Η πρώτη μου φορά στο δημοτικό ήταν άσχημη… Δεν έφταιγε το σχολείο αλλά μάλλον η δασκάλα!!!
Τη θυμάμαι σαν χθες. Ήταν η πρώτη μου μέρα στο σχολείο. Η πρώτη φορά που διάβηκα το κατώφλι του δημοτικού. Ήμουν πολύ χαρούμενη. Στο ίδιο σχολείο πήγαινε κι ο αδερφός μου. Εκείνος ήταν στην Γ’ δημοτικού. Μου είχε αφηγηθεί τόσες πολλές ιστορίες από το δημοτικό! Είχε τα βιβλία του, τα τετραδιά του, τα μολύβια του! Κάθε μέρα, δυο χρόνια τώρα γύριζε από το σχολείο και μου έδειχνε τα αυτοκόλλητα και τα «Α» που του έβαζε η δασκάλα!
Η κυρία Ανθή! Πόσο την αγαπούσε ο αδερφός μου! Όλα τα παιδιά την αγαπούσαν! Κι εκείνη τα λάτρευε! Κι έκανε τους μαθητές της να βλέπουν το σχολείο σαν έναν κόσμο μαγικό. Έναν κόσμο εξερεύνησης των γραμμάτων και των αριθμών! Κάθε μέρα στο σχολείο ήταν μια περιπέτεια! Κι έβλεπα τον αδερφό μου να ανυπομονεί να πάει σχολείο κάθε μέρα! Και μαζί του ανυπομονούσα κι εγώ.
Και στο νηπιαγώγειο περνούσα καλά! Μάθαινα τραγουδάκια, έπαιζα διάφορα παιχνίδια… Δεν ήταν το ίδιο όμως! Το δημοτικό φάνταζε σαν κάτι διαφορετικό! Ένα σχολείο για τους μεγάλους! Όπως ήταν ο αδερφός μου! Όπως ήμουν κι εγώ τώρα πια που θα πήγαινα πρώτη!
Φανταζόμουν ότι θα έχω την κυρία Ανθή. Ή κάποια άλλη δασκάλα σαν κι εκείνη.
Στηθήκαμε σε ουρές για τον αγιασμό. Μερικά παιδιά έκλαιγαν, άλλα ντρέπονταν και στέκονταν με χαμηλωμένα μάτια. Εγώ όμως ήμουν αναστατωμένη. Ανυπομονούσα να δω τη δασκάλα μου. Έψαχνα την κυρία Ανθή. Καθόταν δίπλα στα παιδιά της Τρίτης. Τυχερός ο αδερφός μου, σκέφτηκα! Θα είχε πάλι την αγαπημένη του δασκάλα!
Μια κυρία με μακριά μαύρα μαλλιά στεκόταν δίπλα μας και συνεχώς μας έγνεφε να κάνουμε ησυχία. Μόλις τελείωσε ο αγιασμός, η κυρία αυτή μας οδήγησε στην τάξη. Θα ήταν η δασκάλα μας! Η κυρία Άσπα.
Η κυρία Άσπα μας συστήθηκε και ρώτησε και τα δικά μας ονόματα. Ήταν χαμογελαστή, μα δεν είχε το ζεστό χαμόγελο της κυρίας Ανθής. Όμως, μου φαινόταν καλή!
Κατά τη διάρκεια της σχολικής χρονιάς έκανα πολλές προσπάθειες για να … διατηρήσω αυτή την άποψη. Όμως, εκείνη έκανε πολλές περισσότερες για να τη διαψεύσει!
Εκτός από τις πρώτες ημέρες, που ήταν πιο ευγενική, έμπαινε πάντα στην τάξη αγέλαστη. Μας έλεγε καλημέρα χωρίς να μας κοιτάζει καν και ξεκινούσε το μάθημα.
Στην τάξη κυριαρχούσε πάντα ησυχία. Δεν τολμούσαμε άλλωστε να κάνουμε φασαρία. Δεν τολμούσαμε να κάνουμε τον παραμικρό θόρυβο. Γιατί όταν ακουγόταν κάτι… εκείνη καθόταν στην έδρα και απλώς … έλεγε ένα όνομα. Το παιδί που άκουγε το όνομά του σηκωνόταν πήγαινε κοντά και περίμενε… το χαστούκι!
Έπειτα, καθόταν ξανά στη θέση του και το μάθημα συνεχιζόταν σαν να μη συνέβη τίποτα! Μια μέρα φώναξε το κορίτσι που καθόταν δίπλα μου, την Άλκηστη. Την ενοχλούσε ο Ανδρέας που καθόταν από πίσω της και γύρισε να του πει να σταματήσει. Η κυρία Άσπα την είδε και χωρίς να έχει καταλάβει τι έγινε της έριξε ένα χαστούκι! Η Άλκηστη γύρισε στο θρανίο ντροπιασμένη με δάκρυα στα μάτια. Στο διάλειμμα πήγα στη δασκάλα για να της εξηγήσω ότι η Άλκηστη δεν έφταιγε για αυτό που έγινε… «Ε, εντάξει, συγνώμη, βρε Άλκηστη. Το ξέρω, εσύ είσαι καλό παιδί!», της είπε…
Από εκείνη τη μέρα, έτρεμα μήπως γίνει ξανά καμιά παρεξήγηση και ακούσω το όνομά μου… Δεν με ένοιαζε τόσο το χαστούκι που θα φάω, όσο η ντροπή μπροστά στους συμμαθητές μου!
