητρίωσης στο ουροποιητικό σύστημα.
- Μικρή απώλεια αίματος στο μεσοδιάστημα μεταξύ των περιόδων (σταγονοειδής κολπική αιμόρροια).
- Υπογονιμότητα.
Λόγω της φύσεως της πάθησης, είναι πιθανό να εκδηλωθούν και άλλα συμπτώματα, ανάλογα με το όργανο που προσβάλλεται.
ΔΙΑΓΝΩΣΗ
Η διάγνωση της ενδομητρίωσης βασίζεται στο ιατρικό ιστορικό και την κλινική εξέταση της ασθενούς. Μία σειρά συμπτωμάτων, η φυσική εξέταση, ο υπέρηχος κατά την εξέταση, η μέτρηση του βιοχημικού δείκτη CA 125 στον ορό του αίματος, καθώς και απεικονιστικές εξετάσεις, όπως ο υπέρηχος των γεννητικών οργάνων και αξονική ή μαγνητική τομογραφία, θα προσανατολίσουν τον ιατρό στην ενδομητρίωση.
Ωστόσο, η ενδομητρίωση μπορεί να διαγνωσθεί με σιγουριά κατά τη λαπαροσκόπηση, με την οποία ο ιατρός μπορεί να δει τις εστίες της ενδομητρίωσης, καθώς και να διερευνήσει την υπογονιμότητα της ασθενούς.
ΘΕΡΑΠΕΙΑ
Εάν πάσχετε από ενδομητρίωση, η σχολαστική εξέταση και το λεπτομερές ιστορικό, όπως και η συζήτηση με τον γυναικολόγο σας για το αν επηρεάζεται η καθημερινότητά σας από αυτό, η επιδίωξη για τεκνοποίηση, η ηλικία σας και η συνολική κατάσταση του οργανισμού σας θα καθορίσουν τη σωστή θεραπευτική προσέγγιση. Όπως ο βαθμός και τα συμπτώματα της ενδομητρίωσης ποικίλουν από γυναίκα σε γυναίκα, έτσι και η θεραπεία της πρέπει να είναι εξατομικευμένη.
Ανάλογα με το στάδιο στο οποίο βρίσκεστε, η θεραπεία περιλαμβάνει:
- Απλή παρακολούθηση.
- Φαρμακευτική αντιμετώπιση:
- Χορήγηση αναλγητικών (μη στεροειδή αντιφλεγμονώδη, αναστολείς της σύνθεσης προσταγλανδινών).
- Χορήγηση ορμονικής θεραπείας.
- Αντισυλληπτικά δισκία.
- Λήψη προγεστερόνης.
- Φάρμακα GnRH.
- Χειρουργική θεραπεία λαπαροσκοπικά.
Πηγή: drchandakas.gr