Γιατί δεν πρέπει να φωνάζουμε στα παιδιά μας

fones

Μανάδες, στοπ: πώς να σταματήσουμε να φωνάζουμε και να κάνουμε τα παιδιά μας επιτέλους να μας ακούνε; Επειδή δεν πρέπει να φωνάζουμε στα παιδιά μας, προτείνουμε τεχνικές αυτοελέγχου για γονείς που χάνουν την ψυχραιμία τους με τα παιδικά καμώματα κι ανεβάζουν ουρλιάζοντας τις οκτάβες της Καμπαγιέ.

Χιλιοπαιγμένο το έργο σε εκατοντάδες ελληνικά σπίτια, σε διάφορες παραλλαγές: «Νικολάκη, θα μαζέψεις σε παρακαλώ τα παπούτσια σου που είναι πεταμένα στο σαλόνι;» Όπου ο Νικολάκης περί άλλα τυρβάζει (παιχνίδια στο friv, τάπες με ποδοσφαιριστές, γλίτσες και σκουπιδοπαρέες…) με αποτέλεσμα η μαμά να αρχίζει να σφυρίζει σαν χύτρα από τα νεύρα της ώσπου να κάνει μπαμ:«Νικολάκηηη!»

Η συνέχεια λίγο-πολύ γνωστή, φωνές, παρατηρήσεις, προσβολές, μια κουβέντα παραπάνω για την οποία μετά η μαμά με μαθηματική ακρίβεια θα μετανιώσει, θα νιώσει «χάλια μάνα», αλλά, όπως είναι η χαρακτηριστική επωδός μιας φίλης μετά από αντίστοιχο επεισόδιο με τον γιο της, «τι να κάνω; Αν δεν φωνάξω, δεν ακούει. Δεν υπάρχει άλλος τρόπος να κουμαντάρω αυτό το παιδί».

Δεν υπάρχει, στα αλήθεια; Και γιατί οι γονείς συχνά καταφεύγουν σε φωνές προς τα παιδιά τους προκειμένου να «επιβληθούν» σε αυτά, ρωτάμε την ψυχολόγο κ. Μαρία Λασσιθιωτάκη. «Η ανατροφή ενός παιδιού, έτσι κι αλλιώς, δεν είναι εύκολη υπόθεση, ειδικότερα στην εποχή μας, όταν οι γονείς έχουν να αντιμετωπίσουν την ανασφάλεια της επιβίωσης, την ανεργία ή έναν εργοδότη που τους απομυζά όλη την ενέργεια και τον χρόνο τους. Επιστρέφοντας, συνήθως πολύ αργά, στο σπίτι έχουν να αντιμετωπίσουν ένα σωρό υποχρεώσεις του σπιτικού τους, με αποτέλεσμα να μην υπάρχει κανένα περιθώριο χρόνου και ψυχικής αντοχής για το παιδί, τις “αταξίες”, την γκρίνια, τις αντιρρήσεις του ή την ασυνέπεια στις σχολικές υποχρεώσεις του», σημειώνει η ψυχολόγος.

Οι φωνές είναι φαύλος κύκλος. Δεν πρέπει να φωνάζουμε στα παιδιά μας, διότι όταν αρχίζουμε να φωνάζουμε, το πιθανότερο είναι ότι τα παιδιά θα αρχίσουν να φωνάζουν κι αυτά ή θα αντιδράσουν με έναν άλλον, εξίσου αρνητικό τρόπο. Αποτέλεσμα, να φωνάξουμε εμείς πιο δυνατά, ακόμα πιο δυνατά και η κατάσταση να ξεφύγει από τον έλεγχο.

Τρομοκρατία στο σπίτι. Δυστυχώς, οι γονείς θεωρούν δεδομένο ότι τα παιδιά έχουν αντιληφθεί τους κανόνες για την εύρυθμη λειτουργία της οικογένειας ενώ στην πραγματικότητα ‒όπως επισημαίνει η κ. Λασσιθιωτάκη‒ σπάνια έχουν καθίσει οι γονείς να κάνουν σαφείς αυτούς τους κανόνες και να τους εξηγήσουν στα παιδιά. «Αντίθετα, οι ίδιοι οι γονείς αρκετά συχνά τους παραβιάζουν, “χαρίζονται” στα παιδιά και τα μπερδεύουν για το τι ισχύει τελικά και τι όχι». Από την άλλη, ένας γονιός «επιλέγει ασυνείδητα την “τρομοκρατία” για να επιβάλλει σύντομα και συνοπτικά έναν κανόνα. Άλλωστε, έτσι έχουν μάθει οι ενήλικες από τους δικούς τους γονείς. Όμως, η τιμωρία ‒με όποια της μορφή‒ τρομάζει. Επιβάλλει μεν την εφαρμογή του κανόνα, αλλά στην πραγματικότητα ούτε εκπαιδεύει ούτε το αποτέλεσμα είναι σταθερό. Η άσκηση εξουσίας είναι μια μορφή καταστολής που έχει προσωρινά αποτελέσματα, μέχρι το επόμενο επεισόδιο».