Έτσι, δεν έβγαζα άχνα όσο κάναμε μάθημα! Και ήμουν και καλή μαθήτρια… Γι’ αυτό τα πήγαινα καλά μαζί της! Με συμπαθούσε μάλλον! Ενώ υπήρχαν κάποια άλλα παιδιά που δεν τα πήγαιναν καλά στα μαθήματα. Αυτά τα παιδιά τα… «άκουγαν» κάθε μέρα! «Μμμ… σιγά μην διάβαζες εσύ!», «Πάλι δεν πρόλαβες. Καημενούλη… Είχες πολλά να κάνεις εχθές. Έπαιζες όλη μέρα ε;» και άλλα τέτοια ειρωνικά σχόλια. Μερικά παιδιά γελούσαν και φαινόταν πως κι εκείνη το διασκέδαζε. Εγώ όμως δεν μπορούσα να γελάσω με αυτά που έλεγε. Σκεφτόμουν πως αν ήμουν στη θέση αυτών των παιδιών θα ήθελα να ανοίξει η γη να με καταπιεί!
Και μετά από αυτά μάς έλεγε πως πολλά παιδιά από την τάξη μας θα μείνουν στην Πρώτη!
Ούτε εξερεύνηση ούτε μυστήριο ούτε διασκέδαση. Τίποτα από όλα αυτά που μου περιέγραφε ο αδερφός μου. Δεν ανυπομονούσα να πάω σχολείο. Δεν είχα αγαπήσει τη γλώσσα και τα μαθηματικά. Δεν τα έβλεπα σαν παιχνίδι! Τα έβλεπα σαν μια υποχρέωση. Μια υποχρέωση που αν δεν εκπληρώναμε θα γινόμασταν… ρεζίλι!
Όλες μου οι φίλες έλεγαν πως μισούν το σχολείο. Πως είναι σαν φυλακή και πως θέλουν να μεγαλώσουν γρήγορα για να μην χρειαστεί να πηγαίνουν σχολείο! Εγώ όμως δεν ένιωθα έτσι. Ήξερα πως για τις άσχημες αυτές εμπειρίες δεν φταίει το σχολείο, αλλά η δασκάλα! Έβλεπα πόσο όμορφα κυλούσε η χρονιά για τον αδερφό μου και για όλους τους συμμαθητές του. Έβλεπα τη συμπεριφορά της κυρίας Ανθής… και ένιωθα τόσο αδικημένη που δεν μου έτυχε και εμένα μια τόσο καλή δασκάλα.
Θυμάμαι η τάξη του ο αδερφού μου στην καλοκαιρινή γιορτή στο τέλος της Πρώτης είχε κάνει ένα θεατρικό τόσο εντυπωσιακό! Ένα θεατρικό που είχαν γράψει τα ίδια τα παιδιά, με τη βοήθεια της δασκάλας βέβαια. Είχαν όλοι δουλέψει πάρα πολύ! Η δική μας πρώτη συμμετείχε ως χορωδία στο θεατρικό άλλης τάξης. Δεν ξέρω βέβαια κατά πόσο έχει η δασκάλα ευθύνη για τη συμμετοχή κάθε τάξης στις γιορτές. Έχω κρατήσει όμως στο μυαλό μου αυτή τη σύγκριση γιατί ως παιδί μου είχε κάνει εντύπωση…
Τις επόμενες χρονιές σταθήκαμε πιο τυχεροί. Γνωρίσαμε δασκάλες που μας έκαναν να δούμε με άλλο μάτι το σχολείο. Μάλιστα, στην Τρίτη Δημοτικού είχαμε την κυρία Ανθή! Εκείνη όμως η χρονιά, η πρώτη πρώτη του δημοτικού, έχει μείνει στην καρδιά μου – και νομίζω όλων των συμμαθητών μου – σαν μια χρονιά άδικη και άσχημη.
Δεν λέω πως η πρώτη μας δασκάλα, η κυρία Άσπα, δεν ήταν καλή ως προς το διδακτικό της έργο. Φεύγοντας από την τάξη της μάθαμε όλοι μας ανάγνωση, μάθαμε να γράφουμε και να κάνουμε προτάσεις, μάθαμε τους αριθμούς, μάθαμε να κάνουμε πράξεις, μάθαμε όλα όσα έπρεπε!
Και κανένα παιδί δεν έμεινε τελικά στην Πρώτη.
Δεν μάθαμε όμως το πιο βασικό. Δεν μας δίδαξε το πιο σημαντικό κεφάλαιο, που θα έπρεπε για κάθε δάσκαλο να είναι προτεραιότητα.
Να αγαπάμε το σχολείο. Να αγαπάμε τη μάθηση. Να αγαπάμε τη γνώση!