Ανοίγουμε τον φάκελο «Υιοθεσία», εξετάζοντας καταρχάς τα βασικά σημεία της διαδικασίας της υιοθεσίας στη χώρα μας, με τη βοήθεια της κ. Χριστιάνας Πατεραντωνάκη, δικηγόρου, και της κ. Σταυρούλας Παναγοπούλου, κοινωνικής λειτουργού.
Τι αναφέρει ο Αστικός Κώδικας για την υιοθεσία;
Η κ. Πατεραντωνάκη εξηγεί ότι ο νομοθέτης ορίζει ως προϋποθέσεις για την υιοθεσία παιδιού το υιοθετούμενο να είναι ανήλικο, οι αιτούντες την υιοθεσία να είναι ικανοί προς δικαιοπραξία, να έχουν συμπληρώσει το τριακοστό έτος της ηλικίας τους και να μην έχουν υπερβεί το εξηκοστό και να είναι μεγαλύτεροι από το ανήλικο περισσότερο από 18 έτη αλλά όχι περισσότερο από 50 έτη. Επιπλέον, δεν επιτρέπεται να υιοθετηθεί το ίδιο πρόσωπο ταυτόχρονα από περισσοτέρους, εκτός αν αυτοί είναι σύζυγοι, ενώ οι υποψήφιοι θετοί γονείς δεν πρέπει να έχουν καταδικαστεί για καμία απολύτως αξιόποινη πράξη που να παρακωλύει την ζητούμενη υιοθεσία, ούτε και να διώκονται για οποιοδήποτε λόγο. Τέλος, η υιοθεσία πρέπει να είναι αποκλειστικά προς το συμφέρον του υιοθετουμένου.
Αρμόδιο για την τέλεση της υιοθεσίας είναι κάθε Μονομελές Πρωτοδικείο της Επικράτειας. Δηλαδή μπορεί οι ενδιαφερόμενοι θετοί γονείς να υποβάλλουν αίτηση για υιοθεσία σε δικαστήριο διαφορετικό από αυτό του τόπου κατοικίας τους- που ήταν αρμόδιο μέχρι και την πρόσφατη τροποποίηση της σχετικής διάταξης. Τα ελληνικά δικαστήρια έχουν δικαιοδοσία για την τέλεση της υιοθεσίας, αν ο υιοθετών ή o υιοθετούμενος είναι ελληνικής ιθαγένειας, ακόμη και αν δεν έχουν τη συνήθη διαμονή τους στην Ελλάδα. Στην περίπτωση αυτή, όμως, είναι αρμόδια τα δικαστήρια της πρωτεύουσας του Κράτους.
Ποια παιδιά μπορούν να υιοθετηθούν;
Σε μια περίοδο κρίσης μπορεί κάποια οικογένεια να εμπιστευθεί το παιδί της σε ένα οικοτροφείο ή σε μια ανάδοχη οικογένεια, αλλά δεν σημαίνει ότι δίνει την άδεια να υιοθετηθεί. Έτσι μπορεί να δημιουργείται η εικόνα ότι υπάρχουν παιδιά σε δομές αλλά δεν σημαίνει ότι είναι και ελεύθερα για υιοθεσία. Ελεύθερο είναι το παιδί που οι βιολογικοί του γονείς συναινούν για την υιοθεσία ή με δικαστική απόφαση έχουν εκπέσει της γονικής μέριμνας και το παιδί προστατεύεται από κάποια κοινωνική υπηρεσία ή είναι σε επιτροπεία, η οποία συναινεί για υιοθεσία.
Δυστυχώς, κριτήριο για την επιλογή παιδιού από τους υποψήφιους αποτελεί η ηλικία και η καλή κατάσταση υγείας. Δηλαδή επιθυμούν βρέφη και απόλυτα υγιή. Υπάρχει δυσκολία υιοθεσίας για παιδιά μεγαλύτερης ηλικίας, διαφορετικής φυλής και με προβλήματα υγείας. Σε περίπτωση που εκφράσουν την επιθυμία να υιοθετήσουν παιδί με πρόβλημα υγείας ή παιδί με ειδικές ανάγκες, ή με βεβαρημένο κοινωνικό ιστορικό είναι σίγουρο ότι θα ολοκληρώσουν σε πιο σύντομο χρονικό διάστημα.
Πάντως, τα τελευταία χρόνια, αν και δεν υπάρχουν κάπου συγκεντρωμένα στοιχεία, έχει περιορισθεί ο αριθμός των υιοθεσιών, όχι γιατί υπάρχει κάποια αλλαγή στην διαχείρισή τους από τους εξουσιοδοτημένους φορείς, αλλά, όπως τονίζει η κ. Παναγοπούλου, εξαιτίας του μικρού αριθμού των παιδιών που είναι προς υιοθεσία, της οικονομικής κρίσης, καθώς και της μη ανταπόκρισης των αιτημάτων από τις άλλες χώρες όταν πρόκειται για διακρατική υιοθεσία.
Τα τρία είδη υιοθεσίας
Υπάρχουν 3 τρόποι για να υιοθετήσει κανείς ένα παιδί στην Ελλάδα:
-
Υιοθεσία μέσω κρατικού ιδρύματος
Στην κρατική υιοθεσία, ο ενδιαφερόμενος πρέπει να απευθυνθεί στο Κέντρο Βρεφών «Η Μητέρα». Το ίδρυμα αυτό ανήκει στο Κέντρο Κοινωνικής Πρόνοιας Περιφέρειας Αττικής, και συνεργάζεται με τους γονείς που επιθυμούν να υιοθετήσουν παιδί από κρατικό ίδρυμα. Σε αυτό ανήκουν και το «Αναρρωτήριο (πρώην ΠΙΚΠΑ) Πεντέλης», όπου υπάρχουν μικρότερα παιδιά, αλλά και οι παιδοπόλεις Άγιος Ανδρέας και Αγία Βαρβάρα, που φροντίζουν παιδιά σχολικής και εφηβικής ηλικίας. Στη Βόρεια Ελλάδα, οι ενδιαφερόμενοι απευθύνονται στο Δημοτικό Βρεφοκομείο «Άγιος Στυλιανός», που βρίσκεται στη Θεσσαλονίκη.
-
Ιδιωτική υιοθεσία
Στις περιπτώσεις που οι βιολογικοί γονείς έρχονται από μόνοι τους σε επαφή με τους υποψηφίους θετούς γονείς (είτε εν όσω το παιδί κυοφορείται είτε μετά τη γέννησή του), χωρίς να παρεμβαίνει κοινωνική οργάνωση τόσο οι βιολογικοί όσο και οι υποψήφιοι θετοί οφείλουν να ανακοινώσουν την πρόθεση τους σε εύλογο χρονικό διάστημα από την γέννηση του παιδιού. Στην συνέχεια συγκεντρώνουν τα δικαιολογητικά και καταθέτουν στο Κέντρο Κοινωνικής Πρόνοιας της περιφέρειάς τους τον φάκελο και την αίτηση, προκειμένου να ξεκινήσουν οι διαδικασίες. Σε τέτοιες περιπτώσεις, συχνά η τοποθέτηση γίνεται χωρίς παρέμβαση κοινωνικής υπηρεσίας και, όπως αναφέρει η κ. Παναγοπούλου, έχει παρατηρηθεί παιδιά να παραμένουν σε οικογένειες που δεν πληρούν τις προϋποθέσεις και η απομάκρυνση τους να είναι σχεδόν αδύνατη, αφού έχει συναινέσει ο βιολογικός γονιός.
-
Διακρατική υιοθεσία
Αν ο ενδιαφερόμενος επιθυμεί να υιοθετήσει παιδί από άλλη χώρα, αρμόδια αρχή είναι και πάλι το Κέντρο Κοινωνικής Πρόνοιας Περιφέρειας, αλλά και η Κεντρική Αρχή για τις διακρατικές υιοθεσίες που εδρεύει στο Υπουργείο Εργασίας. Όσον αφορά τον τρόπο επιλογής, η απόφαση είναι καθαρά των υποψηφίων θετών, εξηγεί η κ. Παναγοπούλου. Το Κέντρο Πρόνοιας, όταν ενημερώνει τους υποψήφιους θετούς, πρώτα παραπέμπει στα κρατικά ιδρύματα. Ενημερώνονται, λοιπόν, ότι θα πρέπει να παρακολουθήσουν την πρώτη γενική συνάντηση γνωριμίας και στην συνέχεια να υποβάλουν αίτηση. Η περαιτέρω διαδικασία αφορά το Ίδρυμα. Οι υποψήφιοι συχνά δεν έχουν την υπομονή να μπουν στις διαδικασίες και ζητούν και λαμβάνουν πληροφορίες για τις διακρατικές, ευελπιστώντας, ίσως, ότι το χρονικό διάστημα που θα χρειαστεί για την ολοκλήρωση θα είναι μικρότερο. Αυτό στην πράξη έχει αποδειχθεί αναληθές. Πάντως, η ενημέρωση αφορά μόνο τη διαδικασία για το ελληνικό κράτος, που δεν είναι σε θέση να γνωρίζει την κατάσταση και τις διαδικασίες του άλλου κράτους, εκτός από το δίκαιο που υπάρχει στην Κεντρική Αρχή.
Σε κάθε περίπτωση, από την στιγμή που οι θετοί αποφασίζουν να προχωρήσουν σε διακρατική και πριν από την τελική επιλογή της χώρας, το Κέντρο Κοινωνικής Πρόνοιας προσπαθεί να συζητήσει τη διαφορετικότητα σε φυλή, θρήσκευμα, κουλτούρα και να εξετάσει αν οι υποψήφιοι είναι σε θέση να τα διαχειριστούν. Αυτή η διαδικασία δεν προβλέπεται, αλλά ακολουθείται για μεγαλύτερη βοήθεια.
Μετά υποβάλουν αίτηση και ακολουθείται η ίδια διαδικασία. Μόλις ολοκληρωθεί η έρευνα, στέλνεται ο φάκελος για να πάρει την σφραγίδα της Χάγης και μετά στο Υπουργείο Εξωτερικών στο μεταφραστικό τμήμα για μετάφραση στην γλώσσα της χώρας που έχουν επιλέξει. Στην συνέχεια κάποιες χώρες ζητούν την επικύρωση των δικαιολογητικών και από την Πρεσβεία τους. Τέλος, στέλνεται στην Κρατική Αρχή και διαβιβάζεται στην αντίστοιχη αρχή της χώρας.
Η κοινωνική έρευνα
Η κοινωνική έρευνα πρέπει να αφορά κάθε θέμα που μπορεί να έχει σημασία για την υιοθεσία και ιδίως την προσωπικότητα και την υγεία των ενδιαφερομένων, τα κίνητρα και την περιουσιακή κατάσταση του υποψηφίου θετού γονέα, την αμοιβαία ικανότητα προσαρμογής αυτού που υιοθετεί και εκείνου που υιοθετείται, καθώς και κάθε άλλο στοιχείο από το οποίο μπορεί να διαγνωσθεί αν η υιοθεσία θα αποβεί προς το συμφέρον του ανηλίκου.
Οι κοινωνικοί λειτουργοί με συνεντεύξεις ατομικές και κοινές, τόσο με τα μέλη της οικογένειας όσο και με συγγενικά πρόσωπα των υποψηφίων θετών γονέων, στα γραφεία της Υπηρεσίας και στην οικία των ενδιαφερόμενων, συγκεντρώνουν τα απαραίτητα στοιχεία και γνωμοδοτούν αν η υιοθεσία είναι προς το συμφέρον του παιδιού. Ακόμα γίνεται έρευνα και από ψυχολόγο ή άλλο ειδικό επιστήμονα, αν αυτό κριθεί απαραίτητο. Η τεκμηριωμένη άποψή τους στέλνεται στο δικαστήριο, το οποίο τη λαμβάνει υπόψη του για την τελική απόφαση. Κατά την έρευνα, εξετάζεται η προσωπικότητα, η υγεία, η οικονομική κατάσταση, τα κίνητρα και η ικανότητα προσαρμογής στην υιοθεσία των ενδιαφερόμενων.
Ακόμα γίνεται επιστάμενη έρευνα και στο βιολογικό περιβάλλον των θετών, η οποία και αυτή στέλνεται στο δικαστήριο. Σύμφωνα με τον Νόμο, το Κέντρο Κοινωνικής Πρόνοιας μέσα σε αποκλειστική προθεσμία έξι μηνών από την υποβολή της αίτησης θα πρέπει να αποστείλει τον φάκελο στο δικαστήριο ή στην χώρα που έχουν απευθύνει αίτημα οι ενδιαφερόμενοι. Σε ορισμένες περιπτώσεις, το αρμόδιο Υπουργείο μπορεί να δώσει παράταση για τρεις μήνες για την υιοθεσία που θα πραγματοποιηθεί στην Ελλάδα και δύο τρίμηνα όταν πρόκειται για διακρατική.
Μια υιοθεσία μπορεί να απορριφθεί όταν δεν θα είναι προς το συμφέρον του παιδιού και όταν έρχεται σε αντίθεση με το Νόμο. Μπορεί να υπάρξουν, για παράδειγμα, ζευγάρια που δεν έχουν στην προσωπικότητα τους τα στοιχεία αυτά που διασφαλίζουν την προσαρμογή στην υιοθεσία, που έχουν αδυναμία να χειρισθούν τα θέματα του παιδιού και της υιοθεσίας και από την έρευνα εντοπίζεται ότι η υιοθεσία δεν είναι προς το συμφέρον του παιδιού ή ότι τα κίνητρα των υποψηφίων δεν έχουν παιδοκεντρικό χαρακτήρα.
Οι αλλαγές στη νομοθεσία
Τη στιγμή που γράφεται αυτό το άρθρο, είμαστε σε αναμονή της ψήφισης καινούργιου Νόμου που θα επιταχύνει τις διαδικασίες, αλλά και θα δώσει την δυνατότητα αποκατάστασης παιδιών που βρίσκονται σε δομές κλειστής φροντίδας. Αναλυτικότερα, όπως αναφέρει η κ. Πατεραντωνάκη, προβλέπεται:
- Η δραστική μείωση του χρονικού διαστήματος για την ολοκλήρωση της διαδικασίας υιοθεσίας, βάσει δεσμευτικού χρονοδιαγράμματος. Εντός τριών μηνών από την κατάθεση των απαιτούμενων δικαιολογητικών, θα πρέπει να έχει ολοκληρωθεί η βεβαίωση καταλληλότητας των υποψήφιων γονέων.
- Η καθιέρωση ενιαίων κριτηρίων για όλους τους ενδιαφερόμενους.
- Η δημιουργία Εθνικού Μητρώου, στο οποίο θα εγγράφονται οι υποψήφιοι αλλά και οι εγκεκριμένοι θετοί ή και ανάδοχοι γονείς.
- Η δημιουργία Ειδικού Μητρώου, στο οποίο θα εγγράφονται τα στοιχεία των ανηλίκων που φιλοξενούνται σε μονάδες παιδικής προστασίας και φροντίδας είτε λειτουργούν ως νομικά πρόσωπα δημοσίου είτε ως ιδιωτικού δικαίου.
- Η συγκρότηση Εθνικού Συμβουλίου Αναδοχής και Υιοθεσίας, με τη συμμετοχή του Γενικού Γραμματέα Πρόνοιας, Εισαγγελέα Ανηλίκων, νομικούς, κοινωνικούς λειτουργούς και εμπειρογνώμονες
- Η συνεργασία με μέλη του Συνδέσμου Κοινωνικών Λειτουργών Ελλάδας, ώστε να ολοκληρώνονται οι διαδικασίες εντός του χρονοδιαγράμματος.
Όλοι οι παραπάνω φάκελοι θα είναι απόρρητοι, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα από την Αρχή Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων. Ειδικά για τα παιδιά με χρόνια προβλήματα υγείας και συμπεριφοράς, προβλέπεται ο θεσμός της “βραχείας επαγγελματικής αναδοχής” ώστε να μειωθεί όσο το δυνατό περισσότερο ο χρόνος παραμονής τους στα ιδρύματα.
Συμπερασματικά, εκείνος που επιθυμεί να υιοθετήσει, απευθύνεται αρχικά είτε στα Τμήματα Κοινωνικής Αλληλεγγύης των Περιφερειών, είτε στα κρατικά ιδρύματα και ενημερώνεται για την διαδικασία. Αποφασίζει ποια μορφή υιοθεσίας επιθυμεί να ακολουθήσει και απευθύνεται ανάλογα, συλλέγοντας τα δικαιολογητικά και υποβάλλει με αίτηση. Όπως υποστηρίζει η κ. Παναγοπούλου, είναι σημαντικό πριν από την τελική απόφαση της υποβολής της αίτησης ο υποψήφιος θετός να συζητήσει με τους κοινωνικούς λειτουργούς τις ιδιαιτερότητες και την πολυπλοκότητα της υιοθεσίας και να δει αν είναι σε θέση να τα διαχειρισθεί.