Όπως περιγράφει χαρακτηριστικά η ψυχολόγος, «όταν ένας άνθρωπος έχει μάθει να ανέχεται, όταν γίνεται παθητικός και υπάκουος, συσσωρεύει μέσα του θυμό, ενοχή και ντροπή, συναισθήματα που θα τα εκδηλώσει σε κάθε ευκαιρία και με όποιον έχει το “πάνω χέρι”. Και φυσικά έχει το πάνω χέρι με το παιδί, εύκολο αποδέκτη του θυμού του. Όμως, ο θυμωμένος γονιός μετανιώνει γρήγορα για το άδικο ξέσπασμα, καταφεύγει αμέσως μετά σε δωροδοκίες». Πολλοί γονείς παραδέχονται ότι νιώθουν απογοήτευση και στενοχώρια μετά τις φωνές. Επίσης, αισθάνονται ενοχές για τον τρόπο με τον οποίο χειρίστηκαν την κατάσταση. Υπόσχονται στον εαυτό τους ότι δεν θα φωνάξουν ξανά στα παιδιά, αλλά μέσα τους νιώθουν αδύναμοι να τηρήσουν αυτήν την υπόσχεση. Άλλοι, πάλι, βρίσκουν δικαιολογίες για τις φωνές τους: «Δεν υπάρχει άλλος τρόπος για να κουμαντάρω αυτό το παιδί…»

Επίδραση στον ψυχισμό του παιδιού «Δεν πρέπει να φωνάζουμε στα παιδιά μας. Ένα παιδί που γίνεται αποδέκτης ουρλιαχτών ξεκινά τη ζωή του με τον φόβο και την ανημπόρια. Αισθάνεται ότι δεν το λογαριάζουν, ότι είναι ένα τίποτα, ένα ασήμαντο πρόσωπο. Η δημιουργία της αυτοεικόνας και της αυτοεκτίμησης είναι έργο της διαπαιδαγώγησης ενός παιδιού από τους γονείς του. Είναι έργο του σεβασμού, της ενθάρρυνσης και της αποδοχής που δικαιούται να απολαμβάνει από τους γονείς του. Από αυτούς θα μάθει τα πρώτα βήματα για να εκτιμήσει τον εαυτό του, να νιώσει υπερηφάνεια και αργότερα, ως ενήλικας, με αυτά τα εφόδια θα αντιμετωπίσει τη ζωή με δύναμη, ρεαλισμό, ψυχραιμία και αξιοπρέπεια. Η υποτίμηση των γονιών θα το κάνει να ντρέπεται ανεξήγητα, να συμπεριφέρεται με τον ίδιο ακριβώς τρόπο όχι μόνο στους γονείς του αλλά και στο σχολείο, έχοντας μάθει βιωματικά ότι ισχυρός είναι ο τρομοκράτης. Όταν μεγαλώσει, να γίνεται αυστηρός κριτής του εαυτού του, να μην ξέρει ποιος είναι και τι κάνει, να φέρεται ως θύμα ή θύτης, να τιμωρείται και να τιμωρεί», καταλήγει η κ. Λασσιθιωτάκη.

Συμβουλές προς τους γονείς:

Τι να κάνουν οι γονείς για να ελέγξουν τα νεύρα τους και τον θυμό τους όταν φτάνουν σε σημείο «βρασμού»; Πώς να μη χάσουν την αυτοκυριαρχία τους και να καταφύγουν στις φωνές, αλλά και να νουθετήσουν τα παιδιά τους με ηρεμία; «Οι συμβουλές προς τους γονείς είναι απλές, αλλά καθόλου εύκολες. Όταν ένας γονιός έχει εμπεδώσει για τα καλά να “παίρνει φωτιά” και να επιβάλλεται χωρίς εξηγήσεις, είναι πολύ δύσκολο, ακόμα κι αν το συνειδητοποιήσει, να περιορίσει τα αυτόματα ξεσπάσματα», παραδέχεται η ψυχολόγος, αλλά προσθέτει: «Το ευτύχημα είναι ότι δεν είναι αδύνατον. Ως γονείς θα χρειαστεί να κάνουν κάποια δουλειά με τον εαυτό τους, μόνοι τους ή με βοήθεια, ώστε να καταλάβουν ότι, μόνο αν νιώσει ένα παιδί ασφάλεια και αποδοχή, τότε και μόνο τότε θα εσωτερικεύσει τους κανόνες και τις αξίες της οικογένειας. Η στοργή, η ζωντάνια, η ειλικρίνεια, η υπομονή και η αποδοχή των παιδιών μας είναι απαραίτητοι παράγοντες για μια σωστή, εκπαιδευτική και ήρεμη επικοινωνία».

Τεχνικές αυτοέλεγχου

Δεν πρέπει να φωνάζουμε στα παιδιά μας. Όμως, χρειάζεται σκληρή δουλειά ώστε να ελέγξετε τα νεύρα και τον θυμό σας για να μη διαταράξετε τη σχέση με το παιδί σας και να του δώσετε ένα καλό παράδειγμα συναισθηματικής ωριμότητας.

  • Αναγνωρίστε ότι οι φωνές είναι αντιπαραγωγικές, δείγμα έλλειψης συναισθηματικού ελέγχου ανεξαρτήτως του μηνύματος που προσπαθείτε να περάσετε στα παιδιά. Η φωνή διδάσκει στα παιδιά ότι ο μόνος τρόπος να αποφορτίζουν τα συναισθήματά τους είναι με ξεσπάσματα ανάλογα με τα δικά σας.
  • Υποσχεθείτε στον εαυτό σας να σταματήσετε να φωνάζετε. Η ιδέα της υπόσχεσης ακούγεται απλοϊκή και πιθανόν ανώφελη. Όμως, αν θέσετε αυτόν τον στόχο, υπάρχουν περισσότερες πιθανότητες να τον τηρήσετε.
  • Μιλήστε σιγά. Ακούγεται αναποτελεσματικό, αλλά πιάνει. Μιλώντας σε ήρεμους τόνους, τα παιδιά δεν έχουν άλλη επιλογή από το να σταματήσουν και να ακούσουν. Αν μείνετε ήρεμοι, θα μείνει ήρεμο και το παιδί και όλοι μαθαίνετε να ακούτε ο ένας τον άλλον.
  • Μην το παίρνετε προσωπικά. Δεν σας ακούει να μαζέψει τα παιχνίδια του, καθυστερεί εκνευριστικά να μπει στο μπάνιο; Αν σταματήσετε να εκλαμβάνετε όλες τις αταξίες του παιδιού σας σαν μομφή στο πρόσωπό σας, θα μειώσετε τις εντάσεις.
  • Κάντε ένα time out. Αν βλέπετε ότι δεν πετυχαίνει τίποτε από τα παραπάνω, φροντίστε να βγείτε έξω από την αδιέξοδη κατάσταση. Κυριολεκτικά. Βγείτε από το δωμάτιο, πάρτε βαθιές αναπνοές αποφορτίζοντας την ηλεκτρισμένη ατμόσφαιρα.
  • Δείτε την κατάσταση από την οπτική του παιδιού. Νιώθετε ότι σας πνίγει το δίκιο και γι’ αυτό σας έχει ανέβει το αίμα στο κεφάλι; Μήπως να δείτε τη συμπεριφορά του παιδιού από την οπτική του γωνία, ότι δηλαδή δεν προσπαθεί κατ’ ανάγκη να σας προκαλέσει αλλά πως έχει ανάγκη από τη δική σας καθοδήγηση και βοήθεια;
  • Δεν είναι ώρα για κήρυγμα. Πάνω στα νεύρα σας το πιθανότερο είναι πως θα πείτε πράγματα που δεν εννοείτε. Όμως, μόλις τα ξεστομίσετε, δεν θα μπορέσετε να τα πάρετε πίσω και θα μετανιώσετε. Φροντίστε πρώτα να αποφορτιστείτε από την ένταση της κατάστασης και μετά νουθετήστε το παιδί με ψυχραιμία και ηρεμία, όχι με φωνές